Του Γιώργου Πήττα Ερωτηματικό
Θυμάσαι εκείνο το βράδυ
που μιλούσαμε
για τους νεκρούς μας;
Τί να απογίναμε άραγε;
(Σπύρος Αραβανής-Από τη συλλογή Ανοσία της Άγνοιας)
Άλσος Νέας Σμύρνης, νύχτα, κάπου προς τα τέλη της δεκαετίας του 70-νομίζω 1979.
Άλλη μια γιορτή του ΚΚΕ Εσωτερικού, ακόμα ένα Φεστιβάλ του Ρήγα.
Τις προηγούμενες μέρες, είχαν εμφανιστεί ο Μάνος Χατζιδάκις (ένας γλυκανάλατος αστός συνθέτης για το ΚΚΕ τότε) και οι Socrates (βαλτοί της CIA για τον Γιάννη Μαρκόπουλο, αλλοτριωμένοι υπηρέτες του εξαμερικανισμού, για την Ορθοδοξία του ΚΚΕ).
Σε έναν αμφιθεατρικό χώρο ανάμεσα στα δέντρα του άλσους είχαν μπει σε ημικυκλική διάταξη μιας σειρά από μεγάλα μεγάφωνα και στο κέντρο, μια καρέκλα με μία μικρή κονσόλα μπροστά της. Φιλοξενούμενος της βραδιάς, ο Γιάννης Ξενάκης. Αυτός, ο πατέρας της Στοχαστικής Μουσικής, ο άνθρωπος που έφερε στη γη τους κοσμικούς αντίλαλους, ένας δημιουργός από τους λίγους που προκαλούσε βαθύ σεβασμό ακόμα και σε όσους δεν ήθελαν να μπουν στο δικό του ταξίδι. Για χρόνια πολλά εξόριστος στη Γαλλία, αυτός ο ερήμην καταδικασμένος σε θάνατο από την Ελλάδα του Εμφυλίου, πραγματικός θρύλος σε παγκόσμια κλίμακα για τη μουσική του 20ου αιώνα, είχε δεχτεί μετά χαράς να έρθει στη γιορτή του Ρήγα και να παίξει κάποιες μουσικές του κάνοντας ο ίδιος τον ξεναγό στο μουσικό του σύμπαν.
Για την ιστορία και μόνο, θα αναφέρω πως η βραδιά εξελίχθηκε στην κυριολεξία με τρόπους μαγικούς. Μαζεύτηκε πολύς κόσμος, άλλοι γιατί ήξεραν άλλοι από περιέργεια και άλλοι που ίσως δεν είχαν ιδέα. Ο Ξενάκης, αποδείχτηκε εκτός όλων των άλλων και μεγάλος δάσκαλος και παιδαγωγός. Καθήλωσε τους πάντες για 2 ώρες, κοιτούσαμε και ακούγαμε όλοι με ανοιχτό το στόμα και κατάφερε να ξεκλειδώσει σε όλους –και ήταν πολλοί εκεί -τους κώδικες τους κόσμου του.....
Σε ένα παλαιότερο σημείωμά μου στην εφημερίδα, είχα και πάλι αναφερθεί σε εκείνες τις εποχές και ειδικά στις γιορτές που έκανε τότε το ΚΚΕ Εσωτερικού.
Γιορτές στις οποίες έβλεπες τους μουσικούς και τους ποιητές να μετέχουν μαζί με τον υπόλοιπο κόσμο και να χαίρονται όλοι μαζί το βίωμα του Πολιτισμού. Δεν είναι η νοσταλγία που με σπρώχνει σε αυτές τις αναψηλαφήσεις, είναι περισσότερο η ένδεια των ημερών που με τρομάζει , η ανυπαρξία οπλισμού απέναντι στην επιθετική αλλοτρίωση που καταφέρνει στο τέλος και στρεβλώνει τα πάντα, ακόμα και τις πιο απλές έννοιες σε μία συζήτηση.
Ναι, η Αριστερά εκείνης της εποχής, ήταν ρηξικέλευθη, τολμηρή, ριζοσπαστική, επαναστατική, ήταν πραγματική Αριστερά.
Πρωτοπορούσε σε μία κοινωνία που ακόμα είχε νωπά τα τραύματα της δικτατορίας, τολμούσε να αγκαλιάζει τον «παρακμιακό αστό Χατζιδάκι» ή τον «ακατανόητο Ξενάκη» τολμούσε επίσημα να βάζει ζητήματα διακρίσεων στην κοινωνία για τους Ομοφυλόφιλους συμπολίτες σε μια εποχή που το ζήτημα ήταν ακόμα ταμπού, μίλησε πρώτη για την Οικολογία και τα περιβαλλοντικά ζητήματα –και ας μην ήταν ούτε κατά διάνοια «λαϊκά αιτήματα», θεράπευε συστηματικά τις Τέχνες, καλλιεργούσε την αγάπη στις Επιστήμες, έβλεπε την Ευρώπη και την ενοποίησή της ως ευκαιρία για διεύρυνση της Δημοκρατίας και της συνεργασίας της Κοινωνίας των Πολιτών.
Ήταν, μια Αριστερά που πήγαινε κόντρα στις ευκολίες κάθε είδους.
Το ΚΚΕ Εσωτερικού –από τότε- έβλεπε τους κινδύνους μιας ενίσχυσης της εθνικιστικής ακροδεξιάς στην Ευρώπη και, επένδυσε –ορθά- στην Ευρωπαϊκή Ιδέα βλέποντας πως θα μπορούσε να λειτουργήσει ως ανάσχεση σε μία πιθανολογούμενη αναβίωση των εθνικισμών και του μίσους.
Πάνω από όλα, εκείνη η Αριστερά, η Ανανεωτική, η «Ρεβιζιονιστική» δεν έβαζε στις εκπτώσεις τις Θέσεις που αποφάσιζε πως η Ιστορική Αναγκαιότητα έπρεπε να λάβει.
Με άλλα λόγια δεν χαρίστηκε ποτέ ούτε στον αριστερότροπο λαϊκισμό, ούτε στον μυωπικό αριστερισμό.
Δεν χάιδευε ούτε τα μέλη της, ούτε την Κοινωνία αυτή η Αριστερά των «Αναθεωρητών». (λες και η Αναθεώρηση είναι συνώνυμη της ύβρεως…αλλά έτσι δεν σκέφτονται οι απανταχού ορθόδοξοι όταν τους ενοχλείς τα άγια των αγίων;)
Από την Ελλάδα του 79 μέχρι τη σημερινή του 2010, έχουν μεσολαβήσει τόσα που πια μιλάμε για μια σχεδόν διαφορετική χώρα. Σχεδόν κινηματογραφικά καταγράφτηκαν πολλά επεισόδια στο άρθρο «Ελλάδα, τίτλοι τέλους».
Η αλλοτρίωση που προκλήθηκε στα χρόνια που πέρασαν, ο βαθύτατος εκφασισμός της κοινωνίας σε όλα σχεδόν τα επίπεδα, η κυριαρχία του λαϊκισμού, η ανάδειξη σε όλο το φάσμα του κρατικού μηχανισμού στελεχών με μοναδικό προσόν την κομματική ιδιότητα, η σε τεράστιο βαθμό αποδοχή της αναξιοκρατίας από μεγάλες μερίδες του πληθυσμού, η μεγάλη αναδιανομή πλούτου που (καλώς) έκανε ο Ανδρέας Παπανδρέου που όμως δεν συνοδεύτηκε ποτέ από την διαπαιδαγώγηση σε υποχρεώσεις και παραγωγικότητα, μαζί με την ακάθεκτη επέλαση του life style αλλοίωσαν τον κοινωνικό ιστό, μπέρδεψαν ρόλους, επαναπροσδιόρισαν τους κώδικες συμπεριφοράς και επικοινωνίας.
Η Αριστερά σε όλα αυτά, βρέθηκε περίπου άφωνη, αμήχανη, χωρίς βηματισμό.
Με το ΠΑΣΟΚ να της λεηλατεί από την αρχή της δεκαετίας του 80 την Γραμματική και το Συντακτικό, σε συνδυασμό με την αλλοτρίωση μιας οδυνηρά μεγάλης μερίδας του λαού, κόλλησε στη γωνία.
Αναζήτησε να πάρει το αίμα της πίσω, μάλλον σπασμωδικά, όταν μπλέχτηκε στην προσωπική επίθεση κατά του Ανδρέα με τα ειδικά δικαστήρια. Χρησιμοποιήθηκε ουσιαστικά από την Μητσοτακική δεξιά ως ηθικό άλλοθι για την εξόντωση του αντιπάλου της. Και περιέπεσε ξανά σε υπαρξιακό τέλμα.
Για να μην μακρηγορήσω υπερβολικά, κάνω ένα άλμα:
ΚΚΕ Εσωτερικού, ΕΑΡ, Συνασπισμός, ΣΥΡΙΖΑ.
Ρήξη και αποχώρηση της Ανανεωτικής Πτέρυγας, δηλαδή της μοναδικής ιστορικά, πολιτικά και αισθητικά κληρονόμου των κεφαλαίων που έγραψε το ΚΚΕ Εσωτερικού.
Ουσιαστικά, ρήξη με έναν Λόγο που απλώς πλειοδοτεί στο «Αντί» στείρα, μονότονα, και κυρίως, ναι κυρίως, αδιάφορο σε βαθμό κυνισμού, για το μέλλον του τόπου.
Με έναν διάχυτο αντιευρωπαϊσμό που συνειδητά, αγνοεί τα υπαρκτά οφέλη της Ε.Ε. και της Ευρωπαϊκής Ιδέας, γιατί προτιμά να απορρίπτει συλλήβδην αντί να προτείνει δημιουργικά.
Λόγος μόνο καταγγελτικός που δεν μετέχει ποτέ σε κανέναν διάλογο και αν το κάνει είναι για λόγους προσχηματικούς, λόγος που μοιάζει να μην ενδιαφέρεται για τίποτα άλλο παρά μόνο για το πώς «συγκινήσει» τα πλήθη.
Τα πλήθη που ωστόσο, δεν συγκινούνται ακόμα και αν αργά μοιάζουν κάπως να απεγκλωβίζονται από το ασφυκτικό δίπολο ΠΑΣΟΚ-Νέας Δημοκρατίας.
Αυτός ο απεγκλωβισμός δεν έχει, ούτε θα μεταφραστεί σε κέρδη στην Κουμουνδούρου ή στον Περισσό.
Και βέβαια, δεν πιστεύω πως θα μεταφραστεί ξαφνικά σε εκλογικά ποσοστά για την Ανανεωτική Πτέρυγα.
Όμως, η αποχώρηση αυτή, ίσως να δώσει την ευκαιρία στην Αριστερά της Ανανέωσης να μιλήσει ξανά χωρίς εκπτώσεις.
Να τολμήσει ξανά να συγκρουστεί με όλων των ειδών τα κατεστημένα.
Να απεγκλωβιστεί από τους «αριστερούς» βυζαντινισμούς και τα μαγειρεία και να ορθώσει ξανά έναν λόγο που να συνδυάζει τον Πολιτικό Ρεαλισμό με το όραμα για μια καλύτερη κοινωνία.
Να μην ξανακούσουμε ως σχέδιο εξόδου από την ανεργία προτάσεις όπως εκείνη την γραφικότητα που μιλούσε για…άμεση πρόσληψη 100.000 νέων δημοσίων υπαλλήλων.
Όσοι πιστεύουν πως η ρήξη προκλήθηκε γιατί ο Φώτης Κουβέλης για παράδειγμα έχει φαγούρα για την καρέκλα, ας μελετήσουν λίγο την ιστορία της διαδρομής, όχι του Κουβέλη ως προσώπου αλλά των θέσεών του διαχρονικά.
Το διάβημα που έκαναν οι Ανανεωτικοί, περιέχει κινδύνους.
Η Ελλάδα, βρίσκεται στην κρισιμότερη περίοδό της, όχι από τον πόλεμο αλλά από τη σύστασή της, από τότε που μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια παραδόθηκε οριστικά στους Κοτζαμπάσηδες και στην πνευματική καθυστέρηση που επέβαλλε μέσω της επιρροής της στην Παιδεία η εκκλησία.
Με δύο κόμματα εξουσίας βαθύτατα διεφθαρμένα, με τα ακροδεξιά κοράκια να καραδοκούν, με το πολιτικό σύστημα να ταρακουνιέται συθέμελα, με την πτώχευση να είναι προ των πυλών, είναι πολλά που πρέπει να αναθεωρήσουμε.
Οι Ανανεωτικοί με το διάβημά τους αναλαμβάνουν έναν τεράστιο ποιοτικό ρόλο: Να λειτουργήσουν ως ολική επαναφορά της Αριστεράς στην Πραγματικότητα μέσα από ρήξεις και συνθέσεις ταυτόχρονα, ώστε να προκαλέσουν μια καινούργια χημεία με Λόγο και Αιτήματα που αφορούν στην εποχή μας και στο μέλλον, μακριά από τα πρότυπα του 19ου αιώνα στα οποία είναι κολλημένο το ΚΚΕ και στα οποία έχει κατρακυλήσει ο ΣΥΡΙΖΑ.
Το 17% που ήρθε κάποτε με την εκλογή Τσίπρα, δεν το έφερε ο Τσίπρας αλλά αυτή κάθε αυτή η πράξη αλλαγής της ηγεσίας σε συνδυασμό με την βαριά απογοήτευση μεγάλης μερίδας της βάσης του ΠΑΣΟΚ.
Αυτό σημαίνει πως ένα μεγάλο μέρος του κόσμου έχει ζωτική ανάγκη για μια πρόταση Αριστερή, σύγχρονη, που να μην φοβάται να αναλάβει ευθύνες συμμετοχής στις τύχες του τόπου.
Έδαφος υπάρχει, το πρώτο βήμα έγινε, η τόλμη είναι απαραίτητη για τη συνέχεια.
Ναι, υπάρχει ένας πόνος εκεί στ’ Αριστερά.
Αλλά είναι ακόμα μεγαλύτερος όταν αναλογίζομαι το πώς βρέθηκε η Ελλάδα εδώ που βρίσκεται τώρα. ΣΤΗΛΗ ΑΛΑΤΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου