Της Χριστιάννας Λούπα Με τους φακέλους υπό μάλης, το αίμα στο κεφάλι και τα νεύρα τεντωμένα, ως ζημιωμένος κρεοπώλης, έφυγα πεζή από τα δικαστήρια της Ευελπίδων, αφού λεωφορεία και τρόλει απεργούσαν. Και οι δικηγόροι αποχή είχαν, αλλά κάποιες δουλειές ήλπιζα η ανόητη ότι θα κατάφερνα να τις διεκπεραιώσω γιατί ήταν εξαιρετικά επείγουσες. Έμεινα με την ελπίδα. Έτσι κι αλλιώς – ας το πάρουμε όλοι απόφαση – με αποχή ή χωρίς, για αρνησιδικία πρέπει να μιλάμε πλέον και όχι για απονομή Δικαιοσύνης.
Κατέβηκα την Ευελπίδων, έστριψα στη Μαυρομματαίων και κατόπιν στην Αλεξάνδρας. Στην είσοδο του Πεδίου του Άρεως κοντοστάθηκα. Μπροστά μου το ηρώο των πεσόντων Άγγλων, Αυστραλών και Νεοζηλανδών και το πανύψηλο άγαλμα της Προμάχου Αθηνάς πάνω στο βάθρο. Έπεσαν τα μούτρα μου: Για ποια Ελλάδα σκοτωθήκατε, βρε παιδιά; Κι εσύ, σοφή θεά μου, πώς το αντέχεις να φέρει το όνομά σου μια πόλη τόσο ξεπεσμένη και κακάσχημη; Η πόλη, για την οποία κονταροχτυπήθηκες κάποτε με τον Ποσειδώνα, αργοπεθαίνει καλή μου Αθηνά, μαζί της κι η Ελλάδα ολόκληρη, μαζί της κι εμείς.
Μια μικρή βόλτα μέσα στο πράσινο χωρίς αμφιβολία θα μ’ έκανε να ξεχάσω την Ευελπίδων, τους λογαριασμούς που έχω να πληρώσω, τη Μέρκελ, τα Μνημόνια και τα PSI σκέφτηκα και προχώρησα μέσα στο πάρκο......
. Μπορεί από το μυαλό μου να έφυγαν βέβαια όλα τα παραπάνω, καινούργια φίδια όμως άρχισαν να με ζώνουν. Δεν είναι δυνατόν! Αυτό είναι το πάρκο για την ανάπλαση του οποίου είχαμε ξοδέψει περίπου δέκα εκατομμύρια ευρώ το 2010;
Αντίκρισα πολλά ξερά δέντρα και φυτά, σπασμένα φώτα, άνυδρα ποταμάκια και συντριβάνια, κλειστές τουαλέτες και ουκ ολίγα σκουπίδια καταγής. Το χειρότερο όμως απ’ όλα ήταν οι φοίνικες. Αυτά τα τόσο όμορφα τροπικά δέντρα, κλαδιά των οποίων πρόσφεραν οι αρχαίοι Έλληνες στους νικητές των αγώνων, έχουν ξεραθεί. Αιτία, το κόκκινο σκαθάρι, το οποίο ήρθε στην Ελλάδα μαζί με τους φοίνικες από την Ισπανία που είχαν φέρει οι ειδήμονες χαρτογιακάδες των υπουργείων εν όψει των Ολυμπιακών Αγώνων, χωρίς να εξετάσουν τα δέντρα. Ξεπαστρέψαμε πρώτα τα πεύκα με τη βαμβακίαση, τώρα είναι η σειρά των φοινίκων, αναλογίστηκα με θλίψη.
Καθώς προχωρώ στο βάθος του πάρκου, ο νους μου τρέχει πίσω στο χρόνο…
Με τα μάτια της φαντασίας βλέπω τους στρατώνες και το βασιλικό ιππικό που επί Όθωνα είχε εγκατασταθεί μπροστά στον ναό των Ταξιαρχών - εξ ου και η ονομασία "Πεδίον του Άρεως" - να κάνει γυμνάσια σηκώνοντας σύννεφα σκόνης, ενώ στη γύρω περιοχή δεν υπάρχουν παρά χωράφια.
Το Μάιο του 1859 – έχει προηγηθεί η πτώχευση του 1843 – έγιναν μεγάλες φασαρίες στην Αθήνα με πρωτοστάτες φοιτητές και μαθητές. Ο τότε υπουργός Εσωτερικών Αλέξανδρος Ρίζος Ραγκαβής δεν έπαυε να τονίζει την ανάγκη στήριξης των εγχώριων προϊόντων έναντι των εισαγόμενων, (φαίνεται πως κάτι ήξερε ο άνθρωπος!), έφερνε δε για παράδειγμα τα ψάθινα καπέλα από τη Σίφνο – το καπέλο στην καθαρεύουσα λέγεται σκιάδιο – τα οποία ήταν και καλύτερα και φθηνότερα από τα εισαγόμενα. Ο γιος του, Κλέων, διέδωσε την ιδέα στους μαθητές και φοιτητές που άρχισαν να φορούν τα σκιάδια στολισμένα με γαλανόλευκες κορδέλες στις κυριακάτικες εξόδους τους στο Πεδίο του Άρεως. Σύντομα η κίνηση αυτή πήρε πολιτικό χαρακτήρα και τα σιφνέικα σκιάδια έγιναν μόδα και σύμβολο της προοδευτικής νεολαίας της Αθήνας, τους «Γαριβαλδινούς», σε αντίθεση με τους καθεστωτικούς, που φορούσαν άσπρα ψηλά καπέλα, τους «Αυστριακούς».
Φυσικά η αντίδραση των εισαγωγέων ήταν έντονη και άμεση. Έστειλαν δικούς τους ανθρώπους με κουρελιασμένα σκιάδια στο Πεδίο του Άρεως, οι οποίοι άρχισαν να προκαλούν τους νέους και ξεκίνησαν συμπλοκές, με αποτέλεσμα να επέμβει η Χωροφυλακή, να πέσει ξύλο και να γίνουν τρεις συλλήψεις.
Τα επεισόδια πήραν διαστάσεις. Οι νεολαίοι απαιτούσαν να μιλήσουν στον Όθωνα προκειμένου να απελευθερωθούν οι συλληφθέντες, εκείνος όμως αρνήθηκε. Οι φασαρίες μεταφέρονται στα Προπύλαια, όπου τελικά όλα θα τελειώσουν με την έφοδο στρατιωτικής δύναμης. Είναι η πρώτη φορά που γίνεται λόγος για πράξη «κατά του ασύλου των επιστημών» και από τότε καλλιεργήθηκε η ιδέα ότι το Πανεπιστήμιο ως «ναός του πνεύματος» πρέπει να προσφέρει άσυλο και να είναι απαραβίαστος.
Δεκέμβριος 1916: Στο Πεδίο του Άρεως έμελλε να γραφεί μια ακόμη μελανή σελίδα της πολύπαθης ιστορίας μας. Στο αποκορύφωμα του εθνικού Διχασμού, η αντιβενιζελική παράταξη, πρωτοστατούσης της Εκκλησίας, που – απίστευτο! – ήταν κι αυτή διχασμένη, καλούσε το λαό να ρίξει τον «λίθο του αναθέματος» κατά του Βενιζέλου (φωτογραφία). Εκεί, όπου σήμερα βρίσκεται το άγαλμα της Αθηνάς, ο κάθε διαδηλωτής ρίχνει μία πέτρα και επαναλαμβάνει την κατάρα του Αρχιεπισκόπου Αθηνών, Θεόκλητου: «Κατά Ελευθερίου Βενιζέλου φυλακίσαντος αρχιερείς και επιβουλευθέντος την βασιλείαν και την πατρίδα, ανάθεμα έστω». Είστε έτοιμοι να διαβάσετε και την επίσημη κατάρα των «αγίων πατέρων»; Καθίστε καλά πρώτα.
«Κατ’ αυτού όθεν του ΠΡΟΔΟΤΟΥ Βενιζέλου ανεγνώσαμεν
αφορισμόν όπως ενσκήψωσι:
• Τα εξανθήματα του Ιώβ
• Το κήτος του Ιωνά
• Η λέπρα του Ιεχωβά
• Ο μαρασμός των νεκρών
• Το τρέμουλο των ψυχορραγούντων
• Οι κεραυνοί της κολάσεως
• Και αι κατάραι και τα αναθέματα των ανθρώπων.
Τας ιδίας αράς [σ.σ. κατάρες] θα αναγνώσωμεν και κατ’ εκείνων
οίτινες κατά τας προσεχείς εκλογάς θέλουσι δώσει λευκήν
ψήφον προς τον ΚΑΤΑΠΤΥΣΤΟΝ ΠΡΟΔΟΤΗΝ Βενιζέλον και θα
παρακαλέσωμεν, συν τοις άλλοις όπως μαρανθώσιν αι χείρες,
τυφλωθώσιν οι οφθαλμοί και κωφαθώσι τα ώτα.
Γένοιτο».
Εγκαταλείπω το πάρκο φορτωμένη με τις θλιβερές σκέψεις μου και για πολλοστή φορά αναρωτιέμαι ποια βαριά κατάρα στοιχειώνει επιτέλους ετούτο το λαό και άσπρη μέρα δεν μπορεί να δει. Απάντηση ωστόσο δεν παίρνω από πουθενά, παρά μόνο έρχεται στο μυαλό μου εκείνος ο στίχος του Ναζίμ Χικμέτ: «Πάντα η καρδιά μου στην Ελλάδα ντουφεκίζεται» και νοιώθω πάλι τη γνωστή μέγγενη να μου σφίγγει την καρδιά.
Όσο για τους φοίνικες και το πράσινο… Εδώ στήσαμε την ίδια την πατρίδα μας στο εκτελεστικό απόσπασμα, για τα δέντρα θα νοιαστούμε τώρα;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου