Παρασκευή 24 Φεβρουαρίου 2012

Ο πόλεμος κατά των ναρκωτικών αύξησε τους χρήστες

 Της Καίτης Βασιλάκου             Υπάρχει μια σημαντική διαφορά ανάμεσα στο «Απαγορεύεται να κλέψεις» και στο «Απαγορεύεται να πάρεις ναρκωτικά». Στην πρώτη περίπτωση η απαγόρευση προστατεύει την περιουσία του πολίτη, στη δεύτερη επεμβαίνει στις προσωπικές επιλογές του.
Θεωρητικά με την απαγόρευση των ναρκωτικών οι πολίτες προστατεύονται από πολλούς και συχνά θανάσιμους κινδύνους. Στην πραγματικότητα όμως μια τέτοια απαγόρευση προστατεύει μόνο όσους  δεν πρόκειται να πάρουν ποτέ ναρκωτικά και αφήνει έκθετους σε μεγάλους κινδύνους όσους έχουν την ατυχία να εθιστούν σ’ αυτά.
Για να το καταλάβουμε καλύτερα αυτό, ας κάνουμε μια αναδρομή στα χρόνια της ποτοαπαγόρευσης στην Αμερική (1920-1933).......

Βρισκόμαστε στην εποχή του Κραχ, της μεγάλης οικονομικής ύφεσης.Οι προθέσεις για την απαγόρευση του αλκοόλ ήταν αγαθές βεβαίως. Οι αλκοολικοί ήταν ανίκανοι για εργασία, επομένως ανίκανοι να συντηρήσουν τον εαυτό τους και την οικογένειά τους.  Οι υπόλοιποι που δεν ήταν ακόμα γνήσιοι αλκοολικοί, μεθούσαν τα βράδια παρέα με τους φίλους τους και την άλλη μέρα στη δουλειά δεν μπορούσαν να αποδώσουν. Πολλά οικογενειακά και άλλα δράματα οφείλονταν στους μεθυσμένους εκείνους που χειροδικούσαν ή σκότωναν μέσα στη ζάλη τους και την επομένη δήλωναν μετανιωμένοι. Επίσης πολλά ατυχήματα οφείλονταν στη χρήση του αλκοόλ. Με άλλα λόγια η κοινωνία θα ήταν πολύ πιο υγιής και αποδοτική, αν απαγορευόταν η χρήση του αλκοόλ. Έτσι σκέφτηκε η πλειοψηφία των Αμερικανών και η ποτοαπαγόρευση επιβλήθηκε επίσημα.



Στην αρχή τα πράγματα φάνηκαν να πηγαίνουν καλά. Οι θάνατοι από ασθένειες που οφείλονταν στο αλκοόλ μειώθηκαν και ομοίως μειώθηκε και η εγκληματικότητα που είχε σχέση με τους μεθυσμένους.
Εφτά χρόνια αργότερα η ποτοαπαγόρευση γύρισε μπούμερανγκ στην αμερικανική κοινωνία. Μόνο στη Νέα Υόρκη είχαν φυτρώσει 30.000 παράνομα αποστακτήρια και μπαρ, διπλάσια σχεδόν από όσα υπήρχαν πριν την ποτοαπαγόρευση. Η αστυνόμευση ήταν δύσκολη και πολλοί διεφθαρμένοι αστυνομικοί συνεργάζονταν με τις συμμορίες. Επίσης πλούτισαν και πολλοί γιατροί που συνταγογραφούσαν ουίσκι για τους «ασθενείς» τους, το οποίο επωλείτο νόμιμα στα φαρμακεία. Η μαύρη αγορά οργίαζε, το έγκλημα αυξήθηκε θεαματικά, οι μικρές συμμορίες έγιναν μεγάλες και τρανές και έλεγχαν τα πάντα, ακόμα και τους πολιτικούς.
Τα συνδικάτα του εγκλήματος έκλεβαν μαζικές ποσότητες αλκοόλ που προορίζονταν για τη βιομηχανική παραγωγή και το διέθεταν στη μαύρη αγορά. Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1920 είχαν κλαπεί 60 εκατομμύρια γαλόνια αλκοόλης. Το 1926 η κυβέρνηση αναγκάστηκε να αναμίξει με το αλκοόλ διάφορες άλλες χημικές ουσίες που θα αλλοίωναν τη γεύση του για να μη μπορούν να το πιουν οι πότες.  Προστέθηκαν : δηλητηριώδης μεθανόλη κα άλλες ενώσεις με πικρή γεύση, κηροζίνη, βενζίνη, βενζόλιο, κάδμιο, ιώδιο, ψευδάργυρος, υδράργυρος, νικοτίνη, αιθέρας, φορμαλδεΰδη, χλωροφόρμιο, καμφορά, φοινικό οξύ, κινίνη, ακετόνη και ένα αλκαλοειδές που συνδέεται στενά με τη στρυχνίνη.


Αποτέλεσμα: τα Χριστούγεννα του 1926 προσβλήθηκαν από δηλητηριασμένο αλκοόλ 1200 άνθρωποι και 400 από αυτούς πέθαναν. Αντίστοιχος αριθμός θανάτων σημειώθηκε και σε άλλες πόλεις των ΗΠΑ. Το επόμενο έτος οι θάνατοι στη Νέα Υόρκη από δηλητηριασμένο αλκοόλ έφτασαν τους 700. Τα περιστατικά τύφλωσης και παράλυσης από τα ποτά μπόμπες πολλαπλασιάστηκαν.
Η αύξηση της εγκληματικότητας και της διαφθοράς ανάγκασε τελικά την κοινή γνώμη να βγει από την ουτοπία της και το 1933 η ποτοαπαγόρευση ήρθη στο μεγαλύτερο μέρος των ΗΠΑ.
Αν τώρα αντικαταστήσουμε τον όρο «ποτοαπαγόρευση» με τον όρο «απαγόρευση των ναρκωτικών», παρατηρούμε ότι βρισκόμαστε σε ένα κόσμο ακριβώς όμοιο με εκείνο που προέκυψε στην Αμερική την εποχή του Κραχ:
Παράνομες φυτείες και εργαστήρια παρασκευής ναρκωτικών.
Παγκόσμια, τεράστια μαύρη αγορά. Πολυπλόκαμες παράνομες οργανώσεις παντού στον κόσμο που διακινούν ναρκωτικά και θησαυρίζουν. Αύξηση της εγκληματικότητας, επιρροή στα πολιτικά πράγματα της χώρας.
Νοθεία των ναρκωτικών ουσιών που στέλνουν στο θάνατο χιλιάδες χρήστες κάθε χρόνο.
Δύσκολη αστυνόμευση, διαφθορά αστυνομικών.
Γιατροί που συνταγογραφούν ναρκωτικά σε εξαρτημένους για φαινομενικούς λόγους υγείας.
Και επιπλέον:
Κοινωνικό στίγμα για τον εξαρτημένο και την οικογένειά του.
Οικογενειακά δράματα.
Εξαρτημένοι που επαιτούν ή παρανομούν για να εξασφαλίσουν τη δόση τους.
Διακίνηση ναρκωτικών σε σχολεία και νεανικά στέκια, ώστε να αυξηθεί η πελατεία των εμπόρων ναρκωτικών.


Ας φανταστούμε τώρα ένα κόσμο όπου τα ναρκωτικά δεν θα απαγορεύονται.  Φυσικά δεν θα πωλούνται στο ελεύθερο εμπόριο, γιατί είναι επικίνδυνες και θανατηφόρες ουσίες. Αλλά ούτε τα όπλα ούτε το υδροκυάνιο, η στρυχνίνη και τα παρεμφερή δηλητήρια πωλούνται ελεύθερα, μολονότι δεν απαγορεύονται κι ας προκαλούν το θάνατο. Τα ναρκωτικά θα διατίθενται στα νοσοκομεία και εκεί θα πηγαίνουν οι εξαρτημένοι για να πάρουν τη δόση τους υπό την εποπτεία των υπευθύνων.  Εκεί θα βρίσκεται και η καρτέλα του κάθε εξαρτημένου με όσα στοιχεία είναι απαραίτητα και με σημείωση των επισκέψεών του. Ο εξαρτημένος θα δηλώνεται και θα αντιμετωπίζεται ως ασθενής.

 

Με τον τρόπο αυτό το παράνομο εμπόριο ναρκωτικών θα καταρρεύσει την άλλη κιόλας μέρα, γιατί ποιος θα θέλει να πληρώσει πανάκριβα για μια ουσία που μπορεί να την έχει δωρεάν ή έστω με λίγα ευρώ σε ένα νοσοκομείο;
Οι θάνατοι και οι αρρώστιες από νοθευμένες ουσίες θα σταματήσουν.
Η αναπόφευκτη εγκληματικότητα κάποιων εξαρτημένων που για τη δόση τους είναι ικανοί να φτάσουν μέχρι και φόνο, θα εξαλειφθεί.
Η γοητεία του απαγορευμένου θα σβήσει και τη θέση της θα πάρει ο οίκτος για όσους έχουν ξεπέσει σε μια τέτοια αθλιότητα και συχνάζουν στα νοσοκομεία για τη δόση τους. Καμιά «μαγκιά» δεν θα είναι ικανή να παρασύρει τους νέους. Ούτε κανείς πρόκειται να αναζητήσει καινούργιους  πελάτες στα νεaνικά στέκια.

 

Εφόσον δεν θα είναι απαγορευμένα τα ναρκωτικά, ο καθένας (ενήλικος)θα μπορεί να τα δοκιμάσει. Θα πρέπει όμως να πάει στο νοσοκομείο για να τα βρει. Πόσοι λέτε θα κάνουν κάτι τέτοιο;
Μια εύλογη αντίρρηση σε όλα αυτά είναι ότι πολλοί πονηροί θα βρουν τρόπους να παραβιάσουν το νόμο και κάποιοι από το προσωπικό των νοσοκομείων  μπορεί να υποκύψουν σε πιέσεις ή να μπουν στον πειρασμό να κερδίσουν χρήματα διακινώντας κρυφά ναρκωτικά.
Τέτοιες παρανομίες όμως παρατηρούνται παντού, σε όλες τις ανθρώπινες δραστηριότητες, και είναι πιο εύκολο να εντοπιστούν σε αντίθεση με τη σημερινή κατάσταση που, ας το παραδεχτούμε επιτέλους, είναι τελείως ανεξέλεγκτη πια.
Ο πόλεμος κατά των ναρκωτικών απέτυχε, ας μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας. Χρειάζεται μια άλλη αντιμετώπιση του προβλήματος, όπου η απαγορευμένη ουσία θα αντικατασταθεί με τη φαρμακευτική ουσία. Και το φάρμακο, όλοι το γνωρίζουμε αυτό,  δεν έχει καμιά γοητεία.

Δεν υπάρχουν σχόλια: