Πέμπτη 18 Αυγούστου 2011

Ο επικίνδυνος κόσμος

Του ΤΑΚΗ ΚΑΦΕΤΖΗ
Η αβεβαιότητα στη ζωή των σύγχρονων δυτικών κοινωνιών ήταν σχεδόν πάντα αποτέλεσμα μετάβασής τους σε μιαν άλλη φάση, εξ ορισμού καλύτερη απ' την προηγούμενη, ακόμα ένα βήμα βελτίωσής τους στον προδιαγεγραμμένο ως άλλη προφητεία δρόμο τους προς την αέναη «πρόοδο».
Η αβεβαιότητα ήταν αναγκαία συνθήκη για να εκπληρωθεί η υπόσχεση ενός ακόμα καλύτερου μέλλοντος, για να έρθει πιο κοντά η ουτοπία ενός ωραιότερου κόσμου. Ηταν μία εξαίρεση, μία απόκλιση στην προβλέψιμη, καθότι ενδελεχή, κίνηση της Ιστορίας. Το αβέβαιο που συνόδευε αυτή τη μετάβαση κι αυτή η ίδια η μετάβαση είχαν την ιδιότητα του προσωρινού, όντας ασύμβατα με την ανασφάλεια, πόσω μάλλον με την ανημποριά που προκαλούσαν μονιμότερα, αλλά σταθερά μειούμενα δεινά. Αργά ή γρήγορα, η μετάβαση προς το καλύτερο, ακόμα κι αν συνοδευόταν από μια συνολικότερη κρίση, μοιραία σχεδόν θα ολοκληρωνόταν φέρνοντας την ανακουφιστική βεβαιότητα για ακόμα μεγαλύτερη προκοπή ολοένα περισσότερων ανθρώπων, που θα γίνονταν έτσι «κοινωνοί»....


Αυτή θα μπορούσε να είναι μία επιτομή των κυρίαρχων ηθικών και αξιακών δοξασιών για τη ζωή στο δυτικό 20ό αιώνα. Το έρμα τους ρίζωνε στη σύζευξη του Λόγου και της Ελευθερίας, ενσαρκωνόταν στο πνευματικό τέκνο τους, στην πολιτική αρχιτεκτονική μιας κοινωνίας κανοναρχημένης αυτεξούσια από το Συμβόλαιο. Κι αν η «αόρατη χειρ της αγοράς» έφτανε να γεννάει πολέμους μαζικού ολέθρου, να σπέρνει φτώχεια κι αθλιότητα, να ενσταλάζει στην ανθρώπινη ύπαρξη το σχισματικό «διπλό» της ως άτομο, ή ακόμα να βρίσκει το.......συμπλήρωμά της σε ολοένα πιο ευφάνταστα αόρατους χωροχρόνους πειθαρχίας και καταστολής, η πίστη ότι όλα αυτά τα οδυνηρά θα τελείωναν σ' ένα κοντινό κάποτε της Ιστορίας, έβρισκε πάντα παρηγοριά στη φιλόξενη χώρα μιας «πολιτισμένης ζωής» που βρισκόταν παράδοξα, και γι' αυτό πρόσκαιρα, σε αναστολή.

Δεν θα μπορούσε να είναι αλλιώς. Κριτής και τιμητής των πάντων ήταν ο ορθός λόγος, έστω «παρακμασμένος» σε υποκειμενικό-εργαλειακό λόγο. Και (για να θυμηθεί κανείς τον Hirschman) ακριβώς ένας τέτοιος λόγος ήρθε να καθυποτάξει τα προνεωτερικά «πάθη» στα νεωτερικά «συμφέροντα» που ανοίγουν τις πόρτες ενός κόσμου προβλέψιμου και σταθερού, ενός ζωντανού ονείρου ότι ο παράδεισος του «αλλού-μετά» μπορεί να αναζητηθεί στο «εδώ-τώρα».

Τα πάντα έπρεπε να είναι ταγμένα στην αποστολή δημιουργίας ενός εγκόσμιου οίκου, του οποίου ο Κύριος, η πολιτεία, προνοεί για «τη μεγαλύτερη δυνατή ευτυχία του μεγαλύτερου δυνατού αριθμού ανθρώπων». Χωρίς αιφνιδιαστικές απειλές, ανυπόφορους κινδύνους, χαοτικές εντροπίες, δυσοίωνα νεύματα της ιδιότροπης Ιστορίας, ανεξέλεγκτα πλήγματα του βίου. Με το μέλημα της απάλυνσης του πόνου που φέρνει η καθηλωτική μοίρα των «χρήσιμων» πλην αδύναμων, με τη φροντίδα της συμπερίληψης, στις παρυφές έστω της κοινότητας, των «άλλων-άχρηστων» που η πρόοδος ξεχνά στο αλύπητο διάβα της ξερνώντας τους στα βρώμικα απόνερά της.

Ησαν δυνατά αυτά. Μια κοινωνία καταστατικά πάνδημου συμφέροντος είχε αντικριστά της μια κοινωνία δυνάμει καθολικού, μη διαιρετού δικαιώματος. Μια κοινωνία που κλονιζόταν κάθε στιγμή από την αχαλίνωτη απληστία των ατόμων «της» για την αστικώ δικαίω κατοχυρωμένη επιδίωξη του κατ' ιδίαν αγοραίου κέρδους και πλουτισμού τους, αναζητούσε ισορροπία στη λιτή, ασκητική συλλογικότητα ενός σώματος που διεκδικούσε το δικαίωμα ύπαρξής του με όρους πολιτικού αυτοκαθορισμού και ελέγχου της ζωής του. Με τους αιματηρούς αγώνες των υποτελών και με μια περίεργη συστροφή του καπιταλιστικού κράτους στην υστερο-φεουδαλική αρχή του noblesse oblige και της παράγωγής του επιείκειας για τους ασθενείς, επιτελείται η υλοποίηση της «τρίτης γενιάς» των κοινωνικών δικαιωμάτων (κατά Marshall), μαζί και το υλικό αποκρυστάλλωμά τους στη μορφή του κοινωνικού κράτους.

Αυτό, με διάφορους τρόπους, ανακατένεμε πλούτο, απένεμε δικαιώματα, διαιτήτευε ισχύ μεταξύ κοινωνικών ομάδων, ρύθμιζε τον κοινωνικό βίο, προσπαθούσε να αποτρέψει ποικιλώνυμους κινδύνους για τη ζωή των ανθρώπων, θεωρώντας τους οργανικά μέλη ενός συνόλου που καθένα δικαιούνταν να ζήσει τη ζωή ενός «gentleman».

Αν κοιτάξει κανείς γύρω του σήμερα δεν θα δει παρά έναν κόσμο επικίνδυνο, αφού γεννά ο ίδιος από παντού απειλή, φόβο, δύσφορη ανημποριά ακόμα και για τους μέχρι χτες δυνάμενους και δυνατούς. Αν η Ιστορία δεν έχει τέλος, είναι επειδή ο άνθρωπος δεν άντεξε ποτέ το έρεβος. Της αγοράς και της σιδερόφρακτης εξουσίας της.
enet.gr
         Τεϊοποτείον

Δεν υπάρχουν σχόλια: