Σάββατο 18 Ιουνίου 2011

Η ακύρωση του χρόνου και του θανάτου στην τηλεόραση

 Της Καιτης Βασιλακου                                   Η τηλεόραση είναι ένας κόσμος ηλεκτρονικός που αντιγράφει τον πραγματικό κόσμο. Εμείς ως τηλεθεατές δεν καταλαβαίνουμε τη διαφορά, κοιτάζουμε την οθόνη και νομίζουμε ότι βλέπουμε τον κόσμο που υπάρχει έξω από το σπίτι μας.
Έχει γίνει  πολύς λόγος για την παραμορφωτική δύναμη που κατέχει ο τηλεοπτικός φακός, πώς δηλαδή εξογκώνει το ασήμαντο και μικραίνει  ή εξαφανίζει εντελώς το σημαντικό. Λίγο πολύ το έχουμε πια όλοι μας υποψιαστεί, μολονότι πολύ συχνά πέφτουμε στην παγίδα και δεχόμαστε αβασάνιστα  ό,τι μας σερβίρουν. Εξακολουθούμε δηλαδή να πιστεύουμε πως αυτό που βλέπουμε στην οθόνη, είναι ο πραγματικός κόσμος.
Μερικές φορές αυτό συμβαίνει στ’ αλήθεια. Μόνο που αυτό που βλέπουμε να συμβαίνει, μπορεί να μη συμβαίνει στον παρόντα χρόνο....
Κοιτάζουμε παραδείγματος χάριν στην οθόνη και βλέπουμε ένα ηλικιωμένο και διάσημο πρόσωπο να δίνει  συνέντευξη στους δημοσιογράφους. Μετά η εικόνα αλλάζει και το βλέπουμε όπως ήταν πριν σαράντα χρόνια, νέο και θαλερό, να κάνει πάλι δηλώσεις στον τηλεοπτικό φακό. Μετά πάλι αλλάζει η εικόνα και το βλέπουμε, όπως ήταν πριν δέκα χρόνια, να τραγουδά ένα τραγούδι ή να αγορεύει στη βουλή ή να παίζει στο θέατρο. Μετά ξανά αλλάζει η εικόνα και το βλέπουμε όπως ήταν πριν είκοσι χρόνια  να απαγγέλλει κάποιους στίχους ή να ηγείται μιας διαδήλωσης ή να μας εξομολογείται τα σώψυχά του.

Έτσι το παρόν και το παρελθόν ( σε διάφορες φάσεις του) έρχονται μπροστά μας ανακατεμένα και μας προκαλούν ένα μικρό σοκ. Η ομιλούσα εικόνα είναι σαφής, ο χρόνος της όμως είναι ασαφής.
Μέσω της τηλεόρασης πολλοί διάσημοι μπαίνουν τακτικά στα σπίτια μας και μας μιλούν. Είναι πολιτικοί, δημοσιογράφοι, καλλιτέχνες, τηλεοπτικές περσόνες που μας δίνουν την ψευδαίσθηση ότι βρίσκονται πολύ κοντά μας. Μας λένε πολλά και διάφορα, τις σκέψεις τους, τα σχέδιά τους, την άποψή τους, αφηγούνται περιστατικά της ζωής τους, γελούν, θυμώνουν, θλίβονται. Εμείς καθισμένοι στον καναπέ μας τους ακούμε με την ανάλογη προσοχή. Άλλοτε συμφωνούμε μαζί τους, άλλοτε διαφωνούμε. Πολλούς από αυτούς τους συμπαθούμε, άλλους τους αντιπαθούμε. Εμφανίζονται στην οθόνη μας σε τακτά χρονικά διαστήματα  κι εμείς έχουμε εξοικειωθεί με την εικόνα τους και τη φωνή τους, τους έχουμε κάνει  μέρος της καθημερινότητάς μας, κάτι σαν γνωστούς μας, σαν πρόσωπα του περίγυρού μας.  Έχουμε μάθει να ξεχωρίζουμε τη φωνή τους, πριν ακόμα δούμε τη μορφή τους στην οθόνη, γνωρίζουμε πολύ καλά τα χαρακτηριστικά τους κι αν καμιά φορά συμβεί κάποια αλλαγή πάνω τους, τη διακρίνουμε αμέσως. Πάχυνε ο τάδε, λέμε, ή αδυνάτισε, άλλαξε κόμμωση η τάδε ή έβαψε τα μαλλιά της, καιρό είχα να τον δω αυτόν, πώς γέρασε έτσι, μονολογούμε, λες και όλοι αυτοί είναι προσωπικοί μας φίλοι.
Κατά κάποιο τρόπο έχουν γίνει. Η σχέση δεν είναι βέβαια αμφίδρομη, γιατί αυτοί οι άνθρωποι δεν μας έχουν δει ποτέ ούτε υποψιάζονται καν την ύπαρξή μας. Αλλά εφόσον μπαινοβγαίνουν στο καθιστικό μας κάθε τόσο και μας αποκαλύπτουν τις σκέψεις τους, εμείς τους έχουμε κάνει φίλους. Λίγη σημασία έχει, αν οι σκέψεις που μας φανερώνουν, δεν είναι πάντα οι αληθινές. Μήπως οι πραγματικοί μας φίλοι μας λένε πάντα την αλήθεια; Έπειτα, μερικές φορές, εγώ τουλάχιστον, έχω νιώσει πολύ ωραία που μπορώ και συμμετέχω, έστω και ως άφωνη και αθέατη, σε μια συζήτηση πάνω σ’ ένα σοβαρό κοινωνικό ή επιστημονικό θέμα, όπου έγκριτοι συμπολίτες μου καταθέτουν τη γνώση και τις απόψεις τους.. Πώς αλλιώς θα μπορούσα να είμαι παρούσα σε μια τέτοια συζήτηση, αν δεν υπήρχε η τηλεόραση;
Και ξαφνικά, ενώ αυτά τα πρόσωπα έχουν μπει κανονικά στη ζωή μας, έχουν γίνει μέρος της ζωής μας, τα έχουμε δεχτεί στη ζωή μας, τα έχουμε κάνει ένα είδος γνωρίμων μας, βγαίνει ο δημοσιογράφος στις ειδήσεις των οχτώ και μας ανακοινώνει σοβαρός και απαθής το θάνατο κάποιου από αυτούς.
Το σοκ που δεχόμαστε είναι δυνατό.
Ένα είδος φίλου μας έχει φύγει από τη ζωή, δηλαδή από την καθημερινότητά μας. Δεν θα τον ξαναδούμε μπροστά μας να φλυαρεί ανέμελα ή να συζητά σοβαρά. Δεν θα ξανακούσουμε τίποτα γι αυτόν. Πολύ σπάνια η τηλεόραση γυρίζει πίσω για να μας ξαναδείξει τις τηλεπερσόνες της, όταν αυτές έχουν αποδημήσει στον Κύριο.

Μετά το σοκ και την παράξενη θλίψη που μας έχει κατακλύσει, ξεχνάμε σιγά-σιγά τις επόμενες μέρες το δυσάρεστο γεγονός και στο τέλος δεν μένει στη μνήμη μας τίποτα. Δεν πρόκειται εδώ για πραγματική απώλεια αγαπημένου προσώπου. Η θλίψη που νιώσαμε ήταν περισσότερο φιλοσοφική, η αίσθηση του εφήμερου, του χάρτινου που έχει τούτη η ζωή. Τι καλύτερος τρόπος να το ανακαλύψουμε από την αποδημία τέτοιων τηλεοπτικών «φίλων»;
Το προσωρινό κενό που νιώσαμε καλύπτεται πάντως γρήγορα και εύκολα.
Άλλοι «γνώριμοι» κατακλύζουν την οθόνη μας και μας λένε διάφορα, αστεία και σοβαρά, μας παρασύρουν στο ρυθμό τους, μας κάνουν να τους αγαπούμε, να τους συμπαθούμε, να τους αντιπαθούμε, να τους νιώθουμε δικούς μας. Μέχρι να έρθει η στιγμή να ακούσουμε (πιθανόν) το λυπηρό νέο και πάλι. 
Αυτό δεν θα μας συνέβαινε, αν δεν υπήρχε η τηλεόραση.
Τότε που ο κόσμος ενημερωνόταν από τις εφημερίδες κυρίως (και λιγότερο από το ραδιόφωνο),  διάβαζε στα ψιλά για το θάνατο κάποιου βουλευτή πχ που δεν τον είχε δει ποτέ του ούτε τον είχε ακούσει. Κάποιοι καλλιτέχνες όχι πολύ διάσημοι έφευγαν από αυτό τον κόσμο και τους έκλαιγαν οι δικοί τους, όχι οι τηλεθεατές. Το ίδιο και κάποιοι διάσημοι για τα πλούτη ή την ομορφιά τους ή την κοσμοπολίτικη ζωή τους. Το κοινό παρέμενε ψύχραιμο, όλοι αυτοί ήταν έτσι κι αλλιώς πολύ μακρινοί. Μόνο οι πολύ μεγάλοι, οι μεγάλοι πολιτικοί, οι μεγάλοι καλλιτέχνες  που το όνομά τους ήταν συνέχεια στο στόμα του κόσμου, προκαλούσαν με την αποχώρησή τους τη γενική θλίψη.


Καμιά φορά ωστόσο η τηλεόραση κάτι θυμάται με κάποια αφορμή και τότε κάποιος από αυτούς τους μονόπλευρους μακαρίτες φίλους μας εμφανίζεται στην τηλεοπτική  οθόνη για λίγα λεπτά. Βλέπουμε τη μορφή του, ακούμε τη φωνή του, τον παρατηρούμε με πόση σιγουριά μιλά για τα τρέχοντα θέματα και παράλληλα σκεφτόμαστε πού έχει πάει τώρα αυτή η σιγουριά, πού έχουν πάει τα τρέχοντα θέματα και πού έχει πάει και η μορφή που πασχίζει να μας πείσει γι αυτά, σκεφτόμαστε πόσο αέρας είναι όλη η ιστορία και κάτι αλλιώτικο μας πιάνει. Έπειτα η μορφή εξαφανίζεται και μαζί της εξαφανίζονται ακαριαία και τα περίεργα συναισθήματά μας.
Από την άποψη αυτή η τηλεόραση μάς δίνει τακτικά μαθήματα ζωής, ύπαρξης και θανάτου. Αυτό που αποτυπώνει ο φακός σε μια στιγμή του χρόνου, έρχεται και ξανάρχεται μπροστά μας ζωηρό και φρέσκο, λες και δεν έχουν μεσολαβήσει οι δεκαετίες. Όμως εμείς ξέρουμε πως από εκείνη την εικόνα που βλέπουμε να μιλά μπροστά μας τόσο ευχάριστα και με τόση σιγουριά μέχρις εδώ, έχει διανυθεί ένας χρόνος αμείλικτος που όλα τα έχει σαρώσει. Το δροσερό πρόσωπο έχει γεράσει, ίσως μάλιστα δεν είναι πια ανάμεσά μας, και εν τω μεταξύ έχουν συμβεί τόσα και τόσα γεγονότα που η εικόνα που μας χαμογελά, δεν τα υποψιάζεται καθόλου. Και μερικά από αυτά τα γεγονότα  αφορούν αυτή την ίδια. Εκείνη δεν το ξέρει, εμείς όμως το ξέρουμε.
Η ειρωνεία του χρόνου δεν θα μπορούσε να βρει καλύτερη εφαρμογή από αυτές τις παλιές τηλεοπτικές εκπομπές και τα ρεπορτάζ.          Καίτη Βασιλάκου    

Δεν υπάρχουν σχόλια: