Του Γιωργου Πηττα Αν έρχονταν κάνας τσανακογλείφτης να πει: «αχ! Μα τι κούκλα που είναι η Αθήνα, τι λαμπερή» τρέχατε ευθείς, όλοι εσείς να του σκορπίσετε στα πόδια τα χρυσάφια κι’ ότι άλλο ποθούσε για να το ξαναπεί και να τ’ ακούσετε πάλι, πως τάχα έχει αξία πιότερη από μια σαρδέλα! (Από τους Αχαρνείς του Αριστοφάνη)
Στο μεταξύ αφού πηγαίναμε όλοι για ύπνο ευτυχισμένο και γεμάτο με όνειρα δοξαστικά, ο γλείφτης και οι…χορηγοί του, μοιράζανε τα πλούτη σε μερίδες μεταξύ τους και κάνανε γλέντια ένδοξα.
Χρόνια ολάκερα κράτησε ετούτος ο ρυθμός και κανείς δεν ανησυχούσαν καθώς όλο και περισσότεροι θέλανε να μπούνε στη γιορτή, και αν δεν είχαν τα μπακίρια και τα χρυσάφια, τουλάχιστον φορούσανε ρούχα γυαλιστά με δανεικά και βγαίνανε στην Αγορά να δειχτούνε και να κάνουνε το κομμάτι τους. Όλοι;
Η οργή βέβαια ξεπηδάει από το ότι, ως συνήθως, το σύστημα βιάζει τώρα κατ’ εξακολούθηση και αυτούς που όχι μόνο δεν πήγαν στην «γιορτή» αλλά ούτε καν απ’ έξω δεν πέρασαν γιατί μάλλον ήταν απασχολημένοι με την επιβίωση και τις υποχρεώσεις τους ή απλά δεν ενδιαφερόντουσαν για όλα αυτά. (ναι υπάρχουν και αυτοί)
Τώρα, που όλα τέλειωσαν τι είναι να γίνει;
«Τι πρέπει να κάνουμε;» ρωτά το TVXS στην Αθήνα, «γνωστές προσωπικότητες των Γραμμάτων και των Τεχνών.»
Απαντήσεις δόθηκαν αρκετές, για όλα τα γούστα περίπου.
Μήπως όμως πρώτα από όλα θα πρέπει να αναζητήσουμε μέσα από όλες αυτές τις «γνωστές προσωπικότητες» εκείνες τις συγκεκριμένες που βάραγαν τα καμπανάκια για την επερχόμενη κρίση εδώ και χρόνια αντί τώρα να αναζητάμε όψιμους κριτές και τεχνητούς ηγέτες;
Γιατί όταν καλείς κάποιον να απαντήσει στο ερώτημα «Τι πρέπει να κάνουμε;» ,παραφράζοντας μάλιστα διακριτικά τον Λένιν τότε, ασυναίσθητα έστω, ενδύεις τον ερωτώμενο με το ρούχο του «πρωτοπόρου» και του ηγέτη.
Εναπόκειται πια, στο Ήθος του κάθε ερωτώμενου να απαντήσει ιππεύοντας ή όχι την κάλαμο του ξερόλα και του καθοδηγητή στο «δύστυχο πόπολο».
Ακριβώς για αυτό το λόγο, προτίμησα εκείνες τις απαντήσεις που ξεπήδησαν μέσα από προσωπικά βιώματα και είχαν ειλικρινή και βαθύ υποκειμενισμό ακόμα και αν κάπου τις διέκρινε (ίσως) μια αφέλεια.
Νισάφι έτσι κι αλλιώς με τους μονίμως βλοσυρούς δήθεν υποψιασμένους.
Όπως αναφέρει κάπου και η Μαργκερίτ Γιουρσενάρ «το πλέον "αντικειμενικό" είναι το απόλυτα συνειδητό υποκειμενικό».
«Τι πρέπει να κάνουμε;» λοιπόν;
Νομίζω-να μην ακούμε κανέναν.
Να εξηγηθώ:
Μέχρι πριν από λίγο καιρό έλεγα και έγραφα και συζητούσα (και πολλοί άλλοι πριν από μένα ασφαλώς) πως το μέγα πρόβλημα στην Ελλάδα, αυτή τη στιγμή, είναι η πλήρης έλλειψη Ηγεσίας, σε όλα τα επίπεδα.
Τελικά, αναρωτιέμαι, μήπως ακριβώς αυτό το τεράστιο και υπαρκτό έλλειμμα, μπορεί να αναδειχθεί στην μεγαλύτερη ευκαιρία του τόπου μας στην παρούσα συγκυρία, στην γονιμότερη σπορά για το μέλλον.
Το βασικό συστατικό της ιδιάζουσας ελληνικής κρίσης βρίσκεται στον εξωφρενικό καταναλωτισμό που μας διέκρινε σαν κοινωνία τα τελευταία χρόνια.
Γιατί, άλλο η διεθνής κρίση του Καπιταλισμού και άλλο η ελληνική του έκδοση που έχει τις αιτίες του βάθους της στο πιο διάτρητο και διεφθαρμένο κράτος της Ευρώπης.
Ένα «κράτος» που δεν ένιωσε ποτέ καν την ανάγκη να τηρεί κάποια προσχήματα προς τους Πολίτες του.
Σαν τα πιο αφελή ψάρια, δαγκώσαμε το δόλωμα, οι πιο πολλοί, και αναπαράγαμε όσα «δίδασκαν» σε πραγματικό και εικονικό επίπεδο τα Μέσα Μαζικής Λοβοτομής του συστήματος.
Οι αντιστάσεις, από ελάχιστες έως ανύπαρκτες.
Γιατί καμία Παιδεία σε αυτόν τον τόπο δεν δίδαξε ποτέ Ιστορία και Αυτοπεποίθηση, μιλάω για εκείνη την αυτοπεποίθηση που βγαίνει μόνο μέσα από την κριτική και αυτοκριτική σκέψη.
Απ’ όπου κι αν το δει κανείς, ένοχος είναι ο ιδιότυπος ελληνικός λούμπεν καπιταλισμός και η θεσμοποίηση της αρπαχτής λογικής από τις Κυβερνήσεις.
Σε όλο αυτό το τσίρκο που κράτησε με ένταση τα τελευταία 20-25 χρόνια αλλά που κρατεί ρίζες από τη σύσταση του Ελληνικού Κράτους, οι φωνές που πήγαν δημοσίως κόντρα ήταν τόσο λίγες , που εγώ τουλάχιστον αυτή τη στιγμή, δεν θυμάμαι καμία.
Θα ήθελα πολύ, μα πάρα πολύ, να ήταν ακόμα ανάμεσα μας ο Καστοριάδης, ο Αξελός, ο Πουλαντζάς, ο Ελεφάντης, και κάποιοι άλλοι στοχαστές και όχι πολιτικάντηδες και να μιλήσουν.
Να πουν «τι πρέπει να κάνουμε;».
Μια λέξη-έννοια που μου έρχεται στο νου επίμονα αυτές τις μέρες, είναι η Αυτοθέσμιση.
Και δεν μπορώ να μην σκεφτώ για άλλη μια φορά (ας μου επιτραπεί να ξεφύγω λίγο…) πως ίσως, το μεγαλύτερο έγκλημα που έγινε στην Ελλάδα, ήταν η ίδια η σύστασή της ως ενιαίου Κράτους φορτωμένου μάλιστα με μεγαλοϊδεατισμούς.
Οι Έλληνες, αν κάποτε δημιούργησαν δέκα πράγματα για τα οποία η ανθρωπότητα συζητά για αιώνες, ήταν όταν δεν υπήρχε Ελλάδα.
Όταν οι Έλληνες μοιρασμένοι σε Πόλεις Κράτη μπορούσαν στην μικρή κλίμακα της Κοινότητας να αναδείξουν τον χαρακτήρα τους και τα ταλέντα τους αλλά και να τιμωρήσουν τους καταχραστές της εξουσίας.
Η Άμεση Δημοκρατία, δεν γεννήθηκε ούτε στην Κίνα, ούτε στο Φεγγάρι, αλλά στην Αθήνα.
Η Φιλοσοφία, η Ποίηση, η Πολιτική, όλα όσα ξεπήδησαν από αυτή τη γωνιά του κόσμου, προέκυψαν όταν οι μικρές κοινότητες, έδιναν χώρο σε όσους είχαν κάτι να πουν και να δείξουν.
Ίσως και γιατί στη μικρή κλίμακα ο εγωισμός η μικρότητα και η δολοπλοκία ήταν πιο δύσκολο να εξαφανίσουν την Αξία του Άλλου. Αυτές οι μικρές-πυκνές κλίμακες, ταίριαξαν και ταιριάζουν πιστεύω στην ελληνική ιδιοσυγκρασία.
Το «Οργιστείτε- Εξεγερθείτε» που αντιλάλησε από τη Γαλλία με τη φωνή του 93χρονου Στεφάν Εσέλ από την άλλη, έρχεται και υπογραμμίζει την Αυτοθέσμιση, δηλαδή την διαφυγή μέσα από την επαναφορά στον Κοινοτισμό –κάτι που ήταν διάχυτο στην Ελλάδα πριν την πλήρη επικράτηση των Κοτζαμπάσηδων και την συντριβή των Ελλήνων Διαφωτιστών που επεδίωξε και πέτυχε με ιδιαίτερη λύσσα η Εκκλησία.
Κάπου στα ψιλά, διάβαζα τις προάλλες, πως ένας αξιόλογος αριθμός Ελλήνων, εγκαταλείπουν την Αθήνα και επιστρέφουν προς τις επαρχίες για να ασχοληθούν επαγγελματικά σε συνεταιριστική βάση με δουλειές που έχουν σχέση με τη φύση και τις πράσινες εφαρμογές.
Η αναφορά που είδα, μιλούσε για ένα περίπου +8% του αστικού πληθυσμού που μόνο φέτος , προστέθηκε σε όσους επιλέγουν «έξοδο».
Μήπως-αναρωτιέμαι- μας λέει κάτι αυτό;
Ίσως τέτοια πράγματα, να δείχνουν τον δρόμο προς έναν εξορθολογισμό αυτής της χώρας, αυτόν τον εξορθολογισμό που όχι μόνο δεν έκανε, αλλά καταπολέμησε το ίδιο το σύστημα μετατρέποντας μια ολόκληρη κοινωνία σε ανεγκέφαλο πελάτη ενός υδροκέφαλου και καθυστερημένου κράτους.
Θα φέρω ένα χοντρό παράδειγμα-πάλι από μνήμης δυστυχώς.
Πριν από πάρα πολλά χρόνια, οι Έλληνες μικροπαραγωγοί κρασιού ζητούσαν κάποιες ελαφρύνσεις ώστε να είναι το προϊόν τους πιο προσιτό.
Η πολιτεία κώφευε σταθερά, γιατί δεν ήθελε να τα χαλάσει με τους μεγαλοεισαγωγείς οινοπνευματωδών ποτών και όλου του πλέγματος διανομής. Θυμάμαι το γεγονός, από ένα οξύτατο δημοσίευμα του καλού περιοδικού Αντί του αείμνηστου Χρήστου Παπουτσάκη.
Κάπως έτσι ή μάλλον και έτσι, στην Ελλάδα έγινε εθνικό ποτό το…«ουισκάκι».
Τα πούρα η μπόχα ο Πανταζής η γκλαμουριά , οι Κωστόπουλοι, ήρθαν λίγο μετά ως επιβεβαίωση του πολιτιστικού έργου των εκλεγμένων (…) Κυβερνήσεων.
Τι πρέπει να κάνουμε;
Νομίζω πάνω από όλα, να γίνουμε Πολίτες.
Τι δεν πρέπει να κάνουμε;
Να νοσταλγούμε την Αλεξάνδρεια που φεύγει-γιατί αυτή η Αλεξάνδρεια, δεν είχε καν φάρο. Τα φώτα του «Διογένης Παλλάς» ήταν.
Πισθέταιρος: Ε! Βλέπεις κανένα πουλί;
Ευελπίδης: Μπα, τίποτα. Ούτε φτερό για δείγμα! Κι’ όμως κοιτώ τον ουρανό και χάσκω με το στόμα ανοιχτό… Από τα Πουλιά του Αριστοφάνη. tvxs.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου