Όταν το 2010, σε ηλικία 39 χρόνων, έκανα μέσα σε λίγους μήνες ανθρώπινου
βίου ένα πισωγύρισμα ζωής δύο και πλέον γενεών, όταν δηλαδή αποφάσισα
και ξαναγύρισα εκεί απ’ όπου είχαν ξεκινήσει οι σύγχρονοι νεοέλληνες
αλλά, σιγά σιγά, μέρα με τη μέρα, απόφαση με την απόφαση και κίνηση με
την κίνηση, διολίσθησαν προς την αστική, ιδιωτική, καταναλωτική
πραγματικότητα... την οποίαν και σ’ εμένα κληροδότησαν, με γέννησαν εντός
της και με εκπαίδευσαν για να την ζήσω, τότε, τον πρώτο ειδικά καιρό
αυτού του πισωγυρίσματος, είχα, θυμάμαι, πολύ έντονη κάθε πρωί που
ξυπνούσα την αίσθηση ότι πέθανα. Άνοιγα τα μάτια μου, άκουγα τους ήχους
των πουλιών, του ανέμου, των δέντρων, σηκωνόμουν από το κρεβάτι κι
ανέπνεα έξω τη γη και τη φύση, κι αντί να νιώθω ότι ξαναγεννήθηκα στο
τέλος της τρίτης δεκαετίας της ζωής μου, αντιθέτως, ένιωθα ότι έχω πλέον
αφήσει τα εγκόσμια, ότι έχω πεθάνει, ότι έχω περάσει σε μιαν άλλη
διάσταση και ότι από δω και πέρα, στο διηνεκές, έτσι θα είναι, δεν
υπάρχει άλλος θάνατος, αυτή είναι η μετά θάνατον κατάσταση για την
οποίαν κανείς ως τώρα δεν έλαχε να γυρίσει πίσω στη ζωή και να μας
πληροφορήσει, και είναι τόσο υπέροχη, που έχω χρέος να τη μοιραστώ, να
την επικοινωνήσω με κάθε τρόπο σε όσο περισσότερους ανθρώπους μπορώ.
Έτσι ένιωθα λοιπόν τον πρώτο καιρό της επιστροφής μου στη Ζωή. Το «επιστροφή μου» θα μπορούσε κανείς, αν το πάρει τοις μετρητοίς, να πει ότι είναι καταχρηστικό ή άκυρο, μιας και για να επιστρέψεις κάπου πρέπει να έχεις ξεκινήσει από εκεί και να έφυγες, να έχεις πάει σε μιαν άλλη κατάσταση και κάποια στιγμή να ξαναγυρίσεις στην πρότερη. Εδώ όμως ορίζουμε ως προσωπική επιστροφή τού καθενός από μας τη συλλογική επιστροφή της ανθρωπότητας, μιας και αναπόσπαστα μέλη της είμαστε όλοι μας, μιας και όλοι μας είμαστε η ανθρωπότητα, την φέρουμε επί του σαρκίου και της ψυχής μας, η ανθρωπότητα είμαστε εμείς, εμείς το σύστημα, εμείς και το οικοσύστημα. Και, προφανώς, αυτό είναι το κλειδί της όσο γίνεται καλύτερης προσέγγισης και εγκυρότερης αξιολόγησης των καταστάσεων, η ολιστική, η πανανθρώπινη θεώρηση των πάντων.
Ξεκίνησε λοιπόν η ανθρωπότητα ως ένα άθροισμα ανθρώπινων όντων, φυσικών πλασμάτων που είχαν μια ζωή απλή, δύσκολη, παραγωγική, ενταγμένη στο γενικό σύνολο που είναι το οικοσύστημα, το μοναδικό αυθύπαρκτο σύστημα με τη μοναδική αληθινή οικονομία, ξεκίνησε λοιπόν από αυτό το σημείο αρμονίας η ανθρωπότητα και λίγο λίγο άρχισε να ξεπέφτει ανεβαίνοντας, να αποπροσανατολίζεται στοχεύοντας, να οπισθοδρομεί προοδεύοντας, να αναπτύσσεται γιγαντώνοντας και καταστρέφοντας, να εκπολιτίζεται αδιαφορώντας και παράγοντας απορρίμματα, να χειραφετείται δεσμευόμενη ολοένα και περισσότερο, να υγιαίνει τρώγοντας δηλητήρια και ζώντας όξινα, να νοιάζεται για το μέλλον των τέκνων της κακοποιώντας και μολύνοντας μη αναστρέψιμα τον πλανήτη, να εκπαιδεύεται εξειδικευόμενη και παραμένοντας αμόρφωτη, να αποδέχεται τη διαφορετικότητα ενώ ομογενοποιείται ισοπεδωτικά, να συντηρείται αυτοκτονώντας καθημερινά, να κατακτά τον πλανήτη κλείνοντας τον εαυτό της σε κλουβάκια τσιμεντουπόλεων, να νιώθει ελευθερία φυλακίζοντας εαυτόν σε ένα στενό και άκαμπτο, φτιαχτό άρα ψεύτικο και πλάνο σύστημα, το χρηματοοικονομικό, να θεραπεύει Τέχνες και να προάγει Επιστήμες πλανώμενη ότι ο μόνος φυσικός πόρος είναι το χρήμα, να νοιάζεται για τα άλλα πλάσματα εξαφανίζοντάς τα και αφανίζοντας τους βιοτόπους τους προς «όφελος» της δικής της «ζωής» και απειλώντας πλέον με εξαφάνιση ακόμα και όσους ανθρώπους απέμειναν να ζουν έξω από το φτιαχτό της καταναλωτικό σύστημα, να ζει με άλλα λόγια μιαν καθημερινότητα δήθεν ελεύθερη, βολική, άκοπη, ασφαλή, προοδευμένη και πολιτισμένη, η οποία όμως είναι εσώκλειστη, αποστειρωμένη, βρόμικη, επικίνδυνη, άνοστη, ψεύτικη, ανήθικη, πλανημένη, πολύ δύσκολη, απάνθρωπη εντέλει, και οδηγεί κάθε τόσο σε αδιέξοδο συλλογικό και κάθε μέρα σε θάνατο προσωπικό, σε μη ζωή.
Ξεκίνησε η ανθρωπότητα ως σύνολο ανθρώπων, φυσικών όντων ενταγμένων αρμονικά στο οικοσύστημα, και κατάντησε εσμός παραπλανημένων από τον εαυτόν τους καταναλωτών, αποξενωμένων και αχόρταγων, που κατατρώει καθημερινά τον εαυτό της. Ξεκίνησαν οι άνθρωποι ως αυτόνομα πλάσματα, φτιάξανε έπειτα μικροκοινωνίες για να ζουν μαζί αλληλοβοηθούμενοι και μόνο από την παρουσία του άλλου, φτιάξανε ύστερα χωριά, πόλεις, μεγαλουπόλεις, στο τέλος μητροπόλεις και φτάσαμε τώρα στην κορφή του πύργου της Βαβέλ, στο σημείο που ο πλανήτης, το οικοσύστημα, έχασε πλέον την ισορροπία του, η ανθρωπότητα γέρνει την μπαλάντζα προς την ολοσχερή καταστροφή, την πλήρη απομύζηση των φυσικών πόρων, αφού πλέον το 60% του ανθρώπινου πληθυσμού επί γης καταναλώνει κάθε στιγμή φυσικούς πόρους δίχως να αναπληρώνει αυτούς ούτε στο ελάχιστο και, σαν να μην φτάνει αυτό, δεν αρκείται εδώ αλλά επιθυμεί ολοένα και περισσότερη «ανάπτυξη», βγάζει φλύκταινες στο άκουσμα και μόνο της λιτότητας, της ολιγάρκειας, των αρχέγονων αυτών πανανθρώπινων αρετών, των πολιτικών αυτών αξιών που θα ‘πρεπε πλέον να είναι σημαίες της Αριστεράς και των Κινημάτων. Και καταντάει να πεθαίνει ο καταναλωτής δίχως να το περιμένει, άξαφνα, έντρομος διότι έχει ξεχάσει πως υπάρχει ο προσωπικός του Θάνατος, αφού δεν έχει αντιληφθεί την προσωπική του Ζωή, δεν έχει κατανοήσει το παραμικρό τόσα καταναλωτικά χρόνια.
Όλα αυτά νιώθει κανείς καθημερινά, πεντακάθαρα, μόλις αλλάξει πίστα, μόλις γειωθεί, μόλις έρθει σε άμεση επαφή με το υλικό τού Είναι του, μόλις κάνει το προσωπικό του φορμάτ, το άλμα του από την εικονική προς τη φυσική πραγματικότητα, από το υποσύνολο στο σύνολο, μόλις ανοίξει τα μάτια του και δει τι του έκρυβαν τόσα χρόνια όλοι, ακόμη κι αυτοί που τον γέννησαν, μόλις απελευθερωθεί από τα δεσμά τα οποία του κληροδότησαν οι προηγούμενες γενιές, οι παραπλανημένες από τον εαυτό τους.
Διότι το βασικό που μάθαμε στα συστημικά σχολεία και θα ‘πρεπε να το θυμόμαστε κάθε μέρα είναι η Αρχή Διατήρησης της Ενέργειας, στη γενικευμένη της μορφή βέβαια, στο ότι όλα είναι μεταβολές, τίποτε δεν κερδίζεται δίχως να χαθεί κάτι ανάλογο, δεδομένα και πεπερασμένα είναι όλα, κλεψύδρα το όφελος και η χασούρα, το ένα τροφοδοτεί το άλλο αενάως, οπότε όλη η πορεία ζωής της ανθρωπότητας, μέχρι να φτάσει η ώρα να γεννηθούμε και να την ενσαρκώνουμε εμείς αυτοπροσώπως, δεν είναι τίποτε άλλο από ένα συνεχές παιχνίδι ενεργειακών μετατροπών.
Όλα μια ιδέα είναι στη ζωή και τίποτα άλλο δεν έχει αξία παρά μόνο να ζήσουμε, να βιώσουμε αρμονικά και να γίνουμε ένα με το θαύμα αυτό που συμβαίνει κάθε στιγμή γύρω μας.
Στα επόμενα άρθρα θα προσπαθήσω να αναλύσω μία προς μία τις βασικές παραμέτρους της πλάνης που ζούμε σε σχέση με την Ζωή και να τεκμηριώσω την οπισθοδρόμηση που ονομάσαμε, και ονομάζουμε ακόμη, πρόοδο και «ανάπτυξη».
Έτσι ένιωθα λοιπόν τον πρώτο καιρό της επιστροφής μου στη Ζωή. Το «επιστροφή μου» θα μπορούσε κανείς, αν το πάρει τοις μετρητοίς, να πει ότι είναι καταχρηστικό ή άκυρο, μιας και για να επιστρέψεις κάπου πρέπει να έχεις ξεκινήσει από εκεί και να έφυγες, να έχεις πάει σε μιαν άλλη κατάσταση και κάποια στιγμή να ξαναγυρίσεις στην πρότερη. Εδώ όμως ορίζουμε ως προσωπική επιστροφή τού καθενός από μας τη συλλογική επιστροφή της ανθρωπότητας, μιας και αναπόσπαστα μέλη της είμαστε όλοι μας, μιας και όλοι μας είμαστε η ανθρωπότητα, την φέρουμε επί του σαρκίου και της ψυχής μας, η ανθρωπότητα είμαστε εμείς, εμείς το σύστημα, εμείς και το οικοσύστημα. Και, προφανώς, αυτό είναι το κλειδί της όσο γίνεται καλύτερης προσέγγισης και εγκυρότερης αξιολόγησης των καταστάσεων, η ολιστική, η πανανθρώπινη θεώρηση των πάντων.
Ξεκίνησε λοιπόν η ανθρωπότητα ως ένα άθροισμα ανθρώπινων όντων, φυσικών πλασμάτων που είχαν μια ζωή απλή, δύσκολη, παραγωγική, ενταγμένη στο γενικό σύνολο που είναι το οικοσύστημα, το μοναδικό αυθύπαρκτο σύστημα με τη μοναδική αληθινή οικονομία, ξεκίνησε λοιπόν από αυτό το σημείο αρμονίας η ανθρωπότητα και λίγο λίγο άρχισε να ξεπέφτει ανεβαίνοντας, να αποπροσανατολίζεται στοχεύοντας, να οπισθοδρομεί προοδεύοντας, να αναπτύσσεται γιγαντώνοντας και καταστρέφοντας, να εκπολιτίζεται αδιαφορώντας και παράγοντας απορρίμματα, να χειραφετείται δεσμευόμενη ολοένα και περισσότερο, να υγιαίνει τρώγοντας δηλητήρια και ζώντας όξινα, να νοιάζεται για το μέλλον των τέκνων της κακοποιώντας και μολύνοντας μη αναστρέψιμα τον πλανήτη, να εκπαιδεύεται εξειδικευόμενη και παραμένοντας αμόρφωτη, να αποδέχεται τη διαφορετικότητα ενώ ομογενοποιείται ισοπεδωτικά, να συντηρείται αυτοκτονώντας καθημερινά, να κατακτά τον πλανήτη κλείνοντας τον εαυτό της σε κλουβάκια τσιμεντουπόλεων, να νιώθει ελευθερία φυλακίζοντας εαυτόν σε ένα στενό και άκαμπτο, φτιαχτό άρα ψεύτικο και πλάνο σύστημα, το χρηματοοικονομικό, να θεραπεύει Τέχνες και να προάγει Επιστήμες πλανώμενη ότι ο μόνος φυσικός πόρος είναι το χρήμα, να νοιάζεται για τα άλλα πλάσματα εξαφανίζοντάς τα και αφανίζοντας τους βιοτόπους τους προς «όφελος» της δικής της «ζωής» και απειλώντας πλέον με εξαφάνιση ακόμα και όσους ανθρώπους απέμειναν να ζουν έξω από το φτιαχτό της καταναλωτικό σύστημα, να ζει με άλλα λόγια μιαν καθημερινότητα δήθεν ελεύθερη, βολική, άκοπη, ασφαλή, προοδευμένη και πολιτισμένη, η οποία όμως είναι εσώκλειστη, αποστειρωμένη, βρόμικη, επικίνδυνη, άνοστη, ψεύτικη, ανήθικη, πλανημένη, πολύ δύσκολη, απάνθρωπη εντέλει, και οδηγεί κάθε τόσο σε αδιέξοδο συλλογικό και κάθε μέρα σε θάνατο προσωπικό, σε μη ζωή.
Ξεκίνησε η ανθρωπότητα ως σύνολο ανθρώπων, φυσικών όντων ενταγμένων αρμονικά στο οικοσύστημα, και κατάντησε εσμός παραπλανημένων από τον εαυτόν τους καταναλωτών, αποξενωμένων και αχόρταγων, που κατατρώει καθημερινά τον εαυτό της. Ξεκίνησαν οι άνθρωποι ως αυτόνομα πλάσματα, φτιάξανε έπειτα μικροκοινωνίες για να ζουν μαζί αλληλοβοηθούμενοι και μόνο από την παρουσία του άλλου, φτιάξανε ύστερα χωριά, πόλεις, μεγαλουπόλεις, στο τέλος μητροπόλεις και φτάσαμε τώρα στην κορφή του πύργου της Βαβέλ, στο σημείο που ο πλανήτης, το οικοσύστημα, έχασε πλέον την ισορροπία του, η ανθρωπότητα γέρνει την μπαλάντζα προς την ολοσχερή καταστροφή, την πλήρη απομύζηση των φυσικών πόρων, αφού πλέον το 60% του ανθρώπινου πληθυσμού επί γης καταναλώνει κάθε στιγμή φυσικούς πόρους δίχως να αναπληρώνει αυτούς ούτε στο ελάχιστο και, σαν να μην φτάνει αυτό, δεν αρκείται εδώ αλλά επιθυμεί ολοένα και περισσότερη «ανάπτυξη», βγάζει φλύκταινες στο άκουσμα και μόνο της λιτότητας, της ολιγάρκειας, των αρχέγονων αυτών πανανθρώπινων αρετών, των πολιτικών αυτών αξιών που θα ‘πρεπε πλέον να είναι σημαίες της Αριστεράς και των Κινημάτων. Και καταντάει να πεθαίνει ο καταναλωτής δίχως να το περιμένει, άξαφνα, έντρομος διότι έχει ξεχάσει πως υπάρχει ο προσωπικός του Θάνατος, αφού δεν έχει αντιληφθεί την προσωπική του Ζωή, δεν έχει κατανοήσει το παραμικρό τόσα καταναλωτικά χρόνια.
Όλα αυτά νιώθει κανείς καθημερινά, πεντακάθαρα, μόλις αλλάξει πίστα, μόλις γειωθεί, μόλις έρθει σε άμεση επαφή με το υλικό τού Είναι του, μόλις κάνει το προσωπικό του φορμάτ, το άλμα του από την εικονική προς τη φυσική πραγματικότητα, από το υποσύνολο στο σύνολο, μόλις ανοίξει τα μάτια του και δει τι του έκρυβαν τόσα χρόνια όλοι, ακόμη κι αυτοί που τον γέννησαν, μόλις απελευθερωθεί από τα δεσμά τα οποία του κληροδότησαν οι προηγούμενες γενιές, οι παραπλανημένες από τον εαυτό τους.
Διότι το βασικό που μάθαμε στα συστημικά σχολεία και θα ‘πρεπε να το θυμόμαστε κάθε μέρα είναι η Αρχή Διατήρησης της Ενέργειας, στη γενικευμένη της μορφή βέβαια, στο ότι όλα είναι μεταβολές, τίποτε δεν κερδίζεται δίχως να χαθεί κάτι ανάλογο, δεδομένα και πεπερασμένα είναι όλα, κλεψύδρα το όφελος και η χασούρα, το ένα τροφοδοτεί το άλλο αενάως, οπότε όλη η πορεία ζωής της ανθρωπότητας, μέχρι να φτάσει η ώρα να γεννηθούμε και να την ενσαρκώνουμε εμείς αυτοπροσώπως, δεν είναι τίποτε άλλο από ένα συνεχές παιχνίδι ενεργειακών μετατροπών.
Όλα μια ιδέα είναι στη ζωή και τίποτα άλλο δεν έχει αξία παρά μόνο να ζήσουμε, να βιώσουμε αρμονικά και να γίνουμε ένα με το θαύμα αυτό που συμβαίνει κάθε στιγμή γύρω μας.
Στα επόμενα άρθρα θα προσπαθήσω να αναλύσω μία προς μία τις βασικές παραμέτρους της πλάνης που ζούμε σε σχέση με την Ζωή και να τεκμηριώσω την οπισθοδρόμηση που ονομάσαμε, και ονομάζουμε ακόμη, πρόοδο και «ανάπτυξη».
© 2010-2014 ThePressProject.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου