Δημοσιεύθηκε το Σάββατο 16 Μάρτη 2013 στο ένθετο Διαδρομές στα Χανιώτικα νέα (Δημήτρης Μαριδάκης)
ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΑΚΡΙΔΑΚΗΣ:
‘Αλλο η ζωή κι άλλο αυτό που ζούμε’
‘Οι άνθρωποι που έχουν δημόσιο λόγο επιβάλλεται να παίρνουν θέση σε
αυτή την τρομακτική συγκυρία. Δεν μπορείς να κάθεσαι και να λες ότι
μιλάω μέσα από τα βιβλία μου. Σε αυτή την περίπτωση είτε είσαι δειλός
είτε προτιμάς να κάνεις δημόσιες σχέσεις και να μην τα χαλάσεις με
κανένα....
Αυτός που είναι πραγματικός καλλιτέχνης, το να πάρει θέση για τα όσα συμβαίνουν, το νιώθει σαν ζωτική ανάγκη και αν δεν το κάνει, θα πεθάνει, θα πνιγεί. Ολα τα άλλα είναι από αυτούς που αυτοχαρακτηρίζονται σαν καλλιτέχνες’.
Ο Γιάννης Μακριδάκης λατρεύει, όπως ο ίδιος λέει, τις «λοξές ματιές» πάνω στην πραγματικότητα. «Λοξοί» και αιρετικοί άλλωστε είναι συνήθως και οι μυθιστορηματικοί ήρωες που πλάθει στα βιβλία του. Ιστορίες που κυκλώνουν θεμελιώδη ερωτήματα για τη ζωή ή ακόμα και την κρίση που υπήρχε, όπως τονίζει, πολύ πριν την ανακαλύψουν τα μέσα ενημέρωσης και οι πολιτικές ελίτ. Ιστορίες που φέρνουν ξανά στο προσκήνιο τη σημασία των «σπόρων» της παράδοσης, αλλά και τον σεβασμό προς την οικονομία της Φύσης, «τη μόνη πραγματική οικονομία που υπάρχει».
Οι «Διαδρομές» συνάντησαν τον Γιάννη με αφορμή την παρουσίαση του βιβλίου του «Το ζουμί του Πετεινού» (εκδ. Εστία), που πραγματοποιήθηκε πρόσφατα στα Χανιά, ενώ το νέο του έργο «Του Θεού το μάτι» μόλις κυκλοφόρησε. Η συζήτηση δεν θα μπορούσε να περιοριστεί στα βιβλία. Αλλωστε η συγγραφή, όπως λέει, δεν είναι αρκετή για να εκφράσει τις σημερινές αγωνίες…
• Το τελευταίο διάστημα στις παρουσιάσεις των βιβλίων σου έχεις εγκαινιάσει έναν κύκλο συζητήσεων με τίτλο «Αλλο η ζωή και άλλο αυτό που ζούμε». Μίλησέ μου λίγο γι’ αυτό;
Γεννήθηκα και μεγάλωσα σε μια πόλη ως αστός, παίρνοντας την αστική παιδεία και όλα τα ερεθίσματα που δίνει ο σύγχρονος κόσμος σε ένα παιδί. Οταν, λοιπόν, πριν από κάποια χρόνια αποφάσισα να αποσυρθώ στο χωριό και να ασχοληθώ με την αγροτική παραγωγή, είδα ότι πολλά πράγματα από αυτά που έμαθα στην πόλη ήταν τελείως λάθος, πλασματικά και παραπλανητικά. Είδα ότι μεγάλωσα δηλητηριασμένος με την εντύπωση ότι ο διπλανός μου, από τον συμμαθητή μέχρι τον συνάδελφο, είναι ανταγωνιστής κι όχι συμπληρωματικός ως προς εμένα. Κι αυτό το συνειδητοποίησα, όταν προσπάθησα να παράξω με τα χέρια και διαπίστωσα ότι δεν έχω τη δυνατότητα να τα κάνω όλα μόνος, όσες γνώσεις και πτυχία κι αν έχω. Είδα ότι, αν δεν υπήρχε ένας άνθρωπος δίπλα μου, εμπειρικός και βιωματικός, δεν θα μπορούσα να ζήσω. Τότε, λοιπόν, θυμήθηκα ότι ο άλλος είναι συμπληρωματικός ως προς εμένα και δεν είναι αυτό που μού έλεγε το σύστημα από παιδί. Επίσης, μια άλλη παράμετρος είναι ότι για να προσεγγίσεις την έννοια της ζωής θα πρέπει να δεις πως ζουν τα έμβια όντα. Να θυμηθείς ότι κι εσύ είσαι ένα πλάσμα που έχει ανάγκη από 3 βασικά συστατικά: Οξυγόνο, τροφή και νερό. Αυτά τα στοιχεία, όταν ζούμε στην πόλη, τα έχουμε παραδώσει σε άλλους. Την τροφή μας την έχουμε παραδώσει ήδη σε χέρια τρίτων, τώρα παραδίδουμε και τα νερά μας και σε λίγο θα παραδώσουμε και το οξυγόνο μας… Δηλαδή τους βασικούς πόρους που υπάρχουν και μας επιτρέπουν να ζούμε τούς θεωρούσαμε για χρόνια δεδομένους. Αρκεί να είχαμε τα λεφτά και αυτοί υπήρχαν. Αυτό, όμως, είναι εξωφρενικό. Οταν επιστρέψεις στην παραγωγή, βλέπεις ότι τίποτα δεν είναι δεδομένο, τίποτα δεν υπάρχει σε άπειρη ποσότητα και όλα πρέπει να τα φροντίζεις.
• Απομακρύνεσαι δηλαδή από κάποιες θεμελιώδεις αλήθειες…
Οταν ζεις σ’ ένα διαμέρισμα, πατάς τον διακόπτη και ανάβεις το ηλεκτρικό, το θερμοσίφωνο και πίσω από την κάθε αυτή μικρή κίνηση δεν μπορείς να φανταστείς τι συνέπειες προκαλείς και σε ποιο μέρος. Το μόνο που έχεις μάθει είναι πόσα λεφτά θα σού ζητήσουν, όταν έρθει ο λογαριασμός. Αρα οι άνθρωποι έχουν ξεχάσει ότι είναι φυσικά όντα, δεν αντιλαμβάνονται τη ζημιά που προκαλεί η κάθε τους κίνηση και δεν θυμούνται πια τη συμπληρωματικότητα του άλλου. Με αυτή την έννοια η ζωή είναι κάτι άλλο από αυτό που ζούμε. Είμαστε κλεισμένοι αεροστεγώς σε ένα χρηματοοικονομικό σύστημα, το οποίο δεν έχει καμία σχέση με τη Φύση και την οικονομία της Φύσης, η οποία είναι και η μόνη πραγματική οικονομία. Αντίθετα αυτό που έχουμε ορίσει ως οικονομία είναι κάτι πλασματικό, είναι ένα σύστημα που μας δίνει κάθε μήνα χρήμα, δηλαδή χαρτί, για να το επιστρέψουμε πίσω και να μας δώσει τροφή, θεάματα, ταξίδια και να μας καλύψει πλασματικές ή πραγματικές επιθυμίες. Κι όλα αυτά με χαμηλή ποιότητα. Τη διαφορά του ανθρώπου που είναι κλεισμένος μέσα σε αυτό το σύστημα και την πραγματική ζωή εγώ την παρομοιάζω με τη διαφορά που έχει ένα προφίλ στο facebook με την αληθινή ζωή.
• Στα γραπτά σου και τις δημόσιες παρεμβάσεις σου διαπιστώνει κανείς ότι θεωρείς αναγκαία μια επιστροφή στην παράδοση. Οχι, όμως, μέσα από μια νοσταλγική ματιά, αλλά μια ανατρεπτική. Τι ακριβώς είναι η παράδοση για εσένα;
Αυτή τη στιγμή έχουμε δύο ανεκτίμητα κεφάλαια στην Ελλάδα: Το ένα είναι το φυσικό περιβάλλον και το άλλο η πολιτιστική μας κληρονομιά. Δυστυχώς, χρόνια τώρα τα απαξιώσαμε και τα δύο και δώσαμε αξία μόνο στο χρήμα που από μόνο του είναι κάτι ευτελές. Γι’ αυτό προτείνω οι νέοι, που βλέπουν ότι αυτές οι βάσεις είναι σαθρές, να πάρουν όλα τα καλά της προόδου, τις σύγχρονες τεχνολογίες κ.λπ. και να τις «καλουπώσουν», να τις κάνουν πιο στέρεες μέσα από την παράδοση. Οσο και να αναπτυσσόμαστε τεχνολογικά και επιστημονικά, αν χάνουμε σπόρους – γνώσεις του παρελθόντος, τελικά θα βγούμε χαμένοι. Νιώθω ότι βρισκόμαστε σε μια φάση σαν τον πύργο της Βαβέλ πια. Γι’ αυτό και γύρω μας ακούμε και λέμε συχνά ότι «μιλάμε την ίδια γλώσσα, αλλά δεν καταλαβαινόμαστε». Είναι απόλυτη ανάγκη να αλλάξει πια αυτό.
• Τα τελευταία χρόνια ακούμε συνεχώς για την κρίση. Αλλοι μιλάνε για οικονομική κρίση, άλλοι για κρίση αξιών, άλλοι για κοινωνική κρίση. Για σένα τι είναι αυτή η κρίση τελικά;
Προσωπικά ζω την κρίση πάνω από 15 χρόνια. Από τον καιρό που ξεκίνησα να ζω μέσα στην κοινωνία μετά τις σπουδές και το στρατιωτικό. Τότε αντιλήφθηκα ότι υπάρχει κρίση αξιών και δεν μπορούσα ποτέ να την αποδεχθώ. Γι’ αυτό και βγήκα πολύ νωρίς από το χρηματοοικονομικό σύστημα και ήμουν πάντα βέβαιος ότι αυτό το πράγμα, με τον τρόπο που το βιώναμε, δεν θα πάει πουθενά, αλλά στην καταστροφή. Ολη αυτή η κατάσταση αναμενόμενα χτύπησε κάποια στιγμή και την οικονομία και πλέον την αισθάνθηκε και ο πολύς ο κόσμος. Θα πρέπει να πω ότι τότε, σε πρώτη φάση κι εγώ πλανήθηκα. Σκέφτηκα ότι επιτέλους θα σταματήσει αυτή η αλόγιστη ανάπτυξη, η καφρίλα του καθενός μας και ότι είναι η ευκαιρία να δούμε την κατάντια μας. Ομολογώ ότι είχα κάνει ένα τεράστιο λάθος. Ημουν πολύ αισιόδοξος, αλλά η αισιοδοξία είναι το όπλο του καπιταλισμού και των αγορών για να σε κάνουν καλό καταναλωτή. Μετανιώνω γι’ αυτό, γιατί πλέον βλέπω ότι η παγκόσμια αγορά προσπαθεί να ξεπεράσει την κρίση με μια ισχυρότερου τύπου «ανάπτυξη», εμπορευματοποιώντας ακόμα και τους φυσικούς πόρους. Αυτό για την ανθρωπότητα ισοδυναμεί με την κίνηση του σκορπιού που αυτοκτονεί. Γι’ αυτό τέλος οι αισιοδοξίες…
• Τα βιβλία σου είναι θα λέγαμε πολιτικά, αλλά παράλληλα κάνεις συχνά και δημόσιες παρεμβάσεις. Μοιάζει σαν να μην σού είναι αρκετή η συγγραφή…
Ακριβώς αυτό αισθάνομαι και γι’ αυτό το κάνω. Πρώτον είναι προσωπική ανάγκη και δεύτερον η άποψή μου είναι ότι οι άνθρωποι που έχουν δημόσιο λόγο επιβάλλεται να παίρνουν θέση σε αυτή την τρομακτική συγκυρία. Δεν μπορείς να κάθεσαι και να λες ότι μιλάω μέσα από τα βιβλία μου. Σε αυτή την περίπτωση είτε είσαι δειλός είτε προτιμάς να κάνεις δημόσιες σχέσεις και να μην τα χαλάσεις με κανένα. Αυτός που είναι πραγματικός καλλιτέχνης, το να πάρει θέση στα όσα συμβαίνουν, το νιώθει σαν ζωτική ανάγκη και αν δεν το κάνει θα πεθάνει, θα πνιγεί. Ολα τα άλλα είναι από αυτούς που αυτοχαρακτηρίζονται σαν καλλιτέχνες.
• Ζεις σε ένα χωριό της Χίου, λιτά και μακριά από τα αστικά κέντρα. Τι κερδίζει και τι χάνει κανείς από αυτό;
Αυτό που έχω αντιληφθεί είναι ότι κάθε πρωί που ξυπνάω είμαι χαρούμενος. Γυρνώντας από το χωράφι αισθάνομαι γεμάτος, πλήρης. Αντίθετα όταν ήμουν στην πόλη, αισθανόμουν έντονα συμπτώματα κατάθλιψης και κυρίως το Σαββατοκύριακο που ερήμωναν οι δρόμοι. Αρα ένα κέρδος είναι αυτό, δηλαδή, οι περισσότερες στιγμές ευτυχίας. Ενα άλλο είναι ότι ασκούμαι και τρώω αυτά που παράγω. Οτι έρχονται φίλοι και απολαμβάνω την επικοινωνία ή ότι παράγεις πράγματα που μπορείς να προσφέρεις μετά σε φίλους και συγγενείς. Ολο αυτό είναι κέρδος. Παράλληλα, ζώντας έτσι έχεις χρόνο να σκεφτείς. Από την άλλη, πάντα κάτι χάνεις. Κάθε επιλογή έχει κι αυτό το κομμάτι. Χάνεις κάποιες συναντήσεις, διάφορα πράγματα που συμβαίνουν στην Αθήνα ή αλλού δεν μπορείς να είσαι βιολογικά εκεί. Προσπαθώ βέβαια να φεύγω μια φορά τον μήνα και να πηγαίνω σε διάφορα μέρη ή εκδηλώσεις. Τον χειμώνα βέβαια δεν είναι εύκολο λόγω συγκοινωνιών και το καλοκαίρι λόγω ποτισμάτων… Ωστόσο, υπάρχει το Διαδίκτυο και η καθημερινή επικοινωνία με τον κόσμο. Εξάλλου, στην κατάσταση που βρίσκονται τα οικονομικά πολλών ανθρώπων σήμερα αυτό που διαπιστώνω είναι ότι όταν κάθομαι στο facebook είναι κι όλοι οι άλλοι μέσα. Και καλά εγώ που είμαι «απομονωμένος», όπως μου λένε, στο χωριό, εσείς που είστε στο κέντρο γιατί είστε μέσα στο facebook;
Αυτός που είναι πραγματικός καλλιτέχνης, το να πάρει θέση για τα όσα συμβαίνουν, το νιώθει σαν ζωτική ανάγκη και αν δεν το κάνει, θα πεθάνει, θα πνιγεί. Ολα τα άλλα είναι από αυτούς που αυτοχαρακτηρίζονται σαν καλλιτέχνες’.
Ο Γιάννης Μακριδάκης λατρεύει, όπως ο ίδιος λέει, τις «λοξές ματιές» πάνω στην πραγματικότητα. «Λοξοί» και αιρετικοί άλλωστε είναι συνήθως και οι μυθιστορηματικοί ήρωες που πλάθει στα βιβλία του. Ιστορίες που κυκλώνουν θεμελιώδη ερωτήματα για τη ζωή ή ακόμα και την κρίση που υπήρχε, όπως τονίζει, πολύ πριν την ανακαλύψουν τα μέσα ενημέρωσης και οι πολιτικές ελίτ. Ιστορίες που φέρνουν ξανά στο προσκήνιο τη σημασία των «σπόρων» της παράδοσης, αλλά και τον σεβασμό προς την οικονομία της Φύσης, «τη μόνη πραγματική οικονομία που υπάρχει».
Οι «Διαδρομές» συνάντησαν τον Γιάννη με αφορμή την παρουσίαση του βιβλίου του «Το ζουμί του Πετεινού» (εκδ. Εστία), που πραγματοποιήθηκε πρόσφατα στα Χανιά, ενώ το νέο του έργο «Του Θεού το μάτι» μόλις κυκλοφόρησε. Η συζήτηση δεν θα μπορούσε να περιοριστεί στα βιβλία. Αλλωστε η συγγραφή, όπως λέει, δεν είναι αρκετή για να εκφράσει τις σημερινές αγωνίες…
• Το τελευταίο διάστημα στις παρουσιάσεις των βιβλίων σου έχεις εγκαινιάσει έναν κύκλο συζητήσεων με τίτλο «Αλλο η ζωή και άλλο αυτό που ζούμε». Μίλησέ μου λίγο γι’ αυτό;
Γεννήθηκα και μεγάλωσα σε μια πόλη ως αστός, παίρνοντας την αστική παιδεία και όλα τα ερεθίσματα που δίνει ο σύγχρονος κόσμος σε ένα παιδί. Οταν, λοιπόν, πριν από κάποια χρόνια αποφάσισα να αποσυρθώ στο χωριό και να ασχοληθώ με την αγροτική παραγωγή, είδα ότι πολλά πράγματα από αυτά που έμαθα στην πόλη ήταν τελείως λάθος, πλασματικά και παραπλανητικά. Είδα ότι μεγάλωσα δηλητηριασμένος με την εντύπωση ότι ο διπλανός μου, από τον συμμαθητή μέχρι τον συνάδελφο, είναι ανταγωνιστής κι όχι συμπληρωματικός ως προς εμένα. Κι αυτό το συνειδητοποίησα, όταν προσπάθησα να παράξω με τα χέρια και διαπίστωσα ότι δεν έχω τη δυνατότητα να τα κάνω όλα μόνος, όσες γνώσεις και πτυχία κι αν έχω. Είδα ότι, αν δεν υπήρχε ένας άνθρωπος δίπλα μου, εμπειρικός και βιωματικός, δεν θα μπορούσα να ζήσω. Τότε, λοιπόν, θυμήθηκα ότι ο άλλος είναι συμπληρωματικός ως προς εμένα και δεν είναι αυτό που μού έλεγε το σύστημα από παιδί. Επίσης, μια άλλη παράμετρος είναι ότι για να προσεγγίσεις την έννοια της ζωής θα πρέπει να δεις πως ζουν τα έμβια όντα. Να θυμηθείς ότι κι εσύ είσαι ένα πλάσμα που έχει ανάγκη από 3 βασικά συστατικά: Οξυγόνο, τροφή και νερό. Αυτά τα στοιχεία, όταν ζούμε στην πόλη, τα έχουμε παραδώσει σε άλλους. Την τροφή μας την έχουμε παραδώσει ήδη σε χέρια τρίτων, τώρα παραδίδουμε και τα νερά μας και σε λίγο θα παραδώσουμε και το οξυγόνο μας… Δηλαδή τους βασικούς πόρους που υπάρχουν και μας επιτρέπουν να ζούμε τούς θεωρούσαμε για χρόνια δεδομένους. Αρκεί να είχαμε τα λεφτά και αυτοί υπήρχαν. Αυτό, όμως, είναι εξωφρενικό. Οταν επιστρέψεις στην παραγωγή, βλέπεις ότι τίποτα δεν είναι δεδομένο, τίποτα δεν υπάρχει σε άπειρη ποσότητα και όλα πρέπει να τα φροντίζεις.
• Απομακρύνεσαι δηλαδή από κάποιες θεμελιώδεις αλήθειες…
Οταν ζεις σ’ ένα διαμέρισμα, πατάς τον διακόπτη και ανάβεις το ηλεκτρικό, το θερμοσίφωνο και πίσω από την κάθε αυτή μικρή κίνηση δεν μπορείς να φανταστείς τι συνέπειες προκαλείς και σε ποιο μέρος. Το μόνο που έχεις μάθει είναι πόσα λεφτά θα σού ζητήσουν, όταν έρθει ο λογαριασμός. Αρα οι άνθρωποι έχουν ξεχάσει ότι είναι φυσικά όντα, δεν αντιλαμβάνονται τη ζημιά που προκαλεί η κάθε τους κίνηση και δεν θυμούνται πια τη συμπληρωματικότητα του άλλου. Με αυτή την έννοια η ζωή είναι κάτι άλλο από αυτό που ζούμε. Είμαστε κλεισμένοι αεροστεγώς σε ένα χρηματοοικονομικό σύστημα, το οποίο δεν έχει καμία σχέση με τη Φύση και την οικονομία της Φύσης, η οποία είναι και η μόνη πραγματική οικονομία. Αντίθετα αυτό που έχουμε ορίσει ως οικονομία είναι κάτι πλασματικό, είναι ένα σύστημα που μας δίνει κάθε μήνα χρήμα, δηλαδή χαρτί, για να το επιστρέψουμε πίσω και να μας δώσει τροφή, θεάματα, ταξίδια και να μας καλύψει πλασματικές ή πραγματικές επιθυμίες. Κι όλα αυτά με χαμηλή ποιότητα. Τη διαφορά του ανθρώπου που είναι κλεισμένος μέσα σε αυτό το σύστημα και την πραγματική ζωή εγώ την παρομοιάζω με τη διαφορά που έχει ένα προφίλ στο facebook με την αληθινή ζωή.
• Στα γραπτά σου και τις δημόσιες παρεμβάσεις σου διαπιστώνει κανείς ότι θεωρείς αναγκαία μια επιστροφή στην παράδοση. Οχι, όμως, μέσα από μια νοσταλγική ματιά, αλλά μια ανατρεπτική. Τι ακριβώς είναι η παράδοση για εσένα;
Αυτή τη στιγμή έχουμε δύο ανεκτίμητα κεφάλαια στην Ελλάδα: Το ένα είναι το φυσικό περιβάλλον και το άλλο η πολιτιστική μας κληρονομιά. Δυστυχώς, χρόνια τώρα τα απαξιώσαμε και τα δύο και δώσαμε αξία μόνο στο χρήμα που από μόνο του είναι κάτι ευτελές. Γι’ αυτό προτείνω οι νέοι, που βλέπουν ότι αυτές οι βάσεις είναι σαθρές, να πάρουν όλα τα καλά της προόδου, τις σύγχρονες τεχνολογίες κ.λπ. και να τις «καλουπώσουν», να τις κάνουν πιο στέρεες μέσα από την παράδοση. Οσο και να αναπτυσσόμαστε τεχνολογικά και επιστημονικά, αν χάνουμε σπόρους – γνώσεις του παρελθόντος, τελικά θα βγούμε χαμένοι. Νιώθω ότι βρισκόμαστε σε μια φάση σαν τον πύργο της Βαβέλ πια. Γι’ αυτό και γύρω μας ακούμε και λέμε συχνά ότι «μιλάμε την ίδια γλώσσα, αλλά δεν καταλαβαινόμαστε». Είναι απόλυτη ανάγκη να αλλάξει πια αυτό.
• Τα τελευταία χρόνια ακούμε συνεχώς για την κρίση. Αλλοι μιλάνε για οικονομική κρίση, άλλοι για κρίση αξιών, άλλοι για κοινωνική κρίση. Για σένα τι είναι αυτή η κρίση τελικά;
Προσωπικά ζω την κρίση πάνω από 15 χρόνια. Από τον καιρό που ξεκίνησα να ζω μέσα στην κοινωνία μετά τις σπουδές και το στρατιωτικό. Τότε αντιλήφθηκα ότι υπάρχει κρίση αξιών και δεν μπορούσα ποτέ να την αποδεχθώ. Γι’ αυτό και βγήκα πολύ νωρίς από το χρηματοοικονομικό σύστημα και ήμουν πάντα βέβαιος ότι αυτό το πράγμα, με τον τρόπο που το βιώναμε, δεν θα πάει πουθενά, αλλά στην καταστροφή. Ολη αυτή η κατάσταση αναμενόμενα χτύπησε κάποια στιγμή και την οικονομία και πλέον την αισθάνθηκε και ο πολύς ο κόσμος. Θα πρέπει να πω ότι τότε, σε πρώτη φάση κι εγώ πλανήθηκα. Σκέφτηκα ότι επιτέλους θα σταματήσει αυτή η αλόγιστη ανάπτυξη, η καφρίλα του καθενός μας και ότι είναι η ευκαιρία να δούμε την κατάντια μας. Ομολογώ ότι είχα κάνει ένα τεράστιο λάθος. Ημουν πολύ αισιόδοξος, αλλά η αισιοδοξία είναι το όπλο του καπιταλισμού και των αγορών για να σε κάνουν καλό καταναλωτή. Μετανιώνω γι’ αυτό, γιατί πλέον βλέπω ότι η παγκόσμια αγορά προσπαθεί να ξεπεράσει την κρίση με μια ισχυρότερου τύπου «ανάπτυξη», εμπορευματοποιώντας ακόμα και τους φυσικούς πόρους. Αυτό για την ανθρωπότητα ισοδυναμεί με την κίνηση του σκορπιού που αυτοκτονεί. Γι’ αυτό τέλος οι αισιοδοξίες…
• Τα βιβλία σου είναι θα λέγαμε πολιτικά, αλλά παράλληλα κάνεις συχνά και δημόσιες παρεμβάσεις. Μοιάζει σαν να μην σού είναι αρκετή η συγγραφή…
Ακριβώς αυτό αισθάνομαι και γι’ αυτό το κάνω. Πρώτον είναι προσωπική ανάγκη και δεύτερον η άποψή μου είναι ότι οι άνθρωποι που έχουν δημόσιο λόγο επιβάλλεται να παίρνουν θέση σε αυτή την τρομακτική συγκυρία. Δεν μπορείς να κάθεσαι και να λες ότι μιλάω μέσα από τα βιβλία μου. Σε αυτή την περίπτωση είτε είσαι δειλός είτε προτιμάς να κάνεις δημόσιες σχέσεις και να μην τα χαλάσεις με κανένα. Αυτός που είναι πραγματικός καλλιτέχνης, το να πάρει θέση στα όσα συμβαίνουν, το νιώθει σαν ζωτική ανάγκη και αν δεν το κάνει θα πεθάνει, θα πνιγεί. Ολα τα άλλα είναι από αυτούς που αυτοχαρακτηρίζονται σαν καλλιτέχνες.
• Ζεις σε ένα χωριό της Χίου, λιτά και μακριά από τα αστικά κέντρα. Τι κερδίζει και τι χάνει κανείς από αυτό;
Αυτό που έχω αντιληφθεί είναι ότι κάθε πρωί που ξυπνάω είμαι χαρούμενος. Γυρνώντας από το χωράφι αισθάνομαι γεμάτος, πλήρης. Αντίθετα όταν ήμουν στην πόλη, αισθανόμουν έντονα συμπτώματα κατάθλιψης και κυρίως το Σαββατοκύριακο που ερήμωναν οι δρόμοι. Αρα ένα κέρδος είναι αυτό, δηλαδή, οι περισσότερες στιγμές ευτυχίας. Ενα άλλο είναι ότι ασκούμαι και τρώω αυτά που παράγω. Οτι έρχονται φίλοι και απολαμβάνω την επικοινωνία ή ότι παράγεις πράγματα που μπορείς να προσφέρεις μετά σε φίλους και συγγενείς. Ολο αυτό είναι κέρδος. Παράλληλα, ζώντας έτσι έχεις χρόνο να σκεφτείς. Από την άλλη, πάντα κάτι χάνεις. Κάθε επιλογή έχει κι αυτό το κομμάτι. Χάνεις κάποιες συναντήσεις, διάφορα πράγματα που συμβαίνουν στην Αθήνα ή αλλού δεν μπορείς να είσαι βιολογικά εκεί. Προσπαθώ βέβαια να φεύγω μια φορά τον μήνα και να πηγαίνω σε διάφορα μέρη ή εκδηλώσεις. Τον χειμώνα βέβαια δεν είναι εύκολο λόγω συγκοινωνιών και το καλοκαίρι λόγω ποτισμάτων… Ωστόσο, υπάρχει το Διαδίκτυο και η καθημερινή επικοινωνία με τον κόσμο. Εξάλλου, στην κατάσταση που βρίσκονται τα οικονομικά πολλών ανθρώπων σήμερα αυτό που διαπιστώνω είναι ότι όταν κάθομαι στο facebook είναι κι όλοι οι άλλοι μέσα. Και καλά εγώ που είμαι «απομονωμένος», όπως μου λένε, στο χωριό, εσείς που είστε στο κέντρο γιατί είστε μέσα στο facebook;
Και σε pdf στην σελίδα 11
http://www.haniotika-nea.gr/xef/index.html Γιάννης Μακριδάκης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου