Πέμπτη 27 Οκτωβρίου 2011

Μοαμάρ Αλ-Καντάφι: Ο τελευταίος των «Νασεριστών»

Φωτο: Ο Καντάφι με τον Νάσσερ το 1969

Του Νικόλαου Μόττα*


Η βάρβαρη εκτέλεση του Μοαμάρ Καντάφι στη γενέτειρα του Σύρτη έριξε την αυλαία της σαρανταδιάχρονης κυριαρχίας του στη Λιβύη. Μιάς κυριαρχίας που έληξε με τις επευφθημίες της τρόϊκας των Ομπάμα-Σαρκοζί-Κάμερον γιά τη «δημοκρατική νίκη του λιβυκού λαού», τους πανηγυρικούς τίτλους ευρωπαϊκών ταμπλόιντ γιά το «τέλος του δικτάτορα» και την χαιρέκακη - πλην όμως ειλικρινή - αντίδραση της υπουργού εξωτερικών των ΗΠΑ Χίλαρι Κλίντον στο άκουσμα της δολοφονίας Καντάφι.
Για όσους δεν τρέφουν αυταπάτες, πίσω από τις διπλωματικά ωραιοποιημένες και υποκριτικές δηλώσεις των ηγετών της Ευρωατλαντικής Συμμαχίας κρύβεται η απλή αλήθεια: Η νίκη δεν είναι δημοκρατική αλλά ιμπεριαλιστική και τους καρπούς της επικράτησης των «αντικαθεστωτικών» δεν αναμένεται να τους δρέψει ο λαός της Λιβύης αλλά οι πολυεθνικές των πετρελαίων και οι κυβερνήσεις με τις οποίες αυτές συνεργάζονται στενά.
Η πρόσφατη ιστορία, από τη σφαγή της Γιουγκοσλαβίας μέχρι τις δολοφονικές ΝΑΤΟϊκές «σταυροφορίες» σε Ιράκ και Αφγανιστάν, αποδεικνύει ότι ο Ιμπεριαλισμός βρίσκει πάντοτε τις καλύτερες επικοινωνιακές τακτικές προκειμένου να «καμουφλάρει» εγκληματικές πρακτικές κάτω απ' το μανδύα «ανθρωπιστικών παρεμβάσεων».....
Έτσι και στη Λιβύη, ο εμφύλιος πόλεμος που κινδύνευε να ξεσπάσει στις αρχές του έτους μεταξύ των «αντικαθεστωτικών» και των υποστηρικτών της Κανταφικής Τζαμαχιρίγιας [1] αποτέλεσε το καλύτερο άλλοθι γιά την επιβολή αεροπορικού αποκλεισμού και, εν συνεχεία, στρατιωτικής εισβολής στη χώρα. Χωρίς να επιμείνουν σε μια πιθανή διπλωματική λύση, Ουάσινγκτον, Παρίσι και Λονδίνο αποφάσισαν ότι ο Καντάφι έπρεπε να εξοντωθεί. Μιά απόφαση που «μύριζε» πετρέλαιο από τις πρώτες κιόλας στιγμές της έναρξης του λιβυκού εμφυλίου.
Η Λιβύη δεν είναι μιά τυχαία χώρα της αφρικανικής ηπείρου. Οι αριθμοί πιστοποιούν τη γεωπολιτική της σημασία στον παγκόσμιο πετρελαϊκό και ενεργειακό χάρτη [2]:
- Είναι η τρίτη σε παραγωγή πετρελαίου χώρα στην αφρικανική ήπειρο και 17η παγκοσμίως.
- Τα αποθέματα πετρελαίου της χώρας (περίπου 44 δισεκατομμύρια βαρέλια) είναι ποσοτικά τα υψηλότερα σε όλη την Αφρική, κατατάσοντας τη χώρα όγδοη παγκοσμίως σε τέτοιου είδους αποθέματα.
- Το 2010 (ένα χρόνο πριν ξεσπάσουν οι ταραχές) η παραγωγή έφτανε το 1.7 εκατομμύριο βαρέλια ανά ημέρα. Το 80% της παραγωγής αυτής εξαγόταν στο εξωτερικό, με κύριους αποδέκτες τις αγορές της Ε.Ε. και των ΗΠΑ.
- Η κρατική εταιρεία πετρελαίου της Λιβύης (ελεγχόμενη από την κυβέρνηση) ελέγχει τη μεγάλη πλειοψηφία της παραγωγής του «μαύρου χρυσού». Γιά την εξαγωγή όμως πετρελαίου στηρίζεται στην αγαστή συνεργασία ξένων πολυεθνικών, μερικές από τις οποίες είναι: η γαλλική Total, οι αμερικανικές Cocono Phillips, Marathon και Occidental, η ιταλική Eni και η βρετανική BP.
Η σημασία των πετρελαϊκών πηγών της Λιβύης γιά τους καπιταλιστές κερδοσκόπους του «μαύρου χρυσού» οδηγεί αρχικά στο συμπέρασμα ότι η εξόντωση του Καντάφι ήταν το επιστέγασμα ενός, κατ' ουσίαν, «ξεκαθαρίσματος λογαριασμών» μεταξύ Δύσης και Τρίπολης. Αυτό γίνεται καλύτερα αντιληπτό εάν δει κάποιος την πολιτική πορεία του Καντάφι, από τον αραβικό σοσιαλισμό της δεκαετίας του '70 μέχρι και τους εναγκαλισμούς με τους Σαρκοζί και Μπερλουσκόνι πριν από δύο χρόνια.
Ο Καντάφι, ο στρατιωτικός που ήθελε να γίνει ο «Νάσσερ της Λιβύης», πήρε την εξουσία το 1969 με πραξικόπημα νεαρών αξιωματικών, απελευθερώνοντας τη χώρα από το υποτελές σε ξένα συμφέροντα καθεστώς του βασιλιά Ίντρις. Ο Νασσερισμός (η ιδεολογία ενός Παναραβισμού με σοσιαλιστικά χαρακτηριστικά που πήρε το όνομα της από τον αιγύπτιο ηγέτη Γκαμάλ Νάσσερ) ήταν η βάση της πολιτικής φιλοσοφίας με την οποία εισήλθε στην ηγετική σκηνή της Λιβύης ο νεαρός τότε αντισυνταγματάρχης. Το σύνθημα με το οποίο εγκαθυδρίθηκε η λεγόμενη Αραβική Τζαμαχιρίγια της Λιβύης ήταν «ελευθερία, σοσιαλισμός, ενότητα». Έκτοτε, η πορεία της κυβέρνησης της Τρίπολης ακολούθησε έναν συνεχώς αντιφατικό δρόμο που παλινωδούσε σε ένα συνοθύλευμα πολιτικών επιλογών: αντι-ιμπεριαλισμός, εθνικοποίησεις πολυεθνικών αλλά και «παζάρια» με το ξένο κεφάλαιο, αντι-κομμουνισμός αλλά και στενές σχέσεις με μαρξιστικά κινήματα του Τρίτου Κόσμου. Όταν, γιά παράδειγμα, εθνικοποίησε την British Petroleum το 1971 και έδιωξε τις στρατιωτικές βάσεις των ΗΠΑ από τη χώρα η Δύση επιχείρησε να τον απομονώσει οικονομικά. Τότε στράφηκε στην Σοβιετική Ένωση η οποία συνέβαλε σημαντικά στην ανάπτυξη της πετρελαϊκής βιομηχανίας της Λιβύης. Ταυτόχρονα όμως, ο «επίδοξος Νάσσερ» προχώρησε σε κινήσεις που μόνο ως τυχοδιωκτικές θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν.
Το 1971-72 ο Καντάφι στήριξε το Πακιστάν στον πόλεμο με την Ινδία, σε μιά περίοδο που το Δελχί ήταν σύμμαχος της Μόσχας. Την ίδια περίοδο σαμποτάρισε την επανάσταση σουδανών κομμουνιστών ενάντια στο δικτατορικό καθεστώς του Γκαφάρ Νιμέιρι, ενώ το 1980 υποστήριξε τους υποβοηθούμενους από την CIA αφγανούς μουτζαχεντίν που πολεμούσαν ενάντια στους σοβιετικούς [3].
Οι δεκαετίες του 1980 και 1990 χαρακτηρίστηκαν από δύο κυρίως πράγματα: Πρώτον, την ένταση στις σχέσεις της Τρίπολης με τη Δύση (κυρίως με τις Ηνωμένες Πολιτείες), που ήταν αποτέλεσμα τόσο των σχέσεων του Καντάφι με πυρήνες αντι-αμερικανικής ένοπλης δράσης [4], όσο και με την επικράτηση μιάς υπερσυντηρητικής ελίτ στην Ουάσινγκτον που εδραιώθηκε με τις κυβερνήσεις των Ρίγκαν και Μπους. Κατά δεύτερον, από την σταδιακή εγκατάλειψη των αρχών της επανάστασης του 1969 από το καθεστώς Καντάφι. Η οικογένεια και η «αυλή» της λιβυκής κυβέρνησης αναδείχθησαν σε άρχουσα τάξη της Λιβύης και η εργατική τάξη συντρίφτηκε από τον αυταρχισμό συνδικάτων πλήρως ελεγχόμενων από την κεντρική εξουσία. Το λειτουργικό κοινωνικό κράτος που η Τζαμαχιρίγια δημιούργησε και οι αρχές που ο ηγέτης της επικαλούνταν στο περίφημο «Πράσινο Βιβλίο» [5] επισκιάστηκαν από τον αυτοκρατορικό και συγκεντρωτικό χαρακτήρα της διακυβέρνησης Καντάφι αλλά και την στροφή προς νεοφιλελεύθερες, ελιτίστικες πολιτικές έπειτα από την διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης το 1991.
Η προσπάθεια της Τρίπολης να διαπραγματευτεί με το ευρωπαϊκό και αμερικανικό καπιταλιστικό κατεστημένο ενισχύθηκε από το 2001 και έπειτα, όταν ο Καντάφι επιχείρησε να «προσεγγίσει» τη Δύση. Την ίδια περίοδο που η λιβυκή κυβέρνηση εμπλέκονταν σε οικονομικές δοσοληψίες με το ευρωπαϊκό Κεφάλαιο [6], οι μυστικές υπηρεσίες της χώρας συνεργάζονταν με τις ΗΠΑ στον «αγώνα κατά της τρομοκρατίας» [7]. Όπως όμως λέει μιά τσέχικη παροιμία, «εάν κάνεις καλό στο διάβολο αυτός για ανταμοιβή θα σε πάει στην κόλαση». Η σπίθα που οι αντικαθεστωτικοί άναψαν στη Βεγκάζη αποτέλεσε την καλύτερη ευκαιρία γιά τον Δυτικό Ιμπεριαλισμό να ξεφορτωθεί έναν ασταθή, ιδιότροπο και ενοχλητικό - γιά τα συμφέροντα του - ηγέτη. Απορροφημένος από τις οικογενειακές μπίζνες και την εδραίωση της μοναρχικού τύπου φθαρμένης αυτοκρατορίας του, ο Μοαμάρ Καντάφι υποτίμησε τον εχθρό και υπερεκτίμησε την πίστη του λαού του στην Τζαμαχιρίγια.
Το τέλος του βάναυσο και εξευτελιστικό, όπως το είχε σχεδιάσει η ΝΑΤΟϊκή συμμορία. Άλλωστε, εάν ο Καντάφι ζούσε θα παραπέμπονταν στο δικαστήριο της Χάγης, όπου πιθανον να αποκάλυπτε πολλά και διάφορα γιά τις δοσοληψίες που είχε με, «ευυπόληπτους» κατά τα άλλα, ευρωπαίους και αμερικανούς πολιτικούς.
Η Ιστορία θα κρίνει τα έργα και τις ημέρες του Μοαμάρ Αλ-Καντάφι. Εάν είναι κάτι όμως που πρέπει να του αναγνωρίσει αυτό είναι το γεγονός ότι, εν τέλει, κράτησε το λόγο του: Δεν φυγομάχησε παρά το ότι γνώριζε την ανωτερότητα του αντιπάλου του, αλλά παρέμεινε και πέθανε στη Λιβύη «ως μάρτυρας», όπως είχε υποσχεθεί τον περασμένο Φλεβάρη. Μαζί του, στον αγνώστου τοποθεσίας πρόχειρο τάφο του, κάπου στη λιβυκή έρημο, πήρε και πολλά μυστικά της σύγχρονης ιστορίας, που ίσως να μην αποκαλυφθούν ποτέ.
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
[1] Τζαμαχιρίγια (Jamahiriya): κράτος των μαζών. Χρησιμοποιήθηκε από τον Καντάφι γιά να δηλώσει τον «λαϊκό χαρακτήρα» του καθεστώτος.
[2] Πηγές: US Energy Information Center & Πρακτορείο Reuters.
[3] Στα μέσα της δεκαετίας του '90, εκπαιδευμένοι από τις ΗΠΑ ισλαμιστές (μουτζαχεντίν) ενεπλάκησαν σε αποτυχημένη ένοπλη ανταρσία στην ανατολική Λιβύη προκαλώντας τους κατασταλτικούς μηχανισμούς του λιβυκού στρατού.
[4] Οργανώσεις όπως ο ιρλανδικός IRA, η γερμανική Φράξια Κόκκινος Στρατός, οι ιταλικές Ερυθρές Ταξιαρχίες και το Ισλαμικό Απελευθερωτικό Μέτωπο των Φιλιππίνων. Δύο απ' τις γνωστότερες τρομοκρατικές ενέργειες που «χρεώθηκε» η κυβέρνηση Καντάφι είναι η ανατίναξη ενός νυχτερινού μπαρ στο δυτικό Βερολίνο το 1986 και ενός επιβατικού αεροσκάφους της Pan American πάνω από το Λόκερμπι της Σκωτίας το 1988.
[5] Το «Πράσινο Βιβλίο», που εκδόθηκε το 1975, αποτελεί ένα μανιφέστο της πολιτικής φιλοσοφίας του Μ.Καντάφι. Απορρίπτει τη θεωρία της Ελεύθερης Αγοράς, το φιλελεύθερο μοντέλο δημοκρατίας και την ελευθεροτυπία προτείνοντας μιά ιδιότυπη «άμεση λαϊκή δημοκρατία» με αραβικά χαρακτηριστικά.
[6] Κυβερνητικές υπηρεσίες της Λιβύης (Κεντρική Τράπεζα, Υπηρεσία Επενδύσεων) φέρονται, μεταξύ άλλων, να κατέχουν: 2% της αυτοκινητοβιομηχανίας Fiat, 7.5% της μεγαλύτερης ιταλικής τράπεζας UniCredit, 7.5% των μετοχών της Γιουβέντους, 3.1% της βρετανικής εκδοτικής εταιρείας Pearson PLC στην οποία υπάγονται οι Φαϊνάνσιαλ Τάιμς και περίπου 2% της ιταλικής αμυντικής βιομηχανίας Finmeccanica.
[7] Μετά την εισβολή στο Ιράκ, η Τρίπολη σταμάτησε το πρόγραμμα παραγωγής όπλων μαζικής καταστροφής και το 2004 η Ουάσινγκτον ήρε τις κυρώσεις που της είχαν επιβληθεί.
* Ο Νικόλαος Μόττας είναι υποψήφιος διδάκτωρ (PhD) Πολιτικής Ιστορίας και Εξωτερικής Πολιτικής. Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το Γενάρη του 1984, σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες στο Πανεπιστήμιο Westminster του Λονδίνου και κατέχει μεταπτυχιακούς τίτλους στις Διπλωματικές Σπουδές (Διπλωματική Ακαδημία Λονδίνου) και στις διπλωματικές διαπραγματεύσεις (Πανεπιστήμιο Τελ Αβιβ). Υπήρξε επί τριετία τακτικός συνεργάτης των εφημερίδων «Μακεδονία» και «Θεσσαλονίκη» αρθρογραφώντας γιά διεθνή γεγονότα, ενώ κείμενα του περί ελληνικής, ευρωπαϊκης και διεθνούς πολιτικής έχουν δημοσιευθεί και σε αγγλόφωνες πηγές. Είναι ίδρυτής και διαχειριστής του ελληνικού αρχείου Τσε Γκεβάρα www.guevaristas.net.

Palmografos.com

Δεν υπάρχουν σχόλια: