Το αποτέλεσμα των εκλογών της 6ης Μαΐου αναδιέταξε πλήρως το πολιτικό σκηνικό με χαρακτηριστικότερες πλευρές την κατάρρευση των κομμάτων εξουσίας και την αλματώδη άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ. Βεβαίως, το μεγάλο ποσοστό της Χρυσής Αυγής σε εργατικά στρώματα και νεολαία είναι ενδεικτικό της αντιφατικότητας και των κινδύνων αυτής της περιόδου. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι βασική αιτία τόσο για την κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ, της ΝΔ και του ΛΑΟΣ όσο και για την επιτυχία του ΣΥΡΙΖΑ αποτελεί ο συνδυασμός της πλέον βάρβαρης μεταπολεμικής επίθεσης σε ευρωπαϊκό πεδίο (στα δύο χρόνια εφαρμογής του Μνημονίου στην Ελλάδα αφαιρέθηκαν περισσότερα δικαιώματα από όσα στα έντεκα χρόνια της κυβέρνησης Θάτσερ στη Μεγάλη Βρετανία) και...
της μεγάλης αντίστασης σε αυτή την επίθεση (στις απεργίες, τις διαδηλώσεις και το κίνημα των πλατειών της προηγούμενης περιόδου συμμετείχαν ενεργά εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι, που μέσα από όλα αυτά ριζοσπαστικοποιήθηκαν και απέκτησαν αυτοπεποίθηση).
Όσα ακολούθησαν τις εκλογές της 6ης Μαϊου, ενόψει των εκλογών της 17ης Ιουνίου, πιστοποιούν ότι τίποτα δεν είναι ίδιο πλέον στην Ελλάδα του Μνημονίου, ότι οι από πάνω δεν μπορούν πια να κυβερνήσουν και οι από κάτω δεν θέλουν πια να κυβερνηθούν με τον παλιό τρόπο. Παρ’ όλους τους εκβιασμούς του διεθνούς παράγοντα, την τρομοκρατία και τη χυδαιολογία των καθεστωτικών ΜΜΕ και την αντικομμουνιστική εκστρατεία της Δεξιάς, ο λαϊκός παράγοντας διατηρεί τη μαχητικότητα και τη συνοχή του, διευρύνοντας τη δυναμική του ΣΥΡΙΖΑ και προσδίδοντας στις προσεχείς εκλογές δημοψηφισματικό χαρακτήρα με σαφές ταξικό πρόσημο. Οπωσδήποτε η στάση του ΣΥΡΙΖΑ στη φάση των διερευνητικών εντολών και η άρνησή του να συνεργαστεί καθ’ οιονδήποτε τρόπο με τα μνημονιακά κόμματα παίζει ιδαίτερο ρόλο στη δημιουργία αυτής της δυναμικής. Έτσι, παρά τις αντιφάσεις, την πολυγλωσσία και τις παλινωδίες του (με χαρακτηριστικότερη την πρόταση να γίνει υπηρεσιακός πρωθυπουργός ο ανεκδιήγητος Αρσένης), διαπιστώνουμε τη δημιουργία ενός μαζικού λαϊκού ρεύματος υπέρ του που ασχολείται λιγότερο με όσα λέει και κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ και περισσότερο με αυτά από τα οποία το ίδιο θέλει να απαλλαγεί, που θυμώνει με τον αντίπαλο και πεισμώνει περισσότερο, το οποίο, αν και συγκροτείται με άξονα τις εκλογές, διαθέτει στοιχεία πολιτικής χειραφέτησης που τείνουν να υπερβούν τις εκλογές.
Η κατάσταση είναι εντελώς ρευστή και τα δεδομένα απολύτως πρωτόγνωρα, οπότε είναι αδύνατο να εκτιμήσουμε το αποτέλεσμα των εκλογών, ωστόσο τόσο για το κίνημα όσο και για την Αριστερά προκύπτουν άμεσες πολιτικές ανάγκες (με διαφορετικές προφανώς προτεραιότητες στην περίπτωση που η Αριστερά σχηματίσει κυβέρνηση και στην αντίστοιχη που είναι αντιπολίτευση). Κατά τη γνώμη μας, δύο είναι οι σημαντικότερες από αυτές τις πολιτικές ανάγκες: Πρώτον, η διαμόρφωση ενός μίνιμουμ προγράμματος που θα συμπυκνώνει τα πλέον επείγοντα αιτήματα του κινήματος και της κοινωνίας και, παράλληλα, θα αποτελεί προγραμματική δέσμευση για μια κυβέρνηση της Αριστεράς, μια «κόκκινη γραμμή» οριοθέτησής της από κάθε εκδοχή Κεντροαριστεράς ή «εθνικής οικουμενικής λύσης» μετά τις εκλογές της 17ης Ιουνίου. Και, δεύτερον, η οργάνωση του λαϊκού παράγοντα κατά χώρο ή κλάδο εργασίας και τόπο διαμονής με στόχο τη συγκρότηση δομών εργατικού και κοινωνικού ελέγχου, ταξικής αλληλεγγύης και λαϊκής αντιεξουσίας. Κατά τη γνώμη μας, η οργάνωση του ευρύτερου κοινωνικού κινήματος αποτελεί εκ των ων ουκ άνευ προϋπόθεση για την αντιμετώπιση της επίθεσης του αστικού κόσμου, για την πίεση στην κυβέρνηση της Αριστεράς να πηγαίνει αριστερά και, πάνω από όλα, για την ισχυροποίηση και τη χειραφέτηση της κοινωνίας.
Τα μεταβατικά αιτήματα και η πολιτική του συγκεκριμένου
Νομίζουμε πως είναι εμφανές, παρότι το παιχνίδι έχει ανοίξει, πως τόσο η Αριστερά όσο και το κίνημα και η κοινωνία δεν διαθέτουν τα εφόδια για αυτό το μεγάλο άλμα που καλούνται να πραγματοποιήσουν. Παρότι έχουν ήδη πραγματοποιήσει ένα μεγάλο άλμα, η μεν Αριστερά δεν διαθέτει ιδιαίτερη πολιτική προετοιμασία και εναλλακτικό σχέδιο (αν και η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για κυβέρνηση της Αριστεράς σε συνδυασμό με την αγωνιστική αντιμνημονιακή στάση του κέρδισαν πάνω από ένα εκατομμύριο ψηφοφόρους, είναι προφανές ότι απέχει πολύ από μια πολιτικά στερεή και κοινωνικά γειωμένη Αριστερά), το δε κίνημα είναι εξαιρετικά κατακερματισμένο, με εκτεταμένες γραφειοκρατικές αγκυλώσεις (ιδιαίτερα το συνδικαλιστικό) και αδύναμες δομές άμεσης δημοκρατίας. Όσο για την κοινωνία, αν και την τελευταία διετία απέκτησε σοβαρές εμπειρίες αγώνων, πάσχει από μικρή συνοχή, σοβαρές ενδοταξικές διαιρέσεις και διέπεται, παρ’ όλη την αντίστασή της στην κυρίαρχη πολιτική, από την κυρίαρχη ιδεολογία, με προεξάρχουσες πτυχές την ανάθεση, την ξενοφοβία, τον εθνικισμό και το σεβασμό στα ιερά σύμβολα του καπιταλισμού, την ιδιοκτησία και το χρήμα.
Σε αυτές τις αντίξοες συνθήκες, λοιπόν, καλούμαστε να επινοήσουμε εκείνο το «πέρασμα» που θα κάνει τη ζωή μας καλύτερη και την υπόθεση της αλλαγής της κοινωνίας πιο ελκυστική και δυνατή. Με άλλα λόγια, θεωρούμε πως μια κυβέρνηση της Αριστεράς, αποτελώντας πολιτικά μεταβατική φάση μέσα στον καπιταλισμό και το αστικό κράτος (δηλαδή μια αστική κυβέρνηση με μη αστική πολιτική), είτε θα ανοίξει το δρόμο για τη συνειδητοποίηση, τη συμμετοχή, την αυτοργάνωση και την αντιεξουσία των εργαζομένων, σε συνεχή ασταθή ισσοροπία αλλά και σύγκρουση με το καθεστώς, είτε θα έχει να διαλέξει ανάμεσα στην εκπαραθύρωση ή τον εκφυλισμό σε Κεντροαριστερά. Ισχυριζόμαστε, επομένως, ότι η Αριστερά και το κίνημα οφείλουν να αναζητήσουν εκείνο το μείγμα μαζικής κατανοητής πολιτικής και σεβασμού ιδεολογικών αρχών που θα περιγράφει τις δυσκολίες πείθοντας παράλληλα ότι μπορούμε να ζήσουμε με αξιοπρέπεια και δικαιοσύνη.
Κατά τη γνώμη μας, ένα τέτοιο πλαίσιο οφείλει να εδράζεται τουλάχιστον στα εξής, ως άμεση υλοποιήσιμη πολιτική. Διευκρινίζουμε εξαρχής ότι οι ενδεικτικές προτάσεις που παραθέτουμε δεν αποτελούν «πρόγραμμα» του Δικτύου, ούτε προφανώς κατατίθενται ως κυβερνητική πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά ως μεταβατικό πλαίσιο, αφενός, για τη συγκρότηση των προτεραιοτήτων του κινήματος και, αφετέρου, για τη δέσμευση της Αριστεράς ότι μόνο έτσι ενδιαφέρεται να συμμετάσχει σε κυβέρνηση:
Πιστεύουμε πως, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα των εκλογών, η περίοδος ευνοεί αλλά και απαιτεί ιδιαίτερα την ανάληψη πρωτοβουλιών για τη δημιουργία μαζικών αμεσοδημοκρατικών δομών, ιδιαίτερα στους χώρους εργασίας και κατοικίας, που να συνδέουν την αλληλεγγύη με την αντίσταση, τη διεκδίκηση με την υπέρβαση. Τέτοιες δομές, αξιοποιώντας τον κινηματικό γαλαξία της τελευταίας διετίας (λαϊκές συνελεύσεις, δίκτυα αλληλεγγύης, εναλλακτικές συλλογικότητες για την εκπαίδευση, την υγεία, τη διατροφή κ.λπ.), αλλά και πιο παραδοσιακές μορφές της Αριστεράς και του κινήματος, μπορούν να παίξουν διπλό ρόλο: Αφενός, να συσπειρώσουν ευρύτερα τμήματα του πληθυσμού, ριζοσπαστικοποιώντας τα και αίροντας συνήθειες, προκαταλήψεις και συντεχνιακές διαιρέσεις και, αφετέρου, να γειώσουν τον κοινωνικό ανταγωνισμό μεταφέροντας τον εκεί που ζουν και δουλεύουν οι άνθρωποι, οικοδομώντας έτσι, προφανώς ανισόμετρα και αντιφατικά, διαδικασίες εργατικού και κοινωνικού ελέγχου, αυτοεκπαίδευσης και αντιεξουσίας. Είναι πρωτεύουσας σημασίας η ανάπτυξη ενός μαζικού διεκδικητικού κινήματος που θα προβάλλει μαχητικά τα αιτήματα των εργαζομένων και παράλληλα θα προχωράει σε εκείνες τις διαδικασίες που θα μετατρέπουν στους ίδιους τους χώρους εργασίας και κατοικίας τους «από κάτω» σε ενεργά υποκείμενα.
Χρειαζόμαστε διαδικασίες, προτάσεις και πρακτικές που να επανακοιοποιούνται τους δημοσιους χώρους και τα κοινά αγαθά, που θα υπερασπίζονται το δημόσιο διεκδικώντας ένα «άλλο δημόσιο», κοινωνικό και όχι κρατικοϊδιωτικό, που θα ευνοούν τη συνάντηση υγειονομικών και χρηστών των υπηρεσιών περίλθαψης, που θα ενισχύουν την αγωνιστική συμπόρευση εξωκρατικών κινηματικών πρωτοβουλιών αλληλεγγύης (κοινωνικά ιατρεία, σχολεία, διατροφικά δίκτυα κ.λπ.) με συλλογικότητες οι οποίες σε δήμους, στην υγεία, την εκπαίδευση ή τις μεταφορές αγωνίζονται για συμμετοχικούς δημοτικούς προϋπολογισμούς, ελεύθερη πρόσβαση στα κοινά αγαθά, δωράν μετακίνηση για τους ανέργους κ.λπ.
Τελικά, για μας, η προοπτική μιας κυβέρνησης της Αριστεράς μόνο έτσι μπορεί να είναι ελπιδοφόρα. Νομίζουμε, δηλαδή, ότι στην εποχή του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού και της κοινωνικής ερήμωσης, που ακόμα και η παραμικρή μεταρρύθμιση αντιμετωπίζεται σαν επαναστατική επέλαση, μόνο ένα μεταβατικό πρόγραμμα αρμωμένο στη μαζική αυτοοργάνωση και κινητοποίηση μπορεί εντείνοντας την ταξική πάλη να διευρύνει ταυτόχρονα την ταξική συνοχή και αυτοπεποίθηση.
Δεν ξεκινάμε απο το μηδέν. Κάθε άλλο. Η δημιουργία, με τη συμμετοχή της Αριστεράς και των κινημάτων, ενός ανεξάρτητου Κέντρου Αγώνα με πανελλαδική υπόσταση, μπορεί να αποτελέσει την επόμενη περίοδο, ανάλογα βέβαια με τις εξελίξεις, σημαντικό παράγοντα συσπείρωσης, μαζικοποίησης, διεκδικητικότητας αλλά και πίεσης του κινήματος να πάνε τα πράγματα πιο αριστερά.
Ασφαλώς είμαστε χαρούμενοι με όσα συμβαίνουν, ωστόσο γνωρίζουμε ότι, όπως κάθε φορά εξάλλου, μπορεί η Αριστερά να πυροδοτήσει ή και να πρωταγωνιστήσει στις εξελίξεις, αλλά η έκβαση του κοινωνικού ανταγωνισμού θα εξαρτηθεί από το κατά πόσο οι καταπιεσμένοι θα πάρουν τις ζωές στα χέρια τους. Νομίζουμε, δηλαδή, ότι ενώ έχει μεγάλη σημασία η άμεση ανακούφιση των λαϊκών στρωμάτων από τη νεοφιλελεύθερη λαίλαπα και ότι ακριβώς με αυτό το στόχο ριζοσπαστικοποιούνται αυτά τα στρώματα, παραμένει μοναδική ρεαλιστική στρατηγική η ουτοπία της κοινωνικής απελευθέρωσης, της απελευθέρωσης ανθρώπου από άνθρωπο, και εκεί είναι που θα δοκιμαστεί η όποια κυβέρνηση ή αντιπολίτευση της Αριστεράς. Δίκτυο για τα Πολιτικά και Κοινωνικά Δικαιώματα
της μεγάλης αντίστασης σε αυτή την επίθεση (στις απεργίες, τις διαδηλώσεις και το κίνημα των πλατειών της προηγούμενης περιόδου συμμετείχαν ενεργά εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι, που μέσα από όλα αυτά ριζοσπαστικοποιήθηκαν και απέκτησαν αυτοπεποίθηση).
Όσα ακολούθησαν τις εκλογές της 6ης Μαϊου, ενόψει των εκλογών της 17ης Ιουνίου, πιστοποιούν ότι τίποτα δεν είναι ίδιο πλέον στην Ελλάδα του Μνημονίου, ότι οι από πάνω δεν μπορούν πια να κυβερνήσουν και οι από κάτω δεν θέλουν πια να κυβερνηθούν με τον παλιό τρόπο. Παρ’ όλους τους εκβιασμούς του διεθνούς παράγοντα, την τρομοκρατία και τη χυδαιολογία των καθεστωτικών ΜΜΕ και την αντικομμουνιστική εκστρατεία της Δεξιάς, ο λαϊκός παράγοντας διατηρεί τη μαχητικότητα και τη συνοχή του, διευρύνοντας τη δυναμική του ΣΥΡΙΖΑ και προσδίδοντας στις προσεχείς εκλογές δημοψηφισματικό χαρακτήρα με σαφές ταξικό πρόσημο. Οπωσδήποτε η στάση του ΣΥΡΙΖΑ στη φάση των διερευνητικών εντολών και η άρνησή του να συνεργαστεί καθ’ οιονδήποτε τρόπο με τα μνημονιακά κόμματα παίζει ιδαίτερο ρόλο στη δημιουργία αυτής της δυναμικής. Έτσι, παρά τις αντιφάσεις, την πολυγλωσσία και τις παλινωδίες του (με χαρακτηριστικότερη την πρόταση να γίνει υπηρεσιακός πρωθυπουργός ο ανεκδιήγητος Αρσένης), διαπιστώνουμε τη δημιουργία ενός μαζικού λαϊκού ρεύματος υπέρ του που ασχολείται λιγότερο με όσα λέει και κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ και περισσότερο με αυτά από τα οποία το ίδιο θέλει να απαλλαγεί, που θυμώνει με τον αντίπαλο και πεισμώνει περισσότερο, το οποίο, αν και συγκροτείται με άξονα τις εκλογές, διαθέτει στοιχεία πολιτικής χειραφέτησης που τείνουν να υπερβούν τις εκλογές.
Η κατάσταση είναι εντελώς ρευστή και τα δεδομένα απολύτως πρωτόγνωρα, οπότε είναι αδύνατο να εκτιμήσουμε το αποτέλεσμα των εκλογών, ωστόσο τόσο για το κίνημα όσο και για την Αριστερά προκύπτουν άμεσες πολιτικές ανάγκες (με διαφορετικές προφανώς προτεραιότητες στην περίπτωση που η Αριστερά σχηματίσει κυβέρνηση και στην αντίστοιχη που είναι αντιπολίτευση). Κατά τη γνώμη μας, δύο είναι οι σημαντικότερες από αυτές τις πολιτικές ανάγκες: Πρώτον, η διαμόρφωση ενός μίνιμουμ προγράμματος που θα συμπυκνώνει τα πλέον επείγοντα αιτήματα του κινήματος και της κοινωνίας και, παράλληλα, θα αποτελεί προγραμματική δέσμευση για μια κυβέρνηση της Αριστεράς, μια «κόκκινη γραμμή» οριοθέτησής της από κάθε εκδοχή Κεντροαριστεράς ή «εθνικής οικουμενικής λύσης» μετά τις εκλογές της 17ης Ιουνίου. Και, δεύτερον, η οργάνωση του λαϊκού παράγοντα κατά χώρο ή κλάδο εργασίας και τόπο διαμονής με στόχο τη συγκρότηση δομών εργατικού και κοινωνικού ελέγχου, ταξικής αλληλεγγύης και λαϊκής αντιεξουσίας. Κατά τη γνώμη μας, η οργάνωση του ευρύτερου κοινωνικού κινήματος αποτελεί εκ των ων ουκ άνευ προϋπόθεση για την αντιμετώπιση της επίθεσης του αστικού κόσμου, για την πίεση στην κυβέρνηση της Αριστεράς να πηγαίνει αριστερά και, πάνω από όλα, για την ισχυροποίηση και τη χειραφέτηση της κοινωνίας.
Τα μεταβατικά αιτήματα και η πολιτική του συγκεκριμένου
Νομίζουμε πως είναι εμφανές, παρότι το παιχνίδι έχει ανοίξει, πως τόσο η Αριστερά όσο και το κίνημα και η κοινωνία δεν διαθέτουν τα εφόδια για αυτό το μεγάλο άλμα που καλούνται να πραγματοποιήσουν. Παρότι έχουν ήδη πραγματοποιήσει ένα μεγάλο άλμα, η μεν Αριστερά δεν διαθέτει ιδιαίτερη πολιτική προετοιμασία και εναλλακτικό σχέδιο (αν και η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για κυβέρνηση της Αριστεράς σε συνδυασμό με την αγωνιστική αντιμνημονιακή στάση του κέρδισαν πάνω από ένα εκατομμύριο ψηφοφόρους, είναι προφανές ότι απέχει πολύ από μια πολιτικά στερεή και κοινωνικά γειωμένη Αριστερά), το δε κίνημα είναι εξαιρετικά κατακερματισμένο, με εκτεταμένες γραφειοκρατικές αγκυλώσεις (ιδιαίτερα το συνδικαλιστικό) και αδύναμες δομές άμεσης δημοκρατίας. Όσο για την κοινωνία, αν και την τελευταία διετία απέκτησε σοβαρές εμπειρίες αγώνων, πάσχει από μικρή συνοχή, σοβαρές ενδοταξικές διαιρέσεις και διέπεται, παρ’ όλη την αντίστασή της στην κυρίαρχη πολιτική, από την κυρίαρχη ιδεολογία, με προεξάρχουσες πτυχές την ανάθεση, την ξενοφοβία, τον εθνικισμό και το σεβασμό στα ιερά σύμβολα του καπιταλισμού, την ιδιοκτησία και το χρήμα.
Σε αυτές τις αντίξοες συνθήκες, λοιπόν, καλούμαστε να επινοήσουμε εκείνο το «πέρασμα» που θα κάνει τη ζωή μας καλύτερη και την υπόθεση της αλλαγής της κοινωνίας πιο ελκυστική και δυνατή. Με άλλα λόγια, θεωρούμε πως μια κυβέρνηση της Αριστεράς, αποτελώντας πολιτικά μεταβατική φάση μέσα στον καπιταλισμό και το αστικό κράτος (δηλαδή μια αστική κυβέρνηση με μη αστική πολιτική), είτε θα ανοίξει το δρόμο για τη συνειδητοποίηση, τη συμμετοχή, την αυτοργάνωση και την αντιεξουσία των εργαζομένων, σε συνεχή ασταθή ισσοροπία αλλά και σύγκρουση με το καθεστώς, είτε θα έχει να διαλέξει ανάμεσα στην εκπαραθύρωση ή τον εκφυλισμό σε Κεντροαριστερά. Ισχυριζόμαστε, επομένως, ότι η Αριστερά και το κίνημα οφείλουν να αναζητήσουν εκείνο το μείγμα μαζικής κατανοητής πολιτικής και σεβασμού ιδεολογικών αρχών που θα περιγράφει τις δυσκολίες πείθοντας παράλληλα ότι μπορούμε να ζήσουμε με αξιοπρέπεια και δικαιοσύνη.
Κατά τη γνώμη μας, ένα τέτοιο πλαίσιο οφείλει να εδράζεται τουλάχιστον στα εξής, ως άμεση υλοποιήσιμη πολιτική. Διευκρινίζουμε εξαρχής ότι οι ενδεικτικές προτάσεις που παραθέτουμε δεν αποτελούν «πρόγραμμα» του Δικτύου, ούτε προφανώς κατατίθενται ως κυβερνητική πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά ως μεταβατικό πλαίσιο, αφενός, για τη συγκρότηση των προτεραιοτήτων του κινήματος και, αφετέρου, για τη δέσμευση της Αριστεράς ότι μόνο έτσι ενδιαφέρεται να συμμετάσχει σε κυβέρνηση:
• Να παγώσει η αποπληρωμή του χρέους και να δημιουργηθεί επιτροπή λογιστικού ελέγχου. Καμία υποχώρηση στον εκβιασμό μνημόνιο ή ευρώ. Το μνημόνιο καταργείται ως νόμος ακόμα και αν αυτό έχει αποτέλεσμα την αποβολή της Ελλάδας από την ευρωζώνη.
• Θέσπιση κοινωνικού-εργατικού ελέγχου στη χρηματοδότηση και τη δανειακή πολιτική των τραπεζών.
• Να σταματήσουν οι ιδιωτικοποιήσεις, να καταργηθούν οι αντεργατικοί νόμοι (με πρώτον αυτόν που αφορά τις συλλογικές συμβάσεις/μετενέργεια).
• Να ψηφιστεί νόμος που να απαγορεύει τις ομαδικές απολύσεις στις κερδοφόρες επιχειρήσεις, όπως, π.χ., η Ελληνική Χαλυβουργία και η ΦΑΓΕ.
• Να δοθεί μίνιμουμ αύξηση στους κατώτερους μισθούς, συντάξεις και επιδόματα ανεργίας με παράλληλη θέσπιση πλαφόν στον ανώτατο μισθό και τη σύνταξη στο Δημόσιο και τον ευρύτερο δημόσιο τομέα, ιδιαίτερα για τους βουλευτές, τους στρατιωτικούς και τους δικαστές.
• Να αυξηθεί η φορολόγηση μεγάλων εισοδημάτων και κυρίως να συγκροτηθεί φερέγγυος μηχανισμός για την είσπραξη των φόρων.
• Να φορολογηθεί η εκκλησιαστική περιουσία, να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για το διαχωρισμό εκκλησίας - κράτους, να μειωθούν δραστικά οι στρατιωτικές δαπάνες και να παγώσουν οι εξοπλισμοί.
• Να καταργηθούν τα χαράτσια και να θεσπιστεί υψηλή φορολόγηση στη μεγάλη ακίνητη περιουσία.
• Να καταργηθούν οι περιβαλλοντοκτόνοι νόμοι, να σταματήσει η λεηλασία των δασών, των παραλιών και των φυσικών πόρων.
• Να ενισχυθεί ο «κοινωνικός μισθός» (αποκατάσταση των δομών για την ψυχική υγεία, την τοξικοεξάρτηση, τη βοήθεια στο σπίτι κ.λπ., δημιουργία «κοινωνικών» σούπερ μάρκετ που να στεγάζονται σε άδεια δημόσια κτίρια και να προμηθεύονται τα προϊόντα απευθείας από τους παραγωγούς, χορήγηση μηνιαίου κουπονιού τροφίμων σε απόρους, δημιουργία δομών στέγασης σε κενά κτίρια του Δημοσίου για τους αστέγους και ξενώνων φιλοξενίας για οικογένειες προσφύγων, δωρεάν μετακίνηση ανέργων στα ΜΜΜ κ.λπ.).
• Ελεύθερη δωρεάν πρόσβαση των ανασφάλιστων, ντόπιων και αλλοδαπών, στη δημόσια υγεία και καμία νέα αδειοδότηση για ιδιωτικές κλινικές και κέντρα.
• Να σταματήσουν οι συγχωνεύσεις σχολείων, να καταργηθούν η «αξιολόγηση» των εκπαιδευτικών και ο νόμος Διαμαντοπούλου, να θεσπιστεί η δωδεκάχρονη υποχρεωτική εκπαίδευση.
• Να νομιμοποιηθούν όσοι μετανάστες ζουν και εργάζονται στην Ελλάδα, να χορηγείται άσυλο στους πρόσφυγες που προέρχονται από εμπόλεμες περιοχές, να δίνονται ταξιδιωτικά έγγραφα σε όσους μετανάστες επιθυμούν να μετακινηθούν προς τη Δυτική και τη Βόρεια Ευρώπη και να καταργηθούν τα στρατόπεδα συγκέντρωσης προσφύγων.
• Να καταργηθούν η «αντιτρομοκρατική» νομοθεσία και ο «κουκουλονόμος», να απαγορευτούν η ρίψη χημικών, η οπλοφορία αστυνομικών και η παρουσία μηχανοκίνητων ένστολων ομάδων στις διαδηλώσεις, να αναχαιτιστεί η αστυνομική ασυδοσία και να ξηλωθούν οι παρακρατικοί μηχανισμοί αστυνομικών - φασιστών.
• Να τροποποιηθεί ο εκλογικός νόμος και να θεσπιστεί η απλή αναλογική.
Εργατικός έλεγχος, άμεση δημοκρατία και κοινωνική αντιεξουσίαΠιστεύουμε πως, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα των εκλογών, η περίοδος ευνοεί αλλά και απαιτεί ιδιαίτερα την ανάληψη πρωτοβουλιών για τη δημιουργία μαζικών αμεσοδημοκρατικών δομών, ιδιαίτερα στους χώρους εργασίας και κατοικίας, που να συνδέουν την αλληλεγγύη με την αντίσταση, τη διεκδίκηση με την υπέρβαση. Τέτοιες δομές, αξιοποιώντας τον κινηματικό γαλαξία της τελευταίας διετίας (λαϊκές συνελεύσεις, δίκτυα αλληλεγγύης, εναλλακτικές συλλογικότητες για την εκπαίδευση, την υγεία, τη διατροφή κ.λπ.), αλλά και πιο παραδοσιακές μορφές της Αριστεράς και του κινήματος, μπορούν να παίξουν διπλό ρόλο: Αφενός, να συσπειρώσουν ευρύτερα τμήματα του πληθυσμού, ριζοσπαστικοποιώντας τα και αίροντας συνήθειες, προκαταλήψεις και συντεχνιακές διαιρέσεις και, αφετέρου, να γειώσουν τον κοινωνικό ανταγωνισμό μεταφέροντας τον εκεί που ζουν και δουλεύουν οι άνθρωποι, οικοδομώντας έτσι, προφανώς ανισόμετρα και αντιφατικά, διαδικασίες εργατικού και κοινωνικού ελέγχου, αυτοεκπαίδευσης και αντιεξουσίας. Είναι πρωτεύουσας σημασίας η ανάπτυξη ενός μαζικού διεκδικητικού κινήματος που θα προβάλλει μαχητικά τα αιτήματα των εργαζομένων και παράλληλα θα προχωράει σε εκείνες τις διαδικασίες που θα μετατρέπουν στους ίδιους τους χώρους εργασίας και κατοικίας τους «από κάτω» σε ενεργά υποκείμενα.
Χρειαζόμαστε διαδικασίες, προτάσεις και πρακτικές που να επανακοιοποιούνται τους δημοσιους χώρους και τα κοινά αγαθά, που θα υπερασπίζονται το δημόσιο διεκδικώντας ένα «άλλο δημόσιο», κοινωνικό και όχι κρατικοϊδιωτικό, που θα ευνοούν τη συνάντηση υγειονομικών και χρηστών των υπηρεσιών περίλθαψης, που θα ενισχύουν την αγωνιστική συμπόρευση εξωκρατικών κινηματικών πρωτοβουλιών αλληλεγγύης (κοινωνικά ιατρεία, σχολεία, διατροφικά δίκτυα κ.λπ.) με συλλογικότητες οι οποίες σε δήμους, στην υγεία, την εκπαίδευση ή τις μεταφορές αγωνίζονται για συμμετοχικούς δημοτικούς προϋπολογισμούς, ελεύθερη πρόσβαση στα κοινά αγαθά, δωράν μετακίνηση για τους ανέργους κ.λπ.
Τελικά, για μας, η προοπτική μιας κυβέρνησης της Αριστεράς μόνο έτσι μπορεί να είναι ελπιδοφόρα. Νομίζουμε, δηλαδή, ότι στην εποχή του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού και της κοινωνικής ερήμωσης, που ακόμα και η παραμικρή μεταρρύθμιση αντιμετωπίζεται σαν επαναστατική επέλαση, μόνο ένα μεταβατικό πρόγραμμα αρμωμένο στη μαζική αυτοοργάνωση και κινητοποίηση μπορεί εντείνοντας την ταξική πάλη να διευρύνει ταυτόχρονα την ταξική συνοχή και αυτοπεποίθηση.
Δεν ξεκινάμε απο το μηδέν. Κάθε άλλο. Η δημιουργία, με τη συμμετοχή της Αριστεράς και των κινημάτων, ενός ανεξάρτητου Κέντρου Αγώνα με πανελλαδική υπόσταση, μπορεί να αποτελέσει την επόμενη περίοδο, ανάλογα βέβαια με τις εξελίξεις, σημαντικό παράγοντα συσπείρωσης, μαζικοποίησης, διεκδικητικότητας αλλά και πίεσης του κινήματος να πάνε τα πράγματα πιο αριστερά.
Ασφαλώς είμαστε χαρούμενοι με όσα συμβαίνουν, ωστόσο γνωρίζουμε ότι, όπως κάθε φορά εξάλλου, μπορεί η Αριστερά να πυροδοτήσει ή και να πρωταγωνιστήσει στις εξελίξεις, αλλά η έκβαση του κοινωνικού ανταγωνισμού θα εξαρτηθεί από το κατά πόσο οι καταπιεσμένοι θα πάρουν τις ζωές στα χέρια τους. Νομίζουμε, δηλαδή, ότι ενώ έχει μεγάλη σημασία η άμεση ανακούφιση των λαϊκών στρωμάτων από τη νεοφιλελεύθερη λαίλαπα και ότι ακριβώς με αυτό το στόχο ριζοσπαστικοποιούνται αυτά τα στρώματα, παραμένει μοναδική ρεαλιστική στρατηγική η ουτοπία της κοινωνικής απελευθέρωσης, της απελευθέρωσης ανθρώπου από άνθρωπο, και εκεί είναι που θα δοκιμαστεί η όποια κυβέρνηση ή αντιπολίτευση της Αριστεράς. Δίκτυο για τα Πολιτικά και Κοινωνικά Δικαιώματα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου