Της Αννιτας Λουδαρου Ένα τραγούδι γράφτηκε για μας. Μιλούσε για αστραπές . Μιλούσε για
δακρυγόνα. Για αντισφυξιογόνες μάσκες. Μιλούσε για δυστυχία. Ο ποιητής
μας έστειλε το τραγούδι του. Οι ποιητές άρχισαν να νοιάζονται για μας.
Το τραγούδι μιλούσε για δώρα και για δάκρυα. Και δεν χωρούσε ερωτήσεις. Ή
ξέρεις και δεν ρωτάς. Ή δεν ξέρεις και πάλι δεν ρωτάς. Ο ποιητής
σταμάτησε να τραγουδά και βγήκε από το δωμάτιο.
Εμείς μείναμε στο δωμάτιο μουδιασμένοι....
Μίσος πεντακάθαρο, χωρίς ρωγμές ενοχών. Έτσι μεταλλάσεται το πάθος. Έτσι μεταλλάσεται η ακόρεστη πείνα.
Όταν φτάσεις να πιστέψεις ότι πίσω από το ενδιαφέρον, την φιλία, τον έρωτα, την αγάπη, οι άνθρωποι ανοίγουν τα μπακαλοδέφτερα τους και σημειώνουν τα κέρδη τους , είναι γι΄αυτούς αλλά και για το δικό σου ψυχικό υλικό, που σώνεται πάντα, ζημιά. Τότε πια σκύψε και ασπάσου τις εικόνες του ερέβους. Η μια λύση είναι να κλειστείς στον τάφο σου για κάποια χρόνια, όσα χρειαστούν μέχρι να πιστέψεις εκ νέου. Η άλλη λύση είναι να θρέψεις το σαράκι σου , με σχέδια που θα ανατρέψουν τους θριάμβους τους, να γεμίσεις τους ισολογισμούς των καλών σου φίλων, των αγαπημένων, των εντιμότατων συναδέλφων , με επισφάλειες και να σταθείς απέναντι για να καμαρώσεις τα έργα σου . Υπάρχει και μια τρίτη. Αυτό το σημείο του στέρνου που πονάει να το πετρώσεις, να το πετάξεις στα σκυλιά που τα λένε Λήθη και Λησμοσύνη. Θα μου πεις έτσι που πονάει στα χρόνια τα τσιγκούνικα που ζούμε , δεν θα σου μείνει μαλακό κομμάτι. Στο τέλος τέλος θα έχεις μέσα σου κενοτάφιο και όχι ψυχή.
Τι να σου πω και εγώ, πως να φωνάξω μια απάντηση; Ξεφλουδίζοντας τα προσχήματα μπορεί και να τρομάξεις. Όπως και να έχει, εμείς δεν μιλήσαμε, δεν γράψαμε.
Αναμεταδώσαμε. Πολλές πολλές φορές. Σαν πολλαπλασιαστές.Όπως κοιτούν όσοι υπολογίζουν πως κάπου κοντά παραμονεύει ένα μεγάλο τέλος, προς τα κάτω εκεί που είχε ξεμείνει και σαπίζει ένα μαγιάτικο στεφάνι .
Και εσύ ρε κοπελιά τι κάνεις; θα με ανταπαντούσε κάποιος. Η αλήθεια είναι πως δεν ξέρω πως έφτασα να καταφεύγω σε τόσες αυτοαναφορές, ζώντας και αναπνέοντας τόσα πολλά χρόνια για όλους τους άλλους. Τώρα συνειδητοποιώ τουλάχιστον με ανακούφιση ότι στο ατομικό μου σύμπαν, που ποτέ τίποτα δεν ήταν βέβαιο ή οριστικό και όλα ήταν μονίμως υπό 'αιρεση , ήμουν πάντοτε σε κρίση. Νιώθω άνετα σ΄αυτήν . Σχεδόν την περίμενα να έρθει όπως αρκετοί συνάνθρωποι μου, ίσως και για να κρυφτούμε πίσω από την γενικευμένη κατάρευση ή να διακιολογήσουμε την - αδιόρατη μεν υπαρκτή δε- θλίψη που μας χαρακτήριζε εδώ και χρόνια , και να την απογυμνώσουμε από κάθε αυταρέσκεια.
Οπότε να σου πω τι κάνω. Ντρέπομαι. Ντρέπομαι για το ζεστό παλτό, το πάπλωμα, το καλοριφέρ όταν ο ζητιάνος απλώνει το χέρι.
Απ ΄αυτή την στάση αναμονής, που περιμένουμε, κοιτάζω πολλές φορές προς τον ουρανό.Τουλάχιστον σκέφτομαι αυτή η καταστροφή κοινωνική,πολιτική, ατομική, που θα ρθει γιατί θα ρθει ας είναι τουλάχιστον να έχει μια γεύση ελευθερίας.
Ο ποιητής άνοιξε την πόρτα και βγήκε.
Εμείς μείναμε στο δωμάτιο μουδιασμένοι....
Μίσος πεντακάθαρο, χωρίς ρωγμές ενοχών. Έτσι μεταλλάσεται το πάθος. Έτσι μεταλλάσεται η ακόρεστη πείνα.
Όταν φτάσεις να πιστέψεις ότι πίσω από το ενδιαφέρον, την φιλία, τον έρωτα, την αγάπη, οι άνθρωποι ανοίγουν τα μπακαλοδέφτερα τους και σημειώνουν τα κέρδη τους , είναι γι΄αυτούς αλλά και για το δικό σου ψυχικό υλικό, που σώνεται πάντα, ζημιά. Τότε πια σκύψε και ασπάσου τις εικόνες του ερέβους. Η μια λύση είναι να κλειστείς στον τάφο σου για κάποια χρόνια, όσα χρειαστούν μέχρι να πιστέψεις εκ νέου. Η άλλη λύση είναι να θρέψεις το σαράκι σου , με σχέδια που θα ανατρέψουν τους θριάμβους τους, να γεμίσεις τους ισολογισμούς των καλών σου φίλων, των αγαπημένων, των εντιμότατων συναδέλφων , με επισφάλειες και να σταθείς απέναντι για να καμαρώσεις τα έργα σου . Υπάρχει και μια τρίτη. Αυτό το σημείο του στέρνου που πονάει να το πετρώσεις, να το πετάξεις στα σκυλιά που τα λένε Λήθη και Λησμοσύνη. Θα μου πεις έτσι που πονάει στα χρόνια τα τσιγκούνικα που ζούμε , δεν θα σου μείνει μαλακό κομμάτι. Στο τέλος τέλος θα έχεις μέσα σου κενοτάφιο και όχι ψυχή.
Τι να σου πω και εγώ, πως να φωνάξω μια απάντηση; Ξεφλουδίζοντας τα προσχήματα μπορεί και να τρομάξεις. Όπως και να έχει, εμείς δεν μιλήσαμε, δεν γράψαμε.
Αναμεταδώσαμε. Πολλές πολλές φορές. Σαν πολλαπλασιαστές.Όπως κοιτούν όσοι υπολογίζουν πως κάπου κοντά παραμονεύει ένα μεγάλο τέλος, προς τα κάτω εκεί που είχε ξεμείνει και σαπίζει ένα μαγιάτικο στεφάνι .
Και εσύ ρε κοπελιά τι κάνεις; θα με ανταπαντούσε κάποιος. Η αλήθεια είναι πως δεν ξέρω πως έφτασα να καταφεύγω σε τόσες αυτοαναφορές, ζώντας και αναπνέοντας τόσα πολλά χρόνια για όλους τους άλλους. Τώρα συνειδητοποιώ τουλάχιστον με ανακούφιση ότι στο ατομικό μου σύμπαν, που ποτέ τίποτα δεν ήταν βέβαιο ή οριστικό και όλα ήταν μονίμως υπό 'αιρεση , ήμουν πάντοτε σε κρίση. Νιώθω άνετα σ΄αυτήν . Σχεδόν την περίμενα να έρθει όπως αρκετοί συνάνθρωποι μου, ίσως και για να κρυφτούμε πίσω από την γενικευμένη κατάρευση ή να διακιολογήσουμε την - αδιόρατη μεν υπαρκτή δε- θλίψη που μας χαρακτήριζε εδώ και χρόνια , και να την απογυμνώσουμε από κάθε αυταρέσκεια.
Οπότε να σου πω τι κάνω. Ντρέπομαι. Ντρέπομαι για το ζεστό παλτό, το πάπλωμα, το καλοριφέρ όταν ο ζητιάνος απλώνει το χέρι.
Απ ΄αυτή την στάση αναμονής, που περιμένουμε, κοιτάζω πολλές φορές προς τον ουρανό.Τουλάχιστον σκέφτομαι αυτή η καταστροφή κοινωνική,πολιτική, ατομική, που θα ρθει γιατί θα ρθει ας είναι τουλάχιστον να έχει μια γεύση ελευθερίας.
Ο ποιητής άνοιξε την πόρτα και βγήκε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου