(Το κείμενο αυτό το έγραψα και δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΤΗΣ ΡΟΔΟΥ την Τετάρτη 17 Δεκεμβρίου 2008, στον απόηχο των γεγονότων που πυροδότησε η δολοφονία Γρηγορόπουλου).Ρενα Διακιδη
Δέκα μέρες πέρασαν από τη δολοφονία του 15χρονου Αλέξη και μόλις τώρα αρχίζουν να ακούγονται κάποιες σκόρπιες φωνές κατανόησης (αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος) για όλους αυτούς τους νέους ανθρώπους που ξεχύθηκαν στους δρόμους. Παρακολουθώντας όλο αυτό το χρονικό διάστημα τις συζητήσεις και τις δηλώσεις πολιτικών και λοιπών «παραθυράτων», διαπίστωσα ότι περίσσεψε η υποκρισία και αποθεώθηκε η συντήρηση. Κανένας, ακόμη και από τους πιο μετριοπαθείς απέναντι στα γεγονότα, δεν προσπάθησε να μπει για λίγο στη θέση όλων αυτών των παιδιών, κουκουλοφόρων και μη, περισσότερο ή λιγότερων βίαιων, παρά περιορίστηκαν να μιλούν με νουθεσίες ως ενήλικοι, «υπεύθυνοι» άνθρωποι, που θέλουν το καλό της νεολαίας και της χώρας.
Εκείνο που μου έκανε εντύπωση ήταν ότι ορισμένοι εξ’ αυτών που κατακεραύνωναν τη σημερινή «απολίτικη» νεολαία, τους «επαναστάτες χωρίς αιτία», όπως τους αποκαλούν, διηγούντο με περισσή περηφάνεια τα δικά τους κατορθώματα, τις ένδοξες μέρες της δικής τους νιότης, στη διάρκεια της Χούντας, με αποκορύφωμα τα γεγονότα του Πολυτεχνείου! Τα διηγούντο με εμφανή την έπαρση και την αλαζονεία στο λόγο τους, για να δείξουν ότι εκείνοι ήταν «επαναστάτες με αιτία» ενώ οι σημερινοί «κακομαθημένοι» νέοι (δεν μας είπαν βέβαια ποιός του κακόμαθε), ούτε ξέρουν γιατί βρίσκονται στους δρόμους, γιατί σπάνε, γιατί καταστρέφουν, γιατί καίνε… Θα περίμενε κανείς, ακριβώς λόγω των εμπειριών τους, να σκύψουν με περισσότερη κατανόηση πάνω από μια γενιά, που η ιστορία δεν της επιφύλαξε τίποτα το ηρωικό για να το εκφράσει και για να εκφραστεί. Μήπως είναι τελικά αυτό που τους κατέβασε στο δρόμο;
Μήπως ήταν η ανάγκη τους να δείξουν πως, το γεγονός ότι απορρίπτουν το σημερινό πολιτικό σύστημα, απορρίπτουν τα κόμματα και τους εκφραστές του, δεν σημαίνει ότι είναι απολίτικοι; Απεναντίας, ότι είναι μια βαθιά πολιτική στάση, απέναντι σε αυτούς που οι ίδιοι πρόδωσαν τους αγώνες της νιότης τους και τους αντάλλαξαν για μια θέση στο σύστημα της εξουσίας, για υπουργικούς θώκους και αξιώματα, που έγιναν οι ίδιοι γρανάζια του συστήματος, που αποκόπηκαν όχι απλά από τη νεολαία, αλλά από την κοινωνία ολόκληρη; Μια βαθιά πολιτική στάση απέναντι σε αυτούς που έκαναν στόχο ζωής τον πλουτισμό και αντικατέστησαν αξίες και ιδανικά από τις επιταγές του life style; Αυτοί οι πάλαι ποτέ επαναστάτες! Κι όμως, κάποτε τους ζήλευα κι εγώ…
«Τίποτε δεν έδωσε σε μας η ιστορία…»
Προσωπικά, αισθάνομαι – και είμαι – πιο κοντά στον τρόπο σκέψης και αντίληψης της πραγματικότητας από τη νεολαία, παρά στους έμπειρους και ώριμους ενήλικες. Προτιμώ το παράτολμο από το συμβιβασμό. Και ο λόγος είναι απλός. Υπάρχει κάτι κοινό μεταξύ μας. Πριν από αρκετά χρόνια, πρέπει να ήταν στα μέσα της 10ετίας του ’80, ο Νίκος Πορτοκάλογλου είχε γράψει το τραγούδι «υπάρχει λόγος σοβαρός», που εξέφραζε μια ολόκληρη γενιά. Την άχαρη γενιά της μεταπολίτευσης.
Τώρα τα τραγούδια μας
τους πέφτουνε λίγα
και κάτω απ' τα μουστάκια τους
γελάν οι παλιοί.
Έχουν βλέπεις πίσω τους
τη λάμψη του '60
καθάρισαν αυτοί.
Μα αν τίποτε δεν έδωσε
σε μάς η ιστορία
αυτό το τίποτε να εκφράσεις
και να εκφραστείς
είν' η μόνη ευκαιρία πούχω εγώ και συ
γι αυτό σου λέω...
Χούντα δε θυμάμαι
μα ούτε ελευθερία
της μεταπολίτευσης
καημένη γενιά
άχρωμα όλα και λειψά
γι αυτό σου λέω...
Στίχοι του μιλούσαν ακριβώς γι’ αυτό ακριβώς το έλλειμμα. Την κατάρα του να μη σου επιφυλάξει τίποτα μεγάλο η ιστορία. Οι μεγάλοι θεωρούν τυχερά τα σημερινά παιδιά επειδή δεν έζησαν καμία από τις δύσκολες εποχές. Ποιος τους είπε ότι έχουν δίκιο; Πολύ απλά, δεν καταλαβαίνουν. Ρωτήστε τα παιδιά και σίγουρα θα σας απαντήσουν όλα, ότι θα ήθελαν να είναι εκεί…
Στην εξέγερση του Πολυτεχνείου ήμουν πολύ μικρή, στις πρώτες τάξεις το δημοτικού. Κατά σύμπτωση, ζούσαμε στην Αθήνα. Οι εικόνες που έχω ήταν της τότε ασπρόμαυρης ΥΕΝΕΔ… Αναμνήσεις από την παράσταση «Το μεγάλο μας Τσίρκο», με Καζάκο, Καρέζη, Ξυλούρη, που είχα δει μαζί με τους γονείς μου, όταν πια η Χούντα έπεσε και το έργο παιζόταν χωρίς το φόβο της αστυνομίας, που οδηγούσε κάθε τρεις και λίγο την Καρέζη στα κρατητήρια. Αναμνήσεις από την κοσμοσυρροή στις επετείους των πρώτων χρόνων από την εξέγερση, όπου νόμιζες ότι γινόταν κάθε φορά κι από μια καινούργια, από τις χιλιάδες του κόσμου που κατέκλυζαν το Πολυτεχνείο. Και χιλιάδες, δεκάδες χιλιάδες κόκκινα γαρύφαλλα. Η δική μας επανάσταση περιοριζόταν να τραγουδάμε τα τραγούδια του Θεοδωράκη στις σχολικές γιορτές στις 17 Νοέμβρη. Πέρα τούτου ουδέν…
Σαν έφηβη, ένοιωθα ζήλια για όλους αυτούς που είχαν την τύχη να γεννηθούν δέκα χρόνια νωρίτερα από μένα. Το κενό δεν αναπληρώνεται. Κάπως έτσι ένιωθαν και πριν την επταετία όσοι – νέοι τότε – άκουγαν τους μεγάλους να μιλούν για τη συμμετοχή τους στην αντίσταση στα χρόνια της Κατοχής.
Η εφηβεία η δική μου και της γενιάς μου, δεν είχε τίποτα το ηρωικό, το επαναστατικό, το ανατρεπτικό για να εκφράσει και μέσω αυτού να εκφραστεί. Συνέπεσε με την επέλαση των «γιάπηδων», τα πρότυπα άλλαξαν, το ίδιο και οι στόχοι. Κι αν οι παλαιότεροι είχαν να παλέψουν για την ελευθερία, οι νέοι από το ‘80 και μετά έβαλαν σαν στόχο την ευημερία και το συνεχές κυνήγι μιας υπερκαταναλωτικής εποχής, που στο τέλος σε εξοντώνει και σε συνθλίβει, γιατί δεν μπορείς ποτέ να την φτάσεις. Τη φτάνουν μόνο λίγοι. Οι υπόλοιποι υφίστανται πιο έντονα παρά ποτέ τις συνέπειες αυτού του ατέρμονος, εξοντωτικού κυνηγιού, που ποτέ δεν τελειώνει.
Ο δικός τους Μάης του ‘68
Οι εποχές αλλάζουν, το ίδιο και τα ζητούμενά τους. Η φλόγα της νιότης όμως μένει ευτυχώς ζωντανή και ψάχνει την αφορμή για να μετατραπεί σε πυρκαγιά. Η αντίδραση, η αμφισβήτηση, η διαμαρτυρία, η αντίσταση, η επανάσταση, το παράτολμο, βρίσκονται στο DNA των νέων ανθρώπων. Όλες οι μεγάλες ανατροπές προήλθαν από τους νέους, όλα τα κοινωνικά κινήματα, όλες οι επαναστάσεις ξεκίνησαν από αυτούς. Το κατεστημένο της εκάστοτε εποχής, με τη «λογική» και τη συντήρηση που το διακρίνει, προσπαθούσε να αμυνθεί, να διατηρήσει τα κεκτημένα, ταυτίζοντας, όπως και τώρα, τον ξεσηκωμό της νεολαίας με κάθε τι παραβατικό, περιθωριακό και επικίνδυνο. Οι δεκαετίες περνούν, οι εποχές αλλάζουν, αλλά ο τρόπος αντίδρασης του κατεστημένου παραμένει πάντα ο ίδιος.
Τηρουμένων των αναλογιών, με την πολυεπίπεδη κρίση που ταλανίζει την ελληνική κοινωνία, η νεολαία σήμερα ζει το δικό της Μάη του ’68 που συγκλόνισε τη Γαλλία, ή το δικό της Πολυτεχνείο. Τόλμησα να το πω σε κάποια τηλεοπτική συζήτηση μια από τις προηγούμενες ημέρες και δέχτηκα επίθεση από αυτούς που ήταν εκεί, στο Πολυτεχνείο, έστω και … ξώφαλτσα. Κατηγορήθηκα για ιεροσυλία! «Δεν μπορείς – μου είπαν – να συγκρίνεις τον αγώνα για την ανατροπή της Χούντας, με τα παλιόπαιδα τα κακομαθημένα, που δεν ξέρουν γιατί βγήκαν στους δρόμους. Τι ανάγκη έχουν αυτά; Τότε παλεύαμε για την ελευθερία. Ντροπή.»! Αλίμονο, δεν φτάνει που δεν έχουν καταλάβει τί συμβαίνει στην Ελλάδα σήμερα, δεν φτάνει που δεν καταλαβαίνουν τί συνέβη όλες αυτές τις μέρες στη χώρα, δεν θέλουν να καταλάβουν τι αισθάνονται σήμερα οι νέοι άνθρωποι. Θα μου πείτε, ξαφνιάστηκαν. Νόμιζαν ότι μεγαλώνοντας παιδιά με τα ίδια υπερκαταναλωτικά πρότυπα που ακολουθούμε οι ίδιοι ως γονείς, προσφέροντάς τους τα πάντα όσον αφορά την ύλη, νομίζουμε ότι καλύψαμε τις ανάγκες μας, ότι τα κρατάμε σε … καταστολή. Ουδέν ψευδέστερον. Για τη νεολαία που ξεσηκώθηκε, η πέτρα στον αστυνομικό ισοδυναμεί με τη δική της επανάσταση απέναντι στο σύστημα, σηματοδοτεί τη δική της ενηλικίωση και το σπουδαιότερο – αποτελεί τη δική της απάντηση στους τυχερούς της ιστορίας. Δυστυχώς, κανένας δεν αντιλήφθηκε τίποτε από όλα αυτά. Σαν να μην υπήρξαν ποτέ νέοι, γέρασαν πριν την ώρα τους.
Εκκωφαντική σιωπή
Στις τόσες κορώνες που ακούσαμε όλες αυτές τις μέρες από χείλη πολιτικών, δεν ακούστηκε ούτε μια λέξη απέναντι σε αυτά τα παιδιά. Κανένας δεν έκανε τον κόπο να τους πει «σας ακούσαμε, πήραμε το μήνυμα σας, συγγνώμη αν κάναμε λάθος, συγγνώμη αν δεν απαντήσαμε στις αγωνίες σας». Τίποτα… Εκκωφαντική σιωπή από ένα πολιτικό σύστημα που απέδειξε ότι δεν επενδύει στους νέους παρά μόνο φραστικά, κάθε φορά που ακούγονται κούφια λόγια «για το μέλλον των παιδιών μας». Όταν ήλθε η ώρα να το αποδείξουν εμπράκτως, τους ταύτισαν με τους κουκουλοφόρους και τους γύρισαν την πλάτη. Προτίμησαν να ασχοληθούν με τους «νοικοκυραίους». Αντί να μιλήσουν για καλύτερη Παιδεία, άρχισαν να μοιράζουν χρήματα στους πληγέντες (ας ελπίσουμε ότι δεν θα τους τα ζητήσουν πίσω , όπως έκαναν με τους πυροπαθείς στην Ηλεία).
Εξαφανισμένος ο κατά τα άλλα λαλίστατος υπουργός παιδείας, ο οποίος θα έπρεπε να είναι σήμερα η αιχμή του δόρατος της κυβέρνησης. Προτίμησε τα μπουζούκια και τα γήπεδα!!!
Με την αντίδρασή τους οι εκφραστές του πολιτικού συστήματος απέδειξαν ότι δεν τους ενδιαφέρει η κοινωνία, δεν τους ενδιαφέρουν οι άνθρωποι, παρά μόνο ως ψήφοι (και οι 16ρηδες, σε αντίθεση με τους «νοικοκυραίους» δεν ψηφίζουν). Και η ευθύνη βαρύνει περισσότερο την κυβέρνηση, διότι αυτή καλείται να κυβερνήσει ανθρώπους και όχι αριθμούς στη δημιουργική λογιστική, στην οποία τόσο συχνά επιδίδεται. Ούτε λέξη δεν είπαν, που θα έδινε τουλάχιστον μια προοπτική στα μηνύματα που έστειλαν οι εξεγερμένοι. Αλλά μήπως το ίδιο δεν έκαναν και με την οικονομική κρίση; Το πρώτο και το μοναδικό μέτρο που πήραν ήταν τα 28 δις. προς τις Τράπεζες (γνωρίζετε καμία Τράπεζα στην Ελλάδα που να αντιμετωπίζει πρόβλημα;) όταν άλλες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις ξεκινούσαν από τα μέτρα στήριξης των ευπαθών κοινωνικά ομάδων. Απέδειξαν οι δικοί μας ότι οι κοινωνικές διεργασίες τους αφήνουν παγερά αδιάφορους, όχι όμως και την Ευρώπη. Εκεί υπάρχει μεγαλύτερη κοινωνική και πολιτική ωριμότητα και αυτό προκύπτει από τον τρόπο που προσεγγίζουν τα γεγονότα στην Ελλάδα ξένοι ηγέτες και ΜΜΕ. Ίσως γιατί έχουν ακόμη νωπό τη μνήμη τους το Μάη του ’68, που θεωρείται για τη Γαλλία ως σημείο-σταθμός για τη μετάβαση από το συντηρητισμό (θρησκεία, πατριωτισμός, σεβασμός στην εξουσία) στις φιλελεύθερες ιδέες (ισότητα, ανθρώπινα δικαιώματα, σεξουαλική απελευθέρωση), ενώ στην Ευρώπη, αποτέλεσε έμπνευση για παρόμοιους κοινωνικούς αγώνες.
«Είναι λάθος να μιλά η κυβέρνηση για εχθρούς της δημοκρατίας. Εθελοτυφλεί αν νομίζει πως έχει να αντιμετωπίσει μερικές εκατοντάδες παραβατικούς νέους. Είναι λάθος να στέκεται απέναντι στη δυσφορούσα νέα γενιά, οι πράξεις της οποίας δεν πρέπει να κατανοηθούν με όρους ποινικούς αλλά πολιτικούς. Τις πράξεις αυτές δεν τις δικαιολογώ. Τις κατανοώ, όμως, στο κοινωνικο-πολιτικό τους πλαίσιο, το οποίο και προ πολλού τις είχε αναγγείλει...»έγραψε προ ημερών ο Βασίλης Αλεξάκης και συμφωνώ μαζί του.
Θα μου πείτε τώρα, ψιλά γράμματα για τους βολεμένους, Κρύφτηκαν πίσω από τους κουκουλοφόρους, βρήκαν το άλλοθι που αναζητούσαν και με ελαφριά καρδιά, καθάρισαν….
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου