του Νίκου Μιχαλίτση Το πρώτο βήμα έγινε. Η πιο μισητή κυβέρνηση της χώρας από τη
μεταπολίτευση είναι παρελθόν. Αυτά είναι τα καλά νέα. Τα κακά νέα είναι
ότι ακόμα και στις μέρες της πτώσης της δεν εννοεί να αντιληφθεί ότι,
όσο κι αν έχει κάνει το παν να καταλύσει τη δημοκρατία, ο λαός αυτής της
χώρας έχει το δικαίωμα να εκλέγει δημοκρατικά τις κυβερνήσεις του. ...
Ναι, ακόμα και με πρόωρες εκλογές. Γιατί το επιχείρημα ότι πρέπει οι εκλογές να γίνονται κάθε τέσσερα χρόνια στη δημοκρατία μας θα είχε (έστω) κάποια βάση μόνον εάν η κυβέρνηση που εκλέγεται εφαρμόζει το προεκλογικό της πρόγραμμα. Όταν, όμως, κάνει τα αντίθετα από αυτά που διακήρυξε προεκλογικά, μόνον όποιος δεν πιστεύει στη δημοκρατία θα μπορούσε να υποστηρίζει ότι πρέπει να παραμένει.
Στις εκλογές της 25ης Ιανουαρίου η κυβέρνηση Σαμαρά θα επιδιώξει να διασωθεί στηριγμένη σε ένα ψεύδος που ήδη έχει αποκαλυφθεί και σε ένα τρομοκρατικό δίλημμα.
Το ψεύδος είναι το διαβόητο success story και τα συμπαρομαρτούντα του («διαπραγμάτευση» με την τρόϊκα, έξοδος στις αγορές, απομάκρυνση του ΔΝΤ, βιώσιμο χρέος, κ.λπ.). Ένα ψέμα που δεν χρειάστηκε παρά μια μέρα μετά την επίσημη εκφώνησή του από το Σαμαρά για να αποκαλυφθεί από τους ίδιους τους προστάτες του Πρωθυπουργού, τους κατ' ευφημισμόν «εταίρους» της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και τις «αγορές» στις οποίες ορκίζεται αιώνια πίστη. Το ψέμα αυτό το επαναφέρει πάλι ο Σαμαράς με μια διαφοροποίηση: Δώστε μας νέα εντολή για να ολοκληρώσουμε το success story που θα είχε επιτευχθεί αν δεν προκαλούσε πολιτική αστάθεια ο ΣΥΡΙΖΑ. Λες και η οικονομία μιας χώρας, εκεί που είναι κραταιά και χρειάζεται μόνο δυο μήνες να το αποδείξει σε όλους, ξαφνικά κινδυνεύει με κατάρρευση και «δεν θα μπορούν να πληρωθούν οι συντάξεις και οι μισθοί του δημοσίου». Όμως, ή το ένα μπορεί να συμβαίνει ή το άλλο. Είναι πολύ μεγάλο το ψέμα για να γίνει πιστευτό, ιδιαίτερα μετά την προγενέστερη αποκάλυψή του.
Το τρομοκρατικό δίλημμα εδράζεται στο δεύτερο σκέλος του ψεύδους: «Αν δεν μας δώσετε νέα εντολή θα έρθει η καταστροφή της χώρας». Το μέσο που θα χρησιμοποιήσει η συγκυβέρνηση στο αφήγημά της για την αντιμετώπιση του διλήμματος είναι η γνωστή συνταγή. Τρομοκράτηση και πρόκληση πανικού στοχεύοντας στα πιο φοβισμένα τμήματα της κοινωνίας. Ακριβώς, τα ίδια μέσα που είχε χρησιμοποιήσει και στις προηγούμενες βουλευτικές εκλογές του 2012. Με τη διαφορά ότι τη δεύτερη φορά το δίλημμα αντιμετωπίζεται συνήθως ως ένα ακόμα ψεύδος, ιδιαίτερα όταν σε όλη της τη θητεία η ίδια κυβέρνηση μας έλεγε σε όλους τους τόνους ότι κάθε κίνδυνος έχει παρέλθει οριστικά. Είναι δε εξόχως προκλητικό να προβάλλουν τέτοια διλήμματα αυτοί που φρόντισαν να δέσουν χειροπόδαρα τη χώρα αποδεχόμενοι όρους αποικιοκρατικούς απέναντι σε δανειστές που υποτίθεται ότι απλώς ήθελαν να βοηθήσουν.
Η σημερινή μέρα είναι ιστορική και αποτελεί μια μεγάλη νίκη της δημοκρατίας στη χώρα μας. Η κυβέρνηση απέτυχε παταγωδώς να τρομοκρατήσει ακόμα και τους απαραίτητους σ' αυτήν βουλευτές για να εκλέξει Πρόεδρο της Δημοκρατίας και να συνεχίσει το καταστροφικό της έργο. Και αφού απέτυχε να τρομοκρατήσει εκείνους που είχαν πολλούς λόγους να είναι πιο ευάλωτοι στις πιέσεις της, πρέπει να είμαστε αισιόδοξοι ότι δεν θα μπορέσει να τρομοκρατήσει την πλειοψηφία ενός λαού που έχει ζήσει στο πετσί του την πολιτική της.
Ο ελληνικός λαός πρέπει τώρα να απαντήσει σε ένα πραγματικό δίλημμα: Θέλει τη συνέχιση μιας πολιτικής που ανέβασε σε ενάμιση εκατομμύριο τους ανέργους, που διέλυσε την οικονομία, την παιδεία και την υγεία της χώρας; Που παρέδωσε αμαχητί την κυριαρχία της Ελλάδας στους δανειστές, υπογράφοντας την εξευτελιστική παραίτηση από κάθε ασυλία εθνικής κυριαρχίας στη δημόσια περιουσία της με υπαγωγή κάθε διαφοράς στο αγγλικό δίκαιο και στα δικαστήρια του "μεγάλου Δουκάτου" του Λουξεμβούργου; Θέλει τη βουλγαροποίηση της χώρας;
Ή θέλει μια άλλη πολιτική που θα επιδιώξει την κοινωνική σωτηρία της;
Οι πιο δύσπιστοι αναγνώστες μας θα διερωτηθούν: Μα είναι εφικτή μια ανεξάρτητη πολιτική τώρα που φρόντισε η συγκυβέρνηση να δέσει χειροπόδαρα τη χώρα;
Θα απαντήσουμε με μια κοινοτοπία την οποία χρησιμοποιούν κατά βούληση τα κόμματα της συγκυβέρνησης η οποία εν τούτοις ισχύει πάντοτε: «Σε μια δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα». Αν, λοιπόν, κάποιος πιστεύει στη δημοκρατία, δεν μπορεί να αποδέχεται ότι η αποικιοκρατικού τύπου εξάρτηση της χώρας μας είναι μονόδρομος σε μια συγκυρία που ακόμα ισχύει η κυριαρχία των κρατών. Κάθε κράτος που εκλέγει κυβέρνηση, μπορεί να αποφασίζει για τις τύχες της χώρας του. Αλλιώς, θα έπρεπε να καταργήσουμε τις εθνικές εκλογές.
Ας το δούμε και διαφορετικά. Είναι γεγονός ότι στην ηγεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης κυριαρχούν οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές. Όποια χώρα προσπαθήσει να αποκλίνει τιμωρείται παραδειγματικά. Εν τούτοις, ουδέποτε υπήρξε μέχρι τώρα ηγεσία κράτους - μέλους που επιθυμούσε στην πραγματικότητα να διαφοροποιηθεί. Για παράδειγμα, στην Κύπρο, η υποστήριξη του «όχι» της κυπριακής Βουλής ανατέθηκε στον κ. Αναστασιάδη υποστηριχτή των νεοφιλελεύθερων πολιτικών.
Ενώ, λοιπόν, όλοι οι σοβαροί οικονομικοί αναλυτές συμφωνούν ότι η Ευρώπη, με τη δημοκρατική της παράδοση, δεν μπορεί να συνεχίσει τις πολιτικές λιτότητας και τις πολιτικές δύο ταχυτήτων γιατί αυτό θα οδηγήσει στην καταστροφή της, ουδέποτε υπήρξε κάποια χώρα που τόλμησε να προβάλει κάτι τέτοιο. Ήδη από το 2010, στο ξεκίνημα του ελληνικού δράματος αλλά και όταν ο Γ. Παπανδρέου στις Κάννες τόλμησε να ψελλίσει κάτι περί δημοψηφίσματος, οι «ηγέτες» της Ευρωπαϊκής Ένωσης αντέδρασαν σαν συμπλεγματικά ανθρωπάκια, απειλώντας με τιμωρίες τύπου «Παλαιάς Διαθήκης» τους «άσωτους» Έλληνες, όπως αποκάλυψε ο Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, Τίμοθι Γκάϊτνερ.
Η Ευρώπη σήμερα έχει δύο επιλογές: Ή να εγκαταλείψει τις πολιτικές λιτότητας και νεοφιλελευθερισμού που ακολουθεί ή να διαλυθεί. Σε βάθος (όχι μεγάλου) χρόνου είναι απολύτως προβλέψιμο ότι οι λαοί του Νότου που υφίστανται την άνιση κατανομή του ευρωπαϊκού παραγόμενου πλούτου σε σχέση με εκείνους του Βορρά, θα αντιδράσουν. Αν βρεθεί το κράτος - καταλύτης που θα υποστηρίξει μια αλλαγή πολιτικής, η αντίδραση αυτή θα είναι θεσμική και μπορεί να οδηγήσει σε θετικά αποτελέσματα. Αλλιώς οι αντιδράσεις αυτές θα οδηγήσουν σε ανεξέλεγκτες καταστάσεις, με την ευρωπαϊκή ακροδεξιά να φιλοδοξεί να έχει κυρίαρχο ρόλο.
Ακόμα, πάντως, και στην περίπτωση που οι «ηγέτες» της Ε.Ε. συνεχίσουν τη συμπλεγματική αντιμετώπιση όσων ζητούν αλλαγή πολιτικής, η διάλυση της ευρωζώνης θα βρει καλύτερα προετοιμασμένες τις χώρες που αντιστάθηκαν πρώτες στους μονόδρομους της λιτότητας.
Τώρα, λοιπόν, είναι η ώρα για τον ελληνικό λαό να ολοκληρώσει την απαλλαγή του από την καταστροφική πορεία που έχει πάρει η χώρα. Χωρίς φόβο αλλά με δημοκρατικό πάθος και αποφασιστικότητα. Άλλος δρόμος σωτηρίας δεν υπάρχει.
Ναι, ακόμα και με πρόωρες εκλογές. Γιατί το επιχείρημα ότι πρέπει οι εκλογές να γίνονται κάθε τέσσερα χρόνια στη δημοκρατία μας θα είχε (έστω) κάποια βάση μόνον εάν η κυβέρνηση που εκλέγεται εφαρμόζει το προεκλογικό της πρόγραμμα. Όταν, όμως, κάνει τα αντίθετα από αυτά που διακήρυξε προεκλογικά, μόνον όποιος δεν πιστεύει στη δημοκρατία θα μπορούσε να υποστηρίζει ότι πρέπει να παραμένει.
Στις εκλογές της 25ης Ιανουαρίου η κυβέρνηση Σαμαρά θα επιδιώξει να διασωθεί στηριγμένη σε ένα ψεύδος που ήδη έχει αποκαλυφθεί και σε ένα τρομοκρατικό δίλημμα.
Το ψεύδος είναι το διαβόητο success story και τα συμπαρομαρτούντα του («διαπραγμάτευση» με την τρόϊκα, έξοδος στις αγορές, απομάκρυνση του ΔΝΤ, βιώσιμο χρέος, κ.λπ.). Ένα ψέμα που δεν χρειάστηκε παρά μια μέρα μετά την επίσημη εκφώνησή του από το Σαμαρά για να αποκαλυφθεί από τους ίδιους τους προστάτες του Πρωθυπουργού, τους κατ' ευφημισμόν «εταίρους» της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και τις «αγορές» στις οποίες ορκίζεται αιώνια πίστη. Το ψέμα αυτό το επαναφέρει πάλι ο Σαμαράς με μια διαφοροποίηση: Δώστε μας νέα εντολή για να ολοκληρώσουμε το success story που θα είχε επιτευχθεί αν δεν προκαλούσε πολιτική αστάθεια ο ΣΥΡΙΖΑ. Λες και η οικονομία μιας χώρας, εκεί που είναι κραταιά και χρειάζεται μόνο δυο μήνες να το αποδείξει σε όλους, ξαφνικά κινδυνεύει με κατάρρευση και «δεν θα μπορούν να πληρωθούν οι συντάξεις και οι μισθοί του δημοσίου». Όμως, ή το ένα μπορεί να συμβαίνει ή το άλλο. Είναι πολύ μεγάλο το ψέμα για να γίνει πιστευτό, ιδιαίτερα μετά την προγενέστερη αποκάλυψή του.
Το τρομοκρατικό δίλημμα εδράζεται στο δεύτερο σκέλος του ψεύδους: «Αν δεν μας δώσετε νέα εντολή θα έρθει η καταστροφή της χώρας». Το μέσο που θα χρησιμοποιήσει η συγκυβέρνηση στο αφήγημά της για την αντιμετώπιση του διλήμματος είναι η γνωστή συνταγή. Τρομοκράτηση και πρόκληση πανικού στοχεύοντας στα πιο φοβισμένα τμήματα της κοινωνίας. Ακριβώς, τα ίδια μέσα που είχε χρησιμοποιήσει και στις προηγούμενες βουλευτικές εκλογές του 2012. Με τη διαφορά ότι τη δεύτερη φορά το δίλημμα αντιμετωπίζεται συνήθως ως ένα ακόμα ψεύδος, ιδιαίτερα όταν σε όλη της τη θητεία η ίδια κυβέρνηση μας έλεγε σε όλους τους τόνους ότι κάθε κίνδυνος έχει παρέλθει οριστικά. Είναι δε εξόχως προκλητικό να προβάλλουν τέτοια διλήμματα αυτοί που φρόντισαν να δέσουν χειροπόδαρα τη χώρα αποδεχόμενοι όρους αποικιοκρατικούς απέναντι σε δανειστές που υποτίθεται ότι απλώς ήθελαν να βοηθήσουν.
Η σημερινή μέρα είναι ιστορική και αποτελεί μια μεγάλη νίκη της δημοκρατίας στη χώρα μας. Η κυβέρνηση απέτυχε παταγωδώς να τρομοκρατήσει ακόμα και τους απαραίτητους σ' αυτήν βουλευτές για να εκλέξει Πρόεδρο της Δημοκρατίας και να συνεχίσει το καταστροφικό της έργο. Και αφού απέτυχε να τρομοκρατήσει εκείνους που είχαν πολλούς λόγους να είναι πιο ευάλωτοι στις πιέσεις της, πρέπει να είμαστε αισιόδοξοι ότι δεν θα μπορέσει να τρομοκρατήσει την πλειοψηφία ενός λαού που έχει ζήσει στο πετσί του την πολιτική της.
Ο ελληνικός λαός πρέπει τώρα να απαντήσει σε ένα πραγματικό δίλημμα: Θέλει τη συνέχιση μιας πολιτικής που ανέβασε σε ενάμιση εκατομμύριο τους ανέργους, που διέλυσε την οικονομία, την παιδεία και την υγεία της χώρας; Που παρέδωσε αμαχητί την κυριαρχία της Ελλάδας στους δανειστές, υπογράφοντας την εξευτελιστική παραίτηση από κάθε ασυλία εθνικής κυριαρχίας στη δημόσια περιουσία της με υπαγωγή κάθε διαφοράς στο αγγλικό δίκαιο και στα δικαστήρια του "μεγάλου Δουκάτου" του Λουξεμβούργου; Θέλει τη βουλγαροποίηση της χώρας;
Ή θέλει μια άλλη πολιτική που θα επιδιώξει την κοινωνική σωτηρία της;
Οι πιο δύσπιστοι αναγνώστες μας θα διερωτηθούν: Μα είναι εφικτή μια ανεξάρτητη πολιτική τώρα που φρόντισε η συγκυβέρνηση να δέσει χειροπόδαρα τη χώρα;
Θα απαντήσουμε με μια κοινοτοπία την οποία χρησιμοποιούν κατά βούληση τα κόμματα της συγκυβέρνησης η οποία εν τούτοις ισχύει πάντοτε: «Σε μια δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα». Αν, λοιπόν, κάποιος πιστεύει στη δημοκρατία, δεν μπορεί να αποδέχεται ότι η αποικιοκρατικού τύπου εξάρτηση της χώρας μας είναι μονόδρομος σε μια συγκυρία που ακόμα ισχύει η κυριαρχία των κρατών. Κάθε κράτος που εκλέγει κυβέρνηση, μπορεί να αποφασίζει για τις τύχες της χώρας του. Αλλιώς, θα έπρεπε να καταργήσουμε τις εθνικές εκλογές.
Ας το δούμε και διαφορετικά. Είναι γεγονός ότι στην ηγεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης κυριαρχούν οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές. Όποια χώρα προσπαθήσει να αποκλίνει τιμωρείται παραδειγματικά. Εν τούτοις, ουδέποτε υπήρξε μέχρι τώρα ηγεσία κράτους - μέλους που επιθυμούσε στην πραγματικότητα να διαφοροποιηθεί. Για παράδειγμα, στην Κύπρο, η υποστήριξη του «όχι» της κυπριακής Βουλής ανατέθηκε στον κ. Αναστασιάδη υποστηριχτή των νεοφιλελεύθερων πολιτικών.
Ενώ, λοιπόν, όλοι οι σοβαροί οικονομικοί αναλυτές συμφωνούν ότι η Ευρώπη, με τη δημοκρατική της παράδοση, δεν μπορεί να συνεχίσει τις πολιτικές λιτότητας και τις πολιτικές δύο ταχυτήτων γιατί αυτό θα οδηγήσει στην καταστροφή της, ουδέποτε υπήρξε κάποια χώρα που τόλμησε να προβάλει κάτι τέτοιο. Ήδη από το 2010, στο ξεκίνημα του ελληνικού δράματος αλλά και όταν ο Γ. Παπανδρέου στις Κάννες τόλμησε να ψελλίσει κάτι περί δημοψηφίσματος, οι «ηγέτες» της Ευρωπαϊκής Ένωσης αντέδρασαν σαν συμπλεγματικά ανθρωπάκια, απειλώντας με τιμωρίες τύπου «Παλαιάς Διαθήκης» τους «άσωτους» Έλληνες, όπως αποκάλυψε ο Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, Τίμοθι Γκάϊτνερ.
Η Ευρώπη σήμερα έχει δύο επιλογές: Ή να εγκαταλείψει τις πολιτικές λιτότητας και νεοφιλελευθερισμού που ακολουθεί ή να διαλυθεί. Σε βάθος (όχι μεγάλου) χρόνου είναι απολύτως προβλέψιμο ότι οι λαοί του Νότου που υφίστανται την άνιση κατανομή του ευρωπαϊκού παραγόμενου πλούτου σε σχέση με εκείνους του Βορρά, θα αντιδράσουν. Αν βρεθεί το κράτος - καταλύτης που θα υποστηρίξει μια αλλαγή πολιτικής, η αντίδραση αυτή θα είναι θεσμική και μπορεί να οδηγήσει σε θετικά αποτελέσματα. Αλλιώς οι αντιδράσεις αυτές θα οδηγήσουν σε ανεξέλεγκτες καταστάσεις, με την ευρωπαϊκή ακροδεξιά να φιλοδοξεί να έχει κυρίαρχο ρόλο.
Ακόμα, πάντως, και στην περίπτωση που οι «ηγέτες» της Ε.Ε. συνεχίσουν τη συμπλεγματική αντιμετώπιση όσων ζητούν αλλαγή πολιτικής, η διάλυση της ευρωζώνης θα βρει καλύτερα προετοιμασμένες τις χώρες που αντιστάθηκαν πρώτες στους μονόδρομους της λιτότητας.
Τώρα, λοιπόν, είναι η ώρα για τον ελληνικό λαό να ολοκληρώσει την απαλλαγή του από την καταστροφική πορεία που έχει πάρει η χώρα. Χωρίς φόβο αλλά με δημοκρατικό πάθος και αποφασιστικότητα. Άλλος δρόμος σωτηρίας δεν υπάρχει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου