Πολλοί θεωρούν πως αυτό που συμβαίνει στην Ευρώπη, μετά τις εθνικές εκλογές της 6ης Μαΐου στην Ελλάδα, αποτελεί φαινόμενο νεοπαγές. Διακρίνουν στο γαϊτανάκι των ύβρεων, των απειλών και της τρομοκράτησης του ελληνικού λαού μια έντονη δόση εκτροπής των ιθυνόντων της πάλαι ποτέ «δημοκρατικής» Ευρωπαϊκής Ένωσης. Προφανώς ξεχνούν! Δεν ξεχνούν μόνο το βαθύτατο δημοκρατικό έλλειμμα που χαρακτηρίζει την ίδια της τη δομή. Δεν ξεχνούν μόνο τη παντελή έλλειψη δημοκρατικής ευαισθησίας των πολιτικών της....
Ξεχνούν κυρίως πως σε όσες περιπτώσεις κάποιος λαός τόλμησε να της βροντοφωνάξει ΌΧΙ (π.χ. δημοψηφίσματα για την επικύρωση της Συνθήκης του Μάαστριχτ), εκείνη δεν είχε τον παραμικρό ενδοιασμό να τον «βασανίσει» μέχρι τελικά να αποσπάσει το ΝΑΙ του. Διαχρονικά, όταν κορυφώνονται τα διλήμματα, οι μάσκες πέφτουν.
Προφανώς όμως η ιδιότητα της πτώσης των μασκών μπροστά σε κρίσιμες αποφάσεις δεν χαρακτηρίζει μόνο την commandatur των Βρυξελλών. Ο τρόπος με τον οποίο τα καθεστωτικά μέσα μαζικής ενημέρωσης στρατεύονται πλέον ενώπιον του «κομμουνιστικού» κινδύνου κάνει την Οργουελ-ική φαντασία να φαντάζει παιδικό παραμύθι. Καθημερινά, η δημοσιογραφία της διαπλοκής και των δημοσίων έργων πιστοποιεί την κυτταρική της σχέση με δομικά υλικά όπως η λάσπη και τα τούβλα.
Η αφοσίωση στην υπεράσπιση του καθεστώτος, η αισθητική και ηθική της τηλεόρασης του Νίκου Μαστοράκη στα χρόνια της δικτατορίας, φαντάζουν πλέον δείγματα αδέσμευτης και αντικειμενικής δημοσιογραφίας. Ο τρόμος όμως που έσπειρε το εκλογικό αποτέλεσμα της 6ης Μαΐου στους κόλπους της ντόπιας μπουρζουαζίας γέννησε την ανάγκη επιστράτευσης κάθε διαθέσιμης δύναμης. Μια απλή ματιά στα ηχηρά ονόματα των Ελλήνων βιομηχάνων που εξέφρασαν την επιθυμία τους να συμμετάσχουν στο νέο διοικητικό συμβούλιο του Σ.Ε.Β. αποδεικνύει το ότι ο κλάδος -απροκάλυπτα πλέον- ετοιμάζεται για πόλεμο.
Την ίδια εικόνα επιστράτευσης αντικρίζει κανείς και στα δεξιά του πολιτικού μας συστήματος. Τα ακροδεξιά πρωτοπαλίκαρα του Καρατζαφέρη, τα απομεινάρια των βαρονέτων της Καραμανλικής δεξιάς, παρέα με τους νεοφιλελεύθερους φίλους του Χριστοφοράκου, νεκρανασταίνουν τον Εθνικό Συναγερμό του Παπάγου, βάζοντας παράλληλα αγγελία για κάποιον Καραμανλή που θα μπορούσε να τους κάνει Ε.Ρ.Ε.. Όταν κινδυνεύει η παρτίδα δεν περισσεύει κανείς. Την ίδια στιγμή, ο πάλαι ποτέ «πολύς» Βενιζέλος επιδίδεται πλέον σε έναν προσωπικό αγώνα να μην καταντήσει Ζίγδης.
Η πάλαι ποτέ μεγάλη «δημοκρατική» παράταξη, αφού στη πορεία προς εκλογές της 6ης Μαΐου απώλεσε το «μεγάλη» και το «δημοκρατική», αντιμετωπίζει πλέον σοβαρότατο κίνδυνο να χάσει και την ίδια την έννοια της παράταξης. Η κυριολεκτικά θλιβερή εικόνα του Βενιζέλου στις συναντήσεις του με τους ηγέτες των αδελφών κομμάτων σε Γαλλία και Γερμανία, όπου ως καλό σπασικλάκι επιχείρησε να κερδίσει την εύνοια της αυστηρής δασκάλας καταδίδοντας τον «ανυπότακτο» συμμαθητή του, σε συνδυασμό με το αποκαλυπτικό ξεκατίνιασμά του με τον πρόεδρο του Σ.Ε.Β. αναφορικά με το ποιός από τους δύο ζητούσε από την Τρόικα να μπήξει το μαχαίρι πιο βαθιά στο στέρνο της ελληνικής κοινωνίας, αφαιρούν κάθε είδους αυτιά που θα μπορούσαν να στηρίξουν μάσκες.
Οι μάσκες όμως πέφτουν και στα αριστερά του πολιτικού μας συστήματος. Η ηγετική -για πόσο ακόμα;- ομάδα του Κ.Κ.Ε. οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια το ιστορικό αυτό κόμμα στο χαμηλότερο ποσοστό στην ιστορία του. Προφανώς αυτό που ηττάται σήμερα δεν είναι η διαχρονική συμβολή του στους κοινωνικούς αγώνες. Πρόκειται κυρίαρχα για μια ήττα στρατηγικής που όσο όμως κορυφώνονται τα διλλήματα τείνει να τραπεί σε βαθιά ιδεολογική ήττα.
Ο τρόπος με τον οποίο αντιπολιτεύεται τον ΣΥΡΙΖΑ φέρνει στο μυαλό άσχημες εικόνες του παρελθόντος του. Η εμφανέστατη αδυναμία του να ακούσει και να διαχειριστεί τον παλμό της κοινωνίας το καθιστά πολιτικά, αισθητικά και ηθικά άνευρο. Την ώρα που ελληνική κοινωνία, με πρωτοφανή μαζικότητα, στρέφεται προς τα αριστερά, δείχνοντας μάλιστα πρόθυμη να παλέψει για τη διεύρυνση του ρήγματος που τη χωρίζει με τις νεοφιλελεύθερες επιλογές, το Κ.Κ.Ε. για ακόμη μια φορά της κουνά επιδεικτικά το δάκτυλο τονίζοντας πως δεν ζυμώνεται με κινήματα που δεν θέτουν ως προαπαιτούμενο την αποδέσμευση από την Ευρωπαϊκή Ένωση και την οικοδόμηση του σοσιαλισμού.
Οι υποτιθέμενα «ορθόδοξοι» μαρξιστές αντιμετωπίζουν την ίδια την κοινωνία ως κάτι στατικό. Αντιμετωπίζουν τις προφανέστατα υπαρκτές αντιφάσεις του προς τα αριστερά ρεύματος ως προπατορικό αμάρτημα που δεν επιτρέπει την είσοδό του στο παράδεισο της ιδεολογικής τους καθαρότητας. Κατηγορούν τον Τσίπρα για Ανδρε-ισμό ξεχνώντας πως ο Παπανδρέου δεν έγινε Ανδρέας επειδή ο ίδιος το επέλεξε αλλά κυρίως επειδή ο λαός του το επέτρεψε. Ένας απαράδεκτος ελιτισμός απέναντι σε στρώματα της ελληνικής κοινωνίας που, αν και αναμφίβολα οι πολιτικές τους επιλογές οδήγησαν στον σημερινό εφιάλτη, εντούτοις σήμερα αναζητούν μια άλλη διέξοδο. Ένας απαράδεκτος πολιτικός ρατσισμός απέναντι στους «λεπρούς» Πασόκους της δεκαετίας του 1980. Αντί για πολιτική καθοδήγηση, εξοστρακισμός! Και όλα αυτά με φόντο το κάδρο του Μαρξ.
Δυστυχώς όμως ανάλογο λάθος πράττει και η αντικαπιταλιστική αριστερά. Η πρόσφατη απόφαση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ για αυτόνομη κάθοδο στις εκλογές του Ιούνη, μόνο με χαρά δεν γέμισε μια σημαντική μερίδα των μελών της και κυρίως μια σημαντικότερη μερίδα των φίλων της.
Δεν χωρά αμφιβολία πως η εξ αριστερών κριτική στον ΣΥΡΙΖΑ και βάση έχει και πολύτιμη είναι. Δεν χωρά αμφιβολία πως ο πολιτικός λόγος του ΣΥΡΙΖΑ δεν διακρίνεται για τη σαφήνειά του. Δεν χωρά αμφιβολία πως είναι άλλο πράγμα ο ΣΥΡΙΖΑ του Λαφαζάνη και άλλος εκείνος του Δραγασάκη. Επίσης, δεν χωρά καμία αμφιβολία πως η απόσταση από το ακύρωση στο επαναδιαπραγμάτευση είναι επικίνδυνα μεγάλη.
Είναι προφανές λοιπόν πως στη βάση όλων αυτών, ενδεχόμενη συμμετοχή της ΑΝΤΑΡΣΥΑ στον ΣΥΡΙΖΑ θα σήμαινε δομική αλλοίωση του πολιτικού της προγράμματος. Ωστόσο, μια απόφαση για μη κάθοδο στις εκλογές και εκλογική στήριξη του ΣΥΡΙΖΑ κάθε άλλο παρά αλλοίωση πολιτικού περιεχομένου θα συνιστούσε. Αντιθέτως, η κριτική στήριξη του ΣΥΡΙΖΑ στο πλαίσιο του στόχου της συγκρότησης μιας κυβέρνησης -ειδικού σκοπού- της Αριστεράς, στη βάση των πέντε σημείων που εκείνος πρότεινε, θα αναδείκνυε αυτή τη διαφορετική ποιότητα και ηθική που πρεσβεύει η ίδια πως διαθέτει.
Η Αριστερά, αντί να ταμπουρώνεται στα ρηχά νερά της όποιας ιδεολογικής της καθαρότητας, οφείλει να «πλημμυρίσει», δίχως να απαιτεί πιστοποιητικά μεταμέλειας, τα ποτάμια της επικοινωνίας με την κοινωνική πλειοψηφία που πλέον αναζητά σε εκείνη διέξοδο. Οφείλει επιτέλους να ακούσει και να ακουστεί! Καθιστώντας ωστόσο σαφές το κεντρικό ζητούμενο μιας τέτοιας συνάντησης. Κοινός «παλλαϊκός» αγώνας δεν μπορεί να αναπτυχθεί με στόχο να διατηρήσει ο καθένας την θέση που κατείχε επί δεκαετίες στο τρένο της νεοελληνικής κοινωνίας! Το «κοινός» έχει νόημα μόνο όταν γίνεται με κεντρικό στόχο την αλλαγή τρένου και την μετεπιβίβαση όλων σε τρένα που απαρτίζονται μόνο από βαγόνια «πρώτα».
Προφανώς ο γερο-Κάρολος είχε απόλυτο δίκαιο όταν έλεγε πως «αν με τις εκλογές μπορούσε να αλλάξει το σύστημα, θα ήταν παράνομες». Αυτό όμως σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει πως δεν υπάρχουν και εκλογικά αποτελέσματα που εμποδίζουν την «εύρυθμη» λειτουργία του. Για αυτό άλλωστε και η ιστορική διαδρομή του καπιταλισμού είναι γεμάτη από εκλογικά αποτελέσματα που οι μέντορές του αναγκάστηκαν να καταπατήσουν.
Μέσα από αυτό το πρίσμα, οι εκλογές του Ιούνη προβάλουν ως μια ιστορική ευκαιρία να του βάλουμε τρικλοποδιά, παρασύροντας και τους υπόλοιπους Ευρωπαίους. Ψήφος στον ΣΥΡΙΖΑ σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει ανατροπή του καπιταλισμού. Αλήθεια όμως, ψήφος σε τι θα σήμαινε μια τέτοια ανατροπή;
Σε κάθε περίπτωση, ψήφος στον ΣΥΡΙΖΑ σημαίνει πως η ελληνική κοινωνία ορθώνει το ανάστημά της και του βάζει δύσκολα. Δεν είναι δυνατόν η Αριστερά -και δη η αντικαπιταλιστική- να κλείνει τα μάτια της μπροστά στη διεθνή ακτινοβολία -με όρους κινηματικούς- μιας ενδεχόμενης εκλογικής επιτυχίας του ΣΥΡΙΖΑ. Δεν είναι δυνατόν να αρνείται να δει τη συμπαράσταση από όλα σχεδόν τα ανά τον κόσμο κοινωνικά κινήματα προς τον ΣΥΡΙΖΑ και τον Αλέξη Τσίπρα. Μόνο τυφλός δεν βλέπει πως στο πρόσωπο του Τσίπρα, ενός νεαρού, αντικειμενικά μετρίων δυνατοτήτων, οι λαοί της Ευρώπης αντικρίζουν πλέον ένα σύμβολο που προκαλεί τριγμούς στο νεοφιλελεύθερο οικοδόμημα που χτίστηκε στην Ευρώπη με τα μπάζα της πτώσης του τείχους του Βερολίνου.
Με άλλα λόγια, σε αυτές τις εκλογές δεν καλούμαστε να επιλέξουμε με γνώμονα το τί είμαστε αλλά με γνώμονα το πού θέλουμε να γεννήσουμε και ειλικρινά δεν υπάρχει καταλληλότερο μέρος από εκεί όπου γεννάται η ελπίδα.
Ξεχνούν κυρίως πως σε όσες περιπτώσεις κάποιος λαός τόλμησε να της βροντοφωνάξει ΌΧΙ (π.χ. δημοψηφίσματα για την επικύρωση της Συνθήκης του Μάαστριχτ), εκείνη δεν είχε τον παραμικρό ενδοιασμό να τον «βασανίσει» μέχρι τελικά να αποσπάσει το ΝΑΙ του. Διαχρονικά, όταν κορυφώνονται τα διλήμματα, οι μάσκες πέφτουν.
Προφανώς όμως η ιδιότητα της πτώσης των μασκών μπροστά σε κρίσιμες αποφάσεις δεν χαρακτηρίζει μόνο την commandatur των Βρυξελλών. Ο τρόπος με τον οποίο τα καθεστωτικά μέσα μαζικής ενημέρωσης στρατεύονται πλέον ενώπιον του «κομμουνιστικού» κινδύνου κάνει την Οργουελ-ική φαντασία να φαντάζει παιδικό παραμύθι. Καθημερινά, η δημοσιογραφία της διαπλοκής και των δημοσίων έργων πιστοποιεί την κυτταρική της σχέση με δομικά υλικά όπως η λάσπη και τα τούβλα.
Η αφοσίωση στην υπεράσπιση του καθεστώτος, η αισθητική και ηθική της τηλεόρασης του Νίκου Μαστοράκη στα χρόνια της δικτατορίας, φαντάζουν πλέον δείγματα αδέσμευτης και αντικειμενικής δημοσιογραφίας. Ο τρόμος όμως που έσπειρε το εκλογικό αποτέλεσμα της 6ης Μαΐου στους κόλπους της ντόπιας μπουρζουαζίας γέννησε την ανάγκη επιστράτευσης κάθε διαθέσιμης δύναμης. Μια απλή ματιά στα ηχηρά ονόματα των Ελλήνων βιομηχάνων που εξέφρασαν την επιθυμία τους να συμμετάσχουν στο νέο διοικητικό συμβούλιο του Σ.Ε.Β. αποδεικνύει το ότι ο κλάδος -απροκάλυπτα πλέον- ετοιμάζεται για πόλεμο.
Την ίδια εικόνα επιστράτευσης αντικρίζει κανείς και στα δεξιά του πολιτικού μας συστήματος. Τα ακροδεξιά πρωτοπαλίκαρα του Καρατζαφέρη, τα απομεινάρια των βαρονέτων της Καραμανλικής δεξιάς, παρέα με τους νεοφιλελεύθερους φίλους του Χριστοφοράκου, νεκρανασταίνουν τον Εθνικό Συναγερμό του Παπάγου, βάζοντας παράλληλα αγγελία για κάποιον Καραμανλή που θα μπορούσε να τους κάνει Ε.Ρ.Ε.. Όταν κινδυνεύει η παρτίδα δεν περισσεύει κανείς. Την ίδια στιγμή, ο πάλαι ποτέ «πολύς» Βενιζέλος επιδίδεται πλέον σε έναν προσωπικό αγώνα να μην καταντήσει Ζίγδης.
Η πάλαι ποτέ μεγάλη «δημοκρατική» παράταξη, αφού στη πορεία προς εκλογές της 6ης Μαΐου απώλεσε το «μεγάλη» και το «δημοκρατική», αντιμετωπίζει πλέον σοβαρότατο κίνδυνο να χάσει και την ίδια την έννοια της παράταξης. Η κυριολεκτικά θλιβερή εικόνα του Βενιζέλου στις συναντήσεις του με τους ηγέτες των αδελφών κομμάτων σε Γαλλία και Γερμανία, όπου ως καλό σπασικλάκι επιχείρησε να κερδίσει την εύνοια της αυστηρής δασκάλας καταδίδοντας τον «ανυπότακτο» συμμαθητή του, σε συνδυασμό με το αποκαλυπτικό ξεκατίνιασμά του με τον πρόεδρο του Σ.Ε.Β. αναφορικά με το ποιός από τους δύο ζητούσε από την Τρόικα να μπήξει το μαχαίρι πιο βαθιά στο στέρνο της ελληνικής κοινωνίας, αφαιρούν κάθε είδους αυτιά που θα μπορούσαν να στηρίξουν μάσκες.
Οι μάσκες όμως πέφτουν και στα αριστερά του πολιτικού μας συστήματος. Η ηγετική -για πόσο ακόμα;- ομάδα του Κ.Κ.Ε. οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια το ιστορικό αυτό κόμμα στο χαμηλότερο ποσοστό στην ιστορία του. Προφανώς αυτό που ηττάται σήμερα δεν είναι η διαχρονική συμβολή του στους κοινωνικούς αγώνες. Πρόκειται κυρίαρχα για μια ήττα στρατηγικής που όσο όμως κορυφώνονται τα διλλήματα τείνει να τραπεί σε βαθιά ιδεολογική ήττα.
Ο τρόπος με τον οποίο αντιπολιτεύεται τον ΣΥΡΙΖΑ φέρνει στο μυαλό άσχημες εικόνες του παρελθόντος του. Η εμφανέστατη αδυναμία του να ακούσει και να διαχειριστεί τον παλμό της κοινωνίας το καθιστά πολιτικά, αισθητικά και ηθικά άνευρο. Την ώρα που ελληνική κοινωνία, με πρωτοφανή μαζικότητα, στρέφεται προς τα αριστερά, δείχνοντας μάλιστα πρόθυμη να παλέψει για τη διεύρυνση του ρήγματος που τη χωρίζει με τις νεοφιλελεύθερες επιλογές, το Κ.Κ.Ε. για ακόμη μια φορά της κουνά επιδεικτικά το δάκτυλο τονίζοντας πως δεν ζυμώνεται με κινήματα που δεν θέτουν ως προαπαιτούμενο την αποδέσμευση από την Ευρωπαϊκή Ένωση και την οικοδόμηση του σοσιαλισμού.
Οι υποτιθέμενα «ορθόδοξοι» μαρξιστές αντιμετωπίζουν την ίδια την κοινωνία ως κάτι στατικό. Αντιμετωπίζουν τις προφανέστατα υπαρκτές αντιφάσεις του προς τα αριστερά ρεύματος ως προπατορικό αμάρτημα που δεν επιτρέπει την είσοδό του στο παράδεισο της ιδεολογικής τους καθαρότητας. Κατηγορούν τον Τσίπρα για Ανδρε-ισμό ξεχνώντας πως ο Παπανδρέου δεν έγινε Ανδρέας επειδή ο ίδιος το επέλεξε αλλά κυρίως επειδή ο λαός του το επέτρεψε. Ένας απαράδεκτος ελιτισμός απέναντι σε στρώματα της ελληνικής κοινωνίας που, αν και αναμφίβολα οι πολιτικές τους επιλογές οδήγησαν στον σημερινό εφιάλτη, εντούτοις σήμερα αναζητούν μια άλλη διέξοδο. Ένας απαράδεκτος πολιτικός ρατσισμός απέναντι στους «λεπρούς» Πασόκους της δεκαετίας του 1980. Αντί για πολιτική καθοδήγηση, εξοστρακισμός! Και όλα αυτά με φόντο το κάδρο του Μαρξ.
Δυστυχώς όμως ανάλογο λάθος πράττει και η αντικαπιταλιστική αριστερά. Η πρόσφατη απόφαση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ για αυτόνομη κάθοδο στις εκλογές του Ιούνη, μόνο με χαρά δεν γέμισε μια σημαντική μερίδα των μελών της και κυρίως μια σημαντικότερη μερίδα των φίλων της.
Δεν χωρά αμφιβολία πως η εξ αριστερών κριτική στον ΣΥΡΙΖΑ και βάση έχει και πολύτιμη είναι. Δεν χωρά αμφιβολία πως ο πολιτικός λόγος του ΣΥΡΙΖΑ δεν διακρίνεται για τη σαφήνειά του. Δεν χωρά αμφιβολία πως είναι άλλο πράγμα ο ΣΥΡΙΖΑ του Λαφαζάνη και άλλος εκείνος του Δραγασάκη. Επίσης, δεν χωρά καμία αμφιβολία πως η απόσταση από το ακύρωση στο επαναδιαπραγμάτευση είναι επικίνδυνα μεγάλη.
Είναι προφανές λοιπόν πως στη βάση όλων αυτών, ενδεχόμενη συμμετοχή της ΑΝΤΑΡΣΥΑ στον ΣΥΡΙΖΑ θα σήμαινε δομική αλλοίωση του πολιτικού της προγράμματος. Ωστόσο, μια απόφαση για μη κάθοδο στις εκλογές και εκλογική στήριξη του ΣΥΡΙΖΑ κάθε άλλο παρά αλλοίωση πολιτικού περιεχομένου θα συνιστούσε. Αντιθέτως, η κριτική στήριξη του ΣΥΡΙΖΑ στο πλαίσιο του στόχου της συγκρότησης μιας κυβέρνησης -ειδικού σκοπού- της Αριστεράς, στη βάση των πέντε σημείων που εκείνος πρότεινε, θα αναδείκνυε αυτή τη διαφορετική ποιότητα και ηθική που πρεσβεύει η ίδια πως διαθέτει.
Η Αριστερά, αντί να ταμπουρώνεται στα ρηχά νερά της όποιας ιδεολογικής της καθαρότητας, οφείλει να «πλημμυρίσει», δίχως να απαιτεί πιστοποιητικά μεταμέλειας, τα ποτάμια της επικοινωνίας με την κοινωνική πλειοψηφία που πλέον αναζητά σε εκείνη διέξοδο. Οφείλει επιτέλους να ακούσει και να ακουστεί! Καθιστώντας ωστόσο σαφές το κεντρικό ζητούμενο μιας τέτοιας συνάντησης. Κοινός «παλλαϊκός» αγώνας δεν μπορεί να αναπτυχθεί με στόχο να διατηρήσει ο καθένας την θέση που κατείχε επί δεκαετίες στο τρένο της νεοελληνικής κοινωνίας! Το «κοινός» έχει νόημα μόνο όταν γίνεται με κεντρικό στόχο την αλλαγή τρένου και την μετεπιβίβαση όλων σε τρένα που απαρτίζονται μόνο από βαγόνια «πρώτα».
Προφανώς ο γερο-Κάρολος είχε απόλυτο δίκαιο όταν έλεγε πως «αν με τις εκλογές μπορούσε να αλλάξει το σύστημα, θα ήταν παράνομες». Αυτό όμως σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει πως δεν υπάρχουν και εκλογικά αποτελέσματα που εμποδίζουν την «εύρυθμη» λειτουργία του. Για αυτό άλλωστε και η ιστορική διαδρομή του καπιταλισμού είναι γεμάτη από εκλογικά αποτελέσματα που οι μέντορές του αναγκάστηκαν να καταπατήσουν.
Μέσα από αυτό το πρίσμα, οι εκλογές του Ιούνη προβάλουν ως μια ιστορική ευκαιρία να του βάλουμε τρικλοποδιά, παρασύροντας και τους υπόλοιπους Ευρωπαίους. Ψήφος στον ΣΥΡΙΖΑ σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει ανατροπή του καπιταλισμού. Αλήθεια όμως, ψήφος σε τι θα σήμαινε μια τέτοια ανατροπή;
Σε κάθε περίπτωση, ψήφος στον ΣΥΡΙΖΑ σημαίνει πως η ελληνική κοινωνία ορθώνει το ανάστημά της και του βάζει δύσκολα. Δεν είναι δυνατόν η Αριστερά -και δη η αντικαπιταλιστική- να κλείνει τα μάτια της μπροστά στη διεθνή ακτινοβολία -με όρους κινηματικούς- μιας ενδεχόμενης εκλογικής επιτυχίας του ΣΥΡΙΖΑ. Δεν είναι δυνατόν να αρνείται να δει τη συμπαράσταση από όλα σχεδόν τα ανά τον κόσμο κοινωνικά κινήματα προς τον ΣΥΡΙΖΑ και τον Αλέξη Τσίπρα. Μόνο τυφλός δεν βλέπει πως στο πρόσωπο του Τσίπρα, ενός νεαρού, αντικειμενικά μετρίων δυνατοτήτων, οι λαοί της Ευρώπης αντικρίζουν πλέον ένα σύμβολο που προκαλεί τριγμούς στο νεοφιλελεύθερο οικοδόμημα που χτίστηκε στην Ευρώπη με τα μπάζα της πτώσης του τείχους του Βερολίνου.
Με άλλα λόγια, σε αυτές τις εκλογές δεν καλούμαστε να επιλέξουμε με γνώμονα το τί είμαστε αλλά με γνώμονα το πού θέλουμε να γεννήσουμε και ειλικρινά δεν υπάρχει καταλληλότερο μέρος από εκεί όπου γεννάται η ελπίδα.
Ο Γεώργιος Τζαννετάτος είναι Διδακτορικός Φοιτητής Πολιτικών Επιστημών TVXS
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου