Κυριακή 30 Οκτωβρίου 2011

«Εγώ είμαι η χώρα»

Ποσώς με ενδιαφέρει αν σε ένα μήνα ή σε ένα χρόνο θα είναι η ίδια κυβέρνηση ή κάποια άλλη στο τιμόνι του τόπου. Ποσώς με ενδιαφέρει αν ο επόμενος πρωθυπουργός θα λέγεται Σαμαράς, Βενιζέλος, Αλέκος Παπαδόπουλος ή Τσίπρας (χμμ.., για δαύτον μ' ενδιαφέρει). Ποσώς με ενδιαφέρει αν θα γνωρίζει καλύτερα ελληνικά από τον σημερινό ή θα είναι τραυλός (σαν τον 5ο Γεώργιο της Αγγλίας ). Δεν είμαι απολιτίκ. Έχω άποψη και για τα πρόσωπα και για τις ιδέες που εκφράζουν, και σίγουρα κάποτε η ιστορία θα δώσει στον καθένα το μερτικό του.
Μέχρι τότε, από το να τελεσιδικήσω αναφορικά με την προσφορά και τις ικανότητες του καθενός, από το να νιώθω ρίγος κάθε φορά που ο δικός μου ταπώνει τον δικό σου, από το να αλαλάζω όταν ο αρχηγός βγαίνει σε μπαλκόνι ή παράθυρο, από το να βρίζω και να καταριέμαι τους «προδότες και τους δοσίλογους»,… έχω άλλη έννοια.
Στρώνω κώλο μπροστά σε ιστορικά κιτάπια, πίνακες, αναφορές, δηλώσεις και αντιδηλώσεις, μετρήσεις, ρήσεις, απομνημονεύματα και νεύματα (σαν εκείνο του Ανδρέα στη Μιμή- θυμάστε;). Με άλλα λόγια, όπως θα έλεγε και ο Πλάτων, διεκδικώ να αρθρώσω λόγο αφού έχω κατακτήσει γνώση γι’ αυτό το οποίο θέλω να μιλήσω...
Ταξινομώ κάποια ερωτήματα που οφείλω να προσεγγίσω, όχι βέβαια με τα εργαλεία ενός ιστορικού, ούτε βέβαια με τη σχολαστικότητα ενός ειδικού, αλλά με την εντιμότητα ενός πολίτη που επιθυμεί να γνωρίζει κάποια κομβικά σημεία της ιστορίας του. Χωρίς αγκυλώσεις, εμμονές και ιδεοληψίες μελετώ στις πηγές ή σε σοβαρά εγχειρίδια ιστορίας (κυκλοφορούν αρκετά) προσπαθώντας να βρω απαντήσεις στα ερωτήματα:
Πώς ήταν η Ελλάδα προεπαναστικά; Πώς ξεκίνησε η Επανάσταση; Γιατί ξεκίνησε; Ποιοι την ξεκίνησαν; Τι συνέβη στους δύο εμφύλιους που είχαμε; Ποιο ήταν το ύψος του πρώτου δανείου που πήραμε και πού πήγε; Γιατί ηττήθηκε στρατιωτικά η Ελλάδα; Ποιος ο ρόλος των Μαυροκορδάτου, Κωλέττη, Νέγρη και λοιπών Φαναριωτών; Πώς απελευθερώθηκε η Ελλάδα; Ποιο ρόλο έπαιξαν οι Μεγάλες Δυνάμεις; Τι επιχείρησε να κάνει ο Καποδίστριας; Γιατί τον σκότωσαν;
Σταματώ εδώ. Όχι γιατί η συνέχεια δεν έχει ενδιαφέρον, αλλά γιατί εκεί πέφτει η αυλαία της πρώτης πράξης του δράματος – ίσως του πιο σπουδαίου – που δύναται να ερμηνεύσει και τις επόμενες αλλά – κυρίως – τη σημερινή τραγωδία.  
Λέξεις που ακούμε καθημερινά όπως:  διαφθορά, συντεχνίες, κομματικό κράτος, εξάρτηση στους ξένους, διαπλοκή, αναξιοκρατία, ανομία,… και επιπλέον, όροι όπως: «κόμπλεξ μειονεξίας», «αίσθημα μεγαλείου», «στείρα προγονολατρεία», «δικτατορία των μετρίων», «ψωροκώσταινα»… κοκ, ΟΛEΣ ΚΑΙ ΟΛΑ έχουν τις ρίζες τους εκεί, στα πρώτα χρόνια της εθνικής ζύμωσης. Τότε, που από ατομικές συμπεριφορές βγαλμένες από τη μήτρα τεσσάρων αιώνων δουλείας, σφυρηλάτησαν το φρόνημα ενός ολόκληρου λαού, και στο τέλος, αυτή καθ’ αυτή τη φυσιογνωμία κυβερνητών και κυβερνωμένων.     
Τόσο οι εθνικές συμφορές, όσο και οι κατακτήσεις διαπλέκονται με τρόπο μοναδικό με τις μεγάλες ιδέες (από τη «Μεγάλη Ιδέα» ίσαμε τους Ολυμπιακούς του 2004) και την ερωτοτροπία στην εθνική κατάθλιψη. Λίγο μετά τον αρχικό ενθουσιασμό και το «ομπρός αδέλφια» ακολουθούν σχεδόν πάντα η καχυποψία, η μισαλλοδοξία και η σύγκρουση με τελικό νικητή ένα ΕΓΩ τόσο ψηλό που αδυνατεί να περάσει από το κατώφλι οποιασδήποτε ιστορικής πρόκλησης. Σπάει τα μούτρα του.
Γιατί άραγε συμβαίνουν όλα αυτά; Δεν θα επιχειρήσω απάντηση. Ωστόσο υπάρχουν εκεί έξω σοβαρές ερμηνείες από σοβαρούς στοχαστές (Καστοριάδης, Ράμφος, Κονδύλης, Λιαντίνης, Παπαγιώργης κ.α.). Όλοι τους είδαν το τέρας κατάματα και επιχείρησαν να το παλέψουν. Ναι, από διαφορετικές οπτικές και με διαφορετικά όπλα ο καθένας, αλλά το είδαν και το πάλεψαν. Αντ’ αυτού, το πολιτικό προσωπικό του τελευταίου αιώνα, αν τύχει και δει τον κύκλωπα – μιλάμε για τις καλές περιπτώσεις - τού πετά σαΐτες. Οι εξαιρέσεις ελάχιστες.
Ας πούμε μερικές πικρές αλήθειες. Ας ξεκινήσουμε από κάτω, από χαμηλά, από συμπεριφορές και νοοτροπίες που τις συναντάμε κάθε μέρα γύρω μας, στους φίλους μας, στους γείτονες, στους εαυτούς μας. Ποιοι είμαστε; Τι είμαστε; Πώς κινούμαστε; στο σπίτι, στο δρόμο, στη δουλειά… στην παραλία. Ποια περηφάνια; Ποια αξιοπρέπεια; Ποιος πολιτισμός; Ποια κουλτούρα; Φρόνημα κουτοπόνηρου ραγιά βλέπω, κλασικούς χαβαλέδες με έτοιμη την παρλαπίπα στο στόμα, γραβατομένα κουτσαβάκια με καθαρό βρακί, λερωμένους πισινούς και βρώμικο χνώτο. Και αγώνα υπέρ πάντων για την τιμή της μαμάς, την παρθενιά της κόρης… και της Παναγιάς. Γιατί ακριβώς «γαμάμε και δέρνουμε» σε ένα σπίτι ψυχιατρείο χωρίς ψυχίατρο. «Είμαστε και πολύ χάι» στην αγορά, στο γραφείο, στο αυτοκίνητο, στο πεζοδρόμιο, στο γήπεδο, στην κρεβατοκάμαρα. Με χούφτες στην τσέπη πότε τα ψυχοφάρμακα και πότε τα διεγερτικά. Έτσι είναι. Γιατί χωρίς ντόπα δεν λειτουργεί ούτε το μυαλό ούτε το κορμί όταν δεν έχει απόθεμα συνείδησης. Τι είναι αυτή; Είναι πολλά, αλλά κυρίως το αποτέλεσμα από το συχνό στήσιμο μπροστά στον καθρέπτη μας.
 Λεβεντιά και φιλότιμο, ανθρωπιά και μπέσα, υπευθυνότητα και αγωγή, είναι στοιχεία ξένα στο πετσί μας. Και άσε τη σαβούρα της πολιτικής και των media να λέει. Αυτός είναι ο κανόνας! Πώς καταντήσαμε έτσι; Ή μήπως ήμασταν έτσι, και τα βιβλία της ιστορίας μας έριξαν κολόνια στον απόπατο; Τι θέλω να πω; Δώσε προσοχή στο ακόλουθο. Στην Επανάσταση, όταν συστάθηκε υποτυπώδης διοίκηση και άρχισε να πληρώνει τους μισθούς των αγωνιστών από το πρώτο δάνειο, συνέβη κάτι που οι Αρχές δεν είχαν υπολογίσει. Κάθε οπλαρχηγός δήλωνε στην διοίκηση έως και πενταπλάσιους άνδρες από αυτούς που είχε στην πραγματικότητα! Όταν υποψιάστηκε η διοίκηση ότι κάτι δεν πάει καλά, έστειλε άνθρωπο και άρχισε να μετράει τους άνδρες σε κάθε στρατόπεδο. Και όμως, αντί για πενήντα που υπολόγιζε να βρει έβρισκε πεντακόσιους. Το μυστήριο λύθηκε όταν αποφάσισαν να τους μετρήσουν όλους και ταυτόχρονα. Τότε οι οπλαρχηγοί αρνήθηκαν και ήρθε στο φως η κομπίνα: το ένα Σώμα δάνειζε άνδρες στο άλλο όποτε γινόταν η καταμέτρηση! «Τώρα ίσως η περίστασις μας αναγκάζει να κάμωμεν και τον τυφλόν και τον κωφόν. Εάν τρέξωμεν όμως εις αυτόν τον δρόμον, δέκα δάνεια να κάμωμεν πάλιν δεν επαρκούν» (απομνημονεύματα Κανέλλου Δεληγιάννη). (Φαινόμενα σαν και αυτό που περιγράφει ο απομνηματογράφος, την ίδια εποχή στη Δύση είχαν λυθεί. Προ πολλού).
Αυτό συμβαίνει από τότε. Κάνουμε τον τυφλό και τον κουφό διακόσια χρόνια τώρα. Κανένας δεν θέλει να καθαρίσει. Κανένας δεν θέλει να καθαριστεί. Δεν ξέρω αν αυτό λέγεται «μαζί τα φάγαμε», αλλά άντε να αποδείξεις ότι δεν λέγεται.
Οι λαοί δεν είναι κεχαριτωμένες Μαρίες, ούτε εκλεκτοί του θεού ή κάποιου ευγενούς γονιδιώματος. Οι λαοί είναι σκυλάκια! Ή για να το ακούσεις κομψά, παιδιά νηπιαγωγείου. Εκπαιδεύονται, μαθαίνουν, παιδαγωγούνται. Και όταν συμβούν και τα τρία, και άλλα τόσα, γίνονται Κοινωνία Πολιτών. Ελεύθερων που γεννούν ελεύθερους. Που γνωρίζουν δηλαδή το δικαίωμα και την υποχρέωση απέναντι στην πατρίδα, αλλά και σε κάθε τόπο που τυγχάνει να φιλοξενούνται.
Που πήγε ο παιδαγωγός; Εμφανίστηκε κανένας; Θα αναφέρω πολύ σύντομα δύο περιπτώσεις. Τον πρώτο που ήρθε με αξιώσεις να βάλει τάξη στην αταξία, τον σκέπασε γρήγορα το χώμα της φατρίας και της ιδιοτέλειας. Ο δεύτερος ήταν ο Διαφωτισμός. Αυτός, αν και προϋπήρξε του Καποδίστρια, στάθηκε αρωγός δίνοντας ώθηση στο αίτημα για την απελευθέρωση τους Γένους. Ήταν όμως απελπιστικά μόνος (τι να σου κάνει ένας Κοραής, ένας Καΐρης και δυό-τρεις άλλοι), άρα αδύναμος μπροστά στη απειλή του σκοταδισμού και της φαυλοκρατίας. Κάπου εκεί χάθηκε το στοίχημα για παιδεία στα πρότυπα της Εσπερίας και μαζί με αυτή κηδέψαμε το Διαφωτισμό και τις ιδέες του.
Έκτοτε το ρόλο του παιδαγωγού ανέλαβαν οι παπάδες. Λέγοντας «παπάδες» δεν εννοώ μόνο αυτούς που φόρεσαν το ράσο, αλλά και όλους αυτούς που κατασκεύασαν και υπηρέτησαν ένα σχολειό γεμάτο ψέματα, εθνική αλαζονεία και ιστορική παραποίηση. Το ερώτημα μπαίνει αναγκαστικά εδώ: πως ήταν δυνατόν να γεννήσει αυτός ο τόπος ανθρώπους με φρόνημα πολίτη; Πολίτες που θα δώσουν τη σκυτάλη σε άλλους πολίτες και από εκεί σε Κράτος Δικαίου;
Οι αρχαίοι ημών προγόνοι (τσσς…) μας άφησαν μια λέξη νομίζω κλειδί: Ανάγκη. Τι είναι η Ανάγκη; Ανάγκη είναι το αναπόφευκτο, αυτό που θα κάνεις θες δεν θες, είναι το «δεν μπορώ να κάνω αλλιώς». Όχι γιατί το θέλει κάποιος άλλος ή στο επιβάλει με τη βία κάποιος τρίτος, αλλά γιατί εσύ ο ίδιος το επιλέγεις… αναγκαστικά προκειμένου να μην αφανιστείς. Π.χ. βρίσκεσαι στην έρημο χωρίς φαί και νερό για μέρες. Αν δεν πιείς τα ούρα σου και δεν φας καμιά σαύρα ή φίδι (αν βρεις) πέθανες. Προσοχή. Αυτά στο επίπεδο της προσωπικής επιβίωσης. Όταν μιλάμε για κοινωνίες, η ατομική επιβίωση σε συνθήκες κατάρρευσης μιας χώρας, όπου σχεδόν πάντα γίνεται σε βάρος του άλλου, δεν λέγεται Ανάγκη, λέγεται… Έλληνας της νεότερης Ελλάδας (εν συντομία: νεοέλληνας). Γίναμε brand name, και τώρα περιμένουμε το bar code για άμεση αναγνώριση. Νούμερα σκέτα.
Στις κοινωνίες που χάνονται, αν η Ανάγκη δεν συνειδητοποιηθεί ως συλλογική δράση, ως αναπόφευκτη δράση, ο αφανισμός τους είναι πέρα για πέρα βέβαιος. Στη συλλογική δράση αυτό που οφείλει να ενώσει τα υποκείμενα δεν μπορεί να είναι άλλο από μια αξία υπέρτερη του «εγώ»: το «εμείς όλοι». Με άλλα λόγια η ίδια η χώρα, και βέβαια με το βλέμμα πάντα στραμμένο στις γενιές που έρχονται. Και πώς θα τα ενώσει αν δεν τα έχει ενώσει μέχρι εκείνη τη στιγμή; Θαρρώ πώς και εδώ η Ανάγκη μπορεί να κάνει το «θαύμα» της. Αφού η αυτοσυντήρηση αποτύχει να αποδώσει τα προσδοκώμενα (βραχυπρόθεσμα κάτι μπορεί να πετύχει, αλλά μέχρι εκεί. Συνέχεια έχει το χάος) θα δώσει τη θέση της στην αλληλεγγύη, στη ζύμωση νέων ιδεών, στην αναζήτηση της γνώσης, με δυό λόγια σε ένα πολιτισμικό σοκ! Αυτό το σοκ οδηγεί στη λέξη Ευθύνη. Κάπου εκεί καταργείται… αναγκαστικά το δίλλημα της παρακμής «εγώ ή η χώρα» και μπαίνουν οι βάσεις για το «εγώ είμαι η χώρα».
«Τη χώρα τη ρώτησες αν σε θέλει;» θα αναρωτηθεί εύλογα και δικαιολογημένα κάποιος. Το φαινόμενο ενός κράτους, όπως αυτό σήμερα, που αδιαφορεί για τον πολίτη εξοντώνοντάς τον καθημερινά πότε στην ουρά μιας δημόσιας υπηρεσίας, πότε στα ράντζα ενός νοσοκομείου και πότε στα ελενίτ μιας σχολικής αίθουσας, έχει τις ρίζες του στο χάος που χωρίζει τη χώρα από τους ανθρώπους της. Στο «εγώ ΔΕΝ είμαι η χώρα».    
«Μα εγώ δεν φταίω, γιατί να πληρώσω τις αμαρτίες των 300;» Ακούγεται αφοπλιστικό το επιχείρημα. Είναι;

Κατά πρώτον, 10.000.000 άγγελοι που εκλέγουν 300 διαβόλους είναι μαθηματική ανωμαλία και ισχυρισμός ευνούχου ότι τρώει τα λεφτά του στις πουτάνες. Κατά δεύτερον…



ο Καραϊσκάκης που πέθανε, έφταιγε; Ο Ρήγας πιο πίσω; Ο υπολοχαγός του αλβανικού μετώπου Αλέξανδρος Διάκος (ο πρώτος νεκρός αξιωματικός), πού έφταιγε; Και επιπλέον, δεν νομίζεις ότι είναι κομμάτι άδικο να δίνουν τη ζωή τους κάποιοι για έναν Μήτσο και μια Κατίνα που 70 και 200 χρόνια μετά, ελεύθερα (εξ αιτίας τους) αγανακτούν και φωνάζουν: «μα εγώ δεν φταίω».
Κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι φταις, και αν ναι, σε ποιο βαθμό, πόσο μάλλον να το αποδείξει. Εγώ λέω άλλο: αν θες να σώσεις κάτι για να σωθείς, σώσε την πατρίδα σου. Και αν δεν προλάβεις να σωθείς… θα σώσεις τα παιδιά σου. Δεν το αξίζουν;
Αλλά, βέβαια, μέσα σε αυτό το χάος της παραφροσύνης ποιος μπορεί να δει πέρα από τη μύτη του, ποιος μπορεί να νιώσει περαστικός σε αυτόν τον τόπο, και ποιος μπορεί να πάρει στα σοβαρά ακόμα και τα παιδιά του.
Ποιος αλήθεια;             Dimitris Alikakos       

Δεν υπάρχουν σχόλια: