της Ρενας Διακιδη
Προδημοσίευση από το βιβλίο της επιφανούς Βρετανής ιστορικού τέχνης Ελεν Λάγκντον
Ο Μικελάντζελο Μερίζι από το Καραβάτζιο αποτελεί ξεχωριστή περίπτωση στην ιστορία της τέχνης. Είναι ο μεγάλος καλλιτέχνης που στα 41 μόλις χρόνια της ζωής του κατάφερε να επηρεάσει όσοι λίγοι την τέχνη του καιρού του, να τον θαυμάσουν, να τον μιμηθούν, μα και να τον φθονήσουν και να τον καταδιώξουν. Τα τελευταία τέσσερα χρόνια της ζωής του, μετά τις μεγάλες δόξες, τα πέρασε φυγάς, μετά ένα φόνο που διέπραξε. Φύση θυελλώδης και ριζοσπαστική, νατουραλιστής μα και θρησκευτικός ζωγράφος, εξέφρασε την εποχή της Αντιμετρρύθμισης με τη μεγαλύτερη ίσως δύναμη και αυθεντικότητα από οποιονδήποτε σύγχρονό του, και χαρακτηρίστηκε ήδη όσο ζούσε «διαβολική ιδιοφυΐα».
Δεν είχε μαθητές, μα η επιρροή του στη ζωγραφική είναι τεράστια, καθώς έστρεψε το βλέμμα των καλλιτεχνών αδιαμεσολάβητα προς τη Φύση και τον άνθρωπο. Το καλλιτεχνικό του παράδειγμα ακολούθησαν δεκάδες σημαντικοί ζωγράφοι, οι οποίοι ονομάστηκαν «Καραβατζίστι». Η αίγλη του διατηρήθηκε αμείωτη κατά τον 17ο αιώνα, μα αργότερα ξεχάστηκε, έως ότου αναθερμανθεί το ενδιαφέρον κατά τα μέσα του 19ου αιώνα. Κατά τον 20ό αιώνα άρχισαν οι σοβαρές ιστορικές έρευνες για τον δημιουργό και τον άνθρωπο Καραβάτζιο
Η σύντομη μα πυκνή και ταραχώδης ζωή του γοήτευσε εξίσου τους ιστορικούς και το κοινό· στους χρόνους μας, ο Καραβάτζιο είναι ένας υπέρλαμπρος αστέρας, ένα ρομαντικό αρχέτυπο «καταραμένης μεγαλοφυΐας». Οπως έχει γραφεί, «ο αθώος αναγνώστης της ιστορίας της τέχνης θα μπορούσε να υποθέσει ότι η θέση του Kαραβάτζιο στον πολιτισμό βρίσκεται κάπου ανάμεσα στον Αριστοτέλη και τον Λένιν...».
Μία από τις πιο σύγχρονες και τεκμηριωμένες βιογραφίες του Καραβάτζιο είναι αυτή που έγραψε η επιφανής Βρετανή ιστορικός τέχνης Ελεν Λάγκντον. Η βιογραφία αυτή, στηριγμένη στα ευρήματά της πιο πρόσφατης έρευνας, και εικονογραφημένη πλούσια με τα έργα του ζωγράφου, κυκλοφορεί εντός των ημερών στα Eλληνικά, σε μετάφραση Σπύρου Tσούγκου, από τις εκδόσεις «Μικρή Αρκτος» (σελ. 520, δεμένο, 35 ευρώ). Από αυτήν τη βιογραφία προδημοσεύουμε σήμερα ένα εκτενές απόσπασμα από τη διαφωτιστική εισαγωγή της.
Το όνομα του Καραβάτζιο ήταν ανέκαθεν συνδεδεμένο με έναν τολμηρό και επαναστατικό νατουραλισμό. Για τους συγχρόνους του η τέχνη του, τέχνη που εδράζεται στις αισθήσεις και εξαρτάται σε σημαντικό βαθμό από το ζωντανό μοντέλο, διέθετε μια σχεδόν μαγική δύναμη, προξενούσε δέος, ασκούσε γοητεία.
Aρχισε τη σταδιοδρομία του ως ζωγράφος λυρικών και κομψών ρωπογραφιών, με πίνακες Τσιγγάνων, μουσικών και χαρτοπαικτών οι οποίοι συναρπάζουν με την ομορφιά και την ακρίβεια των νατουραλιστικών τους λεπτομερειών. Εξελίχθηκε όμως στο σημαντικότερο θρησκευτικό ζωγράφο της εποχής του, δημιουργώντας μια νέα ρωμαιοκαθολική τέχνη με ρίζες βαθιές στη συγκαιρινή του πνευματικότητα της Αντιμεταρρύθμισης.
Ο πλέον διάσημος ζωγράφος στην Ιταλία και ονομαστός σε όλη την Ευρώπη, ενέπνεε επίσης φόβο λόγω της δύστροπης και ιδιόρρυθμης προσωπικότητάς του. Καυχιόταν για την πρωτοτυπία του και χλεύαζε την εξουσία· ήταν ατρόμητος και εριστικός, και το 1606 σκότωσε έναν άντρα, περνώντας έτσι τα τελευταία χρόνια της ζωής του στην εξορία.
Το μεγαλύτερο χάρισμά του ήταν η ενσυναίσθηση, το γεγονός ότι έδωσε στη θρησκευτική αφήγηση νιότη και σφρίγος και μέσω αυτών, όπως και μέσω της ακαταμάχητης προσωπικότητάς του, είναι που το έργο του βρίσκει τόσο άμεση ανταπόκριση στη σύγχρονη εποχή. Oμως, παρ’ ότι υπήρχαν φορές που η θρησκευτική τέχνη του Καραβάτζιο σόκαρε τους συγχρόνους του, σε ένα βαθύτερο επίπεδο βρίσκεται σε αρμονία με την πνευματικότητα του 16ου αιώνα. Αντανακλά το πάθος του αναζωογονημένου καθολικισμού, η μελαγχολική της σκοτεινιά εν τούτοις υποδηλώνει τόσο τον τρόμο του ατόμου και τις ανησυχίες μιας εποχής πνευματικής κρίσης όσο και την κατάρρευση της οικουμενικής πίστης.
Η γοητεία του βίου
Η Ρώμη και οι άλλες μεγάλες πόλεις της Ιταλίας πρόσφεραν αρκετή δουλειά στους καλλιτέχνες, αφού στα τέλη του αιώνα οι Πάπες επιχορηγούσαν τεράστια διακοσμητικά έργα, ενώ οι πολυάριθμες καινούριες εκκλησίες διέθεταν παρεκκλήσια, η διακόσμηση των οποίων βρισκόταν υπό την εποπτεία εύπορων πολιτών. Η αναζήτηση όμως ενός προστάτη, ή πάτρονα, ήταν αποφασιστικής σημασίας και μόνο οι νέοι ή άγνωστοι καλλιτέχνες εμπιστεύονταν τα έργα τους σε εμπόρους. Οι πάτρονες είχαν την τάση να ευνοούν καλλιτέχνες από την πόλη καταγωγής τους και οι τοπικιστικές συμπάθειες ήταν ιδιαίτερα ισχυρές. Στη διάρκεια της ζωής του ο Καραβάτζιο βρισκόταν υπό την προστασία των Κολόννα, μιας από τις πλέον επιφανείς οικογένειες της Ιταλίας – τους ανήκε, αν το θέσουμε με όρους φεουδαρχικούς. Aλλες μεγάλες οικογένειες ευγενών με πολλά παρακλάδια και επιρροή σε όλη την Ιταλία και την Ευρώπη –οι Μέδικοι, οι Μποργκέζε, οι Ντόρια, οι Γκοντσάγκα, οι Eστε–, όλες επιθυμούσαν κάποιο έργο από το χέρι του διασημότερου ζωγράφου της Ιταλίας.
Δεν έγραψε τίποτε
Τα έργα του Καραβάτζιο δημιουργούν έντονα την αίσθηση μιας ακαταμάχητης προσωπικότητας, ελάχιστα όμως άλλα στοιχεία σώζονται· δεν έγραψε τίποτε και απ’ όσα είπε πολύ λίγα έχουν καταγραφεί. Η βιογραφία του, ωστόσο γράφτηκε από δύο συγχρόνους του που τον γνώριζαν καλά. Ο ένας ήταν ο Τζούλιο Μαντσίνι, γιατρός από τη Σιέννα, συγγραφέας δοκιμίων περί τέχνης και τεχνοκριτικός, συλλέκτης και έμπορος. Δραστήριος και εκκεντρικός, φρόντιζε τον Καραβάτζιο όταν ήταν άρρωστος και τον ήξερε καλά, ιδιαίτερα την περίοδο κατά την οποία ο Καραβάτζιο βρισκόταν στο παλάτι του καρδινάλιου Ντελ Μόντε στα τέλη της δεκαετίας του 1590. Σ’ αυτόν ανήκει η πρώτη βιογραφία του Καραβάτζιο, αργότερα μάλιστα έκανε μια σειρά από προσθήκες στα χειρόγραφά του, οι οποίες δείχνουν ότι προσπάθησε να ενημερώσει τις πληροφορίες που παρέθετε εκεί.
...Οι σύγχρονοι του Καραβάτζιο θαύμαζαν το νατουραλισμό του, η επόμενη κιόλας γενιά όμως τον έβλεπε ως δύναμη αναρχίας, ως απειλή για την τέχνη της ζωγραφικής. Ο Πουσέν πίστευε ότι είχε έρθει στον κόσμο για να καταστρέψει τη ζωγραφική, ενώ για τον Μπελόρι η σκοτεινιά της τέχνης του οφειλόταν στη φυσιογνωμία του: «Η τεχνοτροπία του Καραβάτζιο αντιστοιχούσε στη φυσιογνωμία του και στην εμφάνισή του: Είχε σκούρο δέρμα και σκουρόχρωμα μάτια, ενώ τα φρύδια του και τα μαλλιά του ήταν μαύρα· οι αποχρώσεις αυτές είχαν μια φυσιολογική αντανάκλαση στους πίνακές του».
Κατά το 18ο και 19ο αιώνα, η φήμη του εξακολουθούσε να έχει φθίνουσα πορεία και το ενδιαφέρον γι’ αυτόν ήταν μικρό. Oμως, τον 20ό αιώνα, και συγκεκριμένα από την έκθεση του 1951 στο Μιλάνο με τον τίτλο «Mostra del Caravaggio e dei Caravaggeschi», που οργανώθηκε από το σπουδαίο Ιταλό μελετητή Ρομπέρτο Λόνγκι, ο Καραβάτζιο απέκτησε νέα και απαράμιλλη αίγλη και έγινε αρχικά διάσημος ως ο πρώτος λαϊκός ζωγράφος, ως ένας επαναστάτης που παραμέρισε τις ακαδημαϊκές συμβάσεις και την ιδεατή ομορφιά
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου