Tου Πασχου Mανδραβελη
Πριν από δέκα χρόνια, η Ελλάδα έμπαινε στην τρίτη χιλιετία με καλούς οιωνούς. Οχι με τους καλύτερους που θα μπορούσε –οι δομικές στρεβλώσεις της χώρας ήταν παντού ορατές– αλλά έπειτα από ένα μακροχρόνιο πρόγραμμα σταθεροποίησης της οικονομίας, στις 19 Ιουνίου του 2000, η χώρα γινόταν μέλος της ONE. Ηταν κάτι που πριν από το 2000 αποτελούσε για τους επαγγελματίες της απαισιοδοξίας ένα άπιαστο όνειρο και μετά μια λογιστική διαδικασία με αρκετά δημιουργικά στοιχεία.
Η αλήθεια είναι ότι η ένταξή μας στην ΟΝΕ ήταν κυρίως πολιτική επιλογή των εταίρων μας, η οποία όμως δεν ήταν οικονομικώς αστήρικτη. Η Ελλάδα αναπτυσσόταν με ταχύτατους ρυθμούς και προχωρούσε σε μεταρρυθμίσεις οι οποίες μέχρι τότε ήταν ιδεολογικώς ποινικοποιημένες, (ιδιωτικοποιήσεις, μετοχοποιήσεις, απελευθέρωση του τραπεζικού τομέα, αλλαγές στα εργασιακά κ.ά.) Αυτή η μεταρρυθμιστική πνοή εξαντλήθηκε στην αρχή της δεύτερης τετραετίας Σημίτη. Η σύγκρουση κυρίως του ΠΑΣΟΚ με την κυβέρνηση για το ασφαλιστικό απλώς σηματοδότησε το φρενάρισμα. Πολλοί θεωρούν ότι η κυβέρνηση τότε έκανε την επιλογή της κοινωνικής ειρήνης, παρά να διακινδυνεύσει τη διενέργεια των Ολυμπιακών Αγώνων, η προετοιμασία των οποίων ήταν στο βαθύ κόκκινο. Αλλά το φρενάρισμα δεν ήταν μόνο κυβερνητικό. Η κοινωνική δυναμική του εκσυγχρονισμού ήταν πλέον ξέπνοη.
Σ’ αυτό συνετέλεσε η μεγάλη διαφθορά –πτυχές της ακόμη και σήμερα αποκαλύπτονται– και κυρίως το κλίμα που διαμορφώθηκε. Από το 2001 μέχρι το 2004 κάθε εκσυγχρονισμός ....
διαβαζόταν με τα γυαλιά της υποψίας. Συνετέλεσε όμως και το γεγονός ότι ο εθνικός στόχος του ευρώ δεν συζητήθηκε αρκετά και σε βάθος. Αν κρίνουμε από τα δημοσιεύματα πριν από το 1999, η ΟΝΕ ήταν περισσότερο ένα εθνικό γινάτι –γιατί οι άλλοι (που εντάχθηκαν έναν χρόνο πριν) και όχι εμείς;– παρά μια επεξεργασμένη απόφαση στην ελληνική κοινωνία. Η ένταξη στην ONE ήταν προορισμός παρά αφετηρία. Γι’ αυτό και δεν έγιναν οι αναγκαίες προσαρμογές, όχι μόνο στο κράτος, αλλά και στις επιχειρήσεις, οι οποίες είχαν πλέον έναν ενιαίο οικονομικό χώρο να αναπτυχθούν. Ο φθηνός δανεισμός που εξασφάλισε η ένταξη στην ΟΝΕ επέτεινε το κλίμα εφησυχασμού ότι «λεφτά υπάρχουν», παρά το γεγονός ότι τα σημάδια στην οικονομία ήταν δυσοίωνα. Π.χ. οι υψηλότερες τιμές έδειχναν στρεβλώσεις στην αγορά, αλλά και δομικές αδυναμίες της ελληνικής οικονομίας, που θα μπορούσαν με βαθιές μεταρρυθμίσεις να διορθωθούν.
διαβαζόταν με τα γυαλιά της υποψίας. Συνετέλεσε όμως και το γεγονός ότι ο εθνικός στόχος του ευρώ δεν συζητήθηκε αρκετά και σε βάθος. Αν κρίνουμε από τα δημοσιεύματα πριν από το 1999, η ΟΝΕ ήταν περισσότερο ένα εθνικό γινάτι –γιατί οι άλλοι (που εντάχθηκαν έναν χρόνο πριν) και όχι εμείς;– παρά μια επεξεργασμένη απόφαση στην ελληνική κοινωνία. Η ένταξη στην ONE ήταν προορισμός παρά αφετηρία. Γι’ αυτό και δεν έγιναν οι αναγκαίες προσαρμογές, όχι μόνο στο κράτος, αλλά και στις επιχειρήσεις, οι οποίες είχαν πλέον έναν ενιαίο οικονομικό χώρο να αναπτυχθούν. Ο φθηνός δανεισμός που εξασφάλισε η ένταξη στην ΟΝΕ επέτεινε το κλίμα εφησυχασμού ότι «λεφτά υπάρχουν», παρά το γεγονός ότι τα σημάδια στην οικονομία ήταν δυσοίωνα. Π.χ. οι υψηλότερες τιμές έδειχναν στρεβλώσεις στην αγορά, αλλά και δομικές αδυναμίες της ελληνικής οικονομίας, που θα μπορούσαν με βαθιές μεταρρυθμίσεις να διορθωθούν.
Η μεγάλη ευκαιρία χάθηκε μετά τους Ολυμπιακούς. Η κυβέρνηση Καραμανλή, αντί να συνεχίσει από εκεί που σταμάτησε το 2001 η κυβέρνηση Σημίτη, φρέναρε περισσότερο τη διαδικασία και ακόμη χειρότερα: διόγκωσε όλες τις δομικές αδυναμίες της χώρας σε βαθμό έκρηξης. Βέβαια από την άλλη, αυτή πιθανώς να ήταν και η μεγαλύτερη συνεισφορά της στην ιστορία. Η κακή διαχείριση όξυνε τόσο τα δομικά προβλήματα, που μάς ανάγκασε να τα δούμε και να προσπαθήσουμε τώρα να τα αντιμετωπίσουμε.
Πού βρισκόμαστε, λοιπόν, δέκα χρόνια μετά την ένταξη στην ΟΝΕ; Κατ’ αρχάς, εντός της κι αυτό είναι ένα τεράστιο πλεονέκτημα για τη χώρα. Κατά δεύτερον, τώρα πρέπει να παλέψουμε για όσα δεν κάναμε την περασμένη δεκαετία. Δυστυχώς, σε χειρότερες συνθήκες. Εκτός από τη διεθνή οικονομική κρίση που τα κάνει όλα χειρότερα και η ευρωπαϊκή αλληλεγγύη διαρκώς συρρικνώνεται. Αλλά η μάχη για την ανάταξη της οικονομίας είναι ζωτική για τη μελλοντική μας ευημερία και πρέπει να τη δώσουμε χωρίς δισταγμούς. kathimerini. gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου